Η Ιταλία διέβη τον Ρουβίκωνα κι ανοίγει πόλεμο με την Ευρωπαϊκή Ένωση

13:58 24/11/2018 - Πηγή: In.gr

Την περασμένη Τετάρτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε την επίσημη έκθεσή της με την οποία εκτιμά ότι η Ιταλία πληροί τα κριτήρια ώστε να υπαχθεί στη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος με βάση το άρθρο 126 της Συνθήκης της Λισαβόνας.

Με βάση τους κανόνες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το όριο για το έλλειμμα είναι το 3% του ΑΕΠ και για το δημόσιο χρέος το 60% του ΑΕΠ.

Ως

προς το έλλειμμα η ιταλική κυβέρνηση έχει προτείνει έναν προϋπολογισμό με έλλειμμα 2,4%. Το ποσοστό αυτό το αμφισβητεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία υποστηρίζει ότι το έλλειμμα θα φτάσει το 2,9% το 2019 και το 2020 θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο, ξεπερνώντας το όριο του 3% που θέτουν οι συνθήκες και κατά συνέπεια φέρνοντας την Ιταλία σε συνθήκη υπερβολικού ελλείμματος.

Ως προς το χρέος, όπου ούτως ή άλλως η Ιταλία ήταν πάνω από το όριο, η Επιτροπή εκτιμά υπάρχει μια αργή αποκλιμάκωση, καθώς οι πολιτικές της ιταλικής κυβέρνησης ως προς τα ελλείμματα δεν βοηθούν την επιτάχυνση της μείωσης. Εκτιμά έτσι ότι το 2018 το χρέος θα είναι στο 131,1% του ΑΕΠ και το 2019 στο 131% διαφωνώντας με την εκτίμηση της ιταλικής κυβέρνησης ότι θα πέσει κάτω από το 130%.

Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι συνολικά οι αποφάσεις της ιταλικής κυβέρνησης σε σχέση με τον προϋπολογισμό δεν συμβάλουν στη βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης της χώρας, στη μείωση των ελλειμμάτων και στην επιτάχυνση της αποκλιμάκωσης του χρέους.

Η Επιτροπή δεν εκτιμά ότι άμεσα η Ιταλία διατρέχει κάποιο κίνδυνο ως προς τη βιωσιμότητα του ιταλικού χρέους, όμως επισημαίνει ότι γίνεται όλο και πιο ευάλωτη.

Ως προς τον προϋπολογισμό, η Επιτροπή στέκεται ιδιαίτερα σε δύο μέτρα που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο και την πέτρα του σκανδάλου στην όλη αντιπαράθεση: το «εισόδημα των πολιτών», δηλαδή την πρόβλεψη για καθολικά εγγυημένο εισόδημα 780 ευρώ για όλους και το σχέδιο για το «κατώφλι 100», δηλαδή για πλήρη σύνταξη στα 62 έτη με 38 έτη εργασίας. Η εκτίμηση της επιτροπής είναι ότι έχουμε να κάνουμε με μια οπισθοχώρηση σε σχέση με τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια των προηγούμενων κυβερνήσεων που είχαν κάνει περισσότερα βήματα για να βελτιώσουν τη δημοσιονομική θέση της Ιταλίας.

Η τελική εκτίμηση είναι ότι αντί η Ιταλία να προχωρήσει στα μέτρα που είχε συστήσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, επέλεξε να συμπεριλάβει μέτρα στον φετινό προϋπολογισμό που επιδεινώνουν τη δομική δημοσιονομική της ισορροπία.

Υπαγωγή στη «Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος»

Η Ιταλία δεν είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που απειλείται με ένταξη στη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος. Να θυμίσουμε ότι η Ελλάδα βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση από το 2009 μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου 2017 όταν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι πλέον η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είχε σταθεροποιηθεί και αποφάσισε ότι η χώρα πρέπει να βγει από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

Συνήθως η υπαγωγή μιας χώρας σε ένα τέτοιο καθεστώς σήμαινε και τη συμμόρφωσή της με κάποιο πακέτο μέτρων που οδηγούσαν σε βελτίωση των δεικτών της. Αυτός είναι ο λόγος που δεν δοκιμάστηκαν μορφές κυρώσεων και προστίμων που προβλέπονται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα σημεία ρήξης Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ιταλίας

Εδώ, όμως, έχουμε την πρώτη περίπτωση μιας χώρας που αρνείται να ακολουθήσει τις οδηγίες της Κομισιόν και επιμένει στη δική της πολιτική. Αυτό φέρνει την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμέτωπη με μια κρίση που δεν έχει αντίστοιχο προηγούμενο. Η ελληνική περίπτωση για παράδειγμα μπορεί να έχει στοιχεία μεγάλων αντιπαραθέσεων στη διαπραγμάτευση, τουλάχιστον για τους πρώτους μήνες του 2015, όμως τελικά εφαρμόστηκαν οι πολιτικές που υπαγόρευσαν οι θεσμοί.

Αντίθετα, η επιμονή της ιταλικής κυβέρνηση σημαίνει ότι θα πρέπει, με τυπικούς τουλάχιστον όρους, να εξεταστεί και το ζήτημα των κυρώσεων.

Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η σύγκρουση δεν αφορά ευθεία παραβίαση των κανόνων που αφορούν το έλλειμμα (το όριο του χρέους είναι κάτι που έχει γίνει σιωπηρά αποδεκτό ότι δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί), αλλά διαφορά εκτιμήσεων για τις δημοσιονομικές προοπτικές της Ιταλίας.

Αντίστοιχα, έχει σημασία ότι τελικά η διαφορά επικεντρώνεται σε δύο μέτρα σχετικά ήπιας αναδιανομής που δεν ακυρώνουν τον κατά βάση νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό της οικονομικής πολιτικής και της τρέχουσας ιταλικής κυβέρνησης.

Ωστόσο, μέσα σε ένα περιβάλλον όπου οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θέλουν να δείξουν ότι λειτουργεί ένας μηχανισμός δημοσιονομικής επιτήρησης ακόμη και τέτοια μέτρα αντιμετωπίζονται ως σημαντικοί δημοσιονομικοί κίνδυνοι.

Σύγκρουση σε αχαρτογράφητο πεδίο

Την ίδια στιγμή, οι όποιοι ρητορικά ανεβασμένοι τόνοι από τη μεριά της ιταλικής κυβέρνησης σε σχέση με την αντιπαράθεση με την Κομισιόν δεν είναι δεδομένο ότι παραπέμπουν σε μια συνολικότερη ρήξη, αλλά περισσότερο σε μια επίδειξη αποφασιστικότητας. Άλλωστε, ακόμη και η διαδικασία των όποιων κυρώσεων δεν είναι ακριβώς αυτόματη και το πεδίο της είναι σχετικά αχαρτογράφητο και από τις δύο πλευρές.

Στην πραγματικότητα και οι δύο πλευρές συναντούν τα όρια των επιλογών τους. Η ιταλική κυβέρνηση συναντά τα όρια των δικών της ισορροπιών τόσο εσωτερικών (ανάμεσα στους δύο κυβερνητικού εταίρους) όσο και σε σχέση με το πώς επιμένει στην ευρωπαϊκή προοπτική, έχοντας λίγο πολύ προκαταβολικά στρατηγικές ρήξης και «Σχεδίου Β».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση συναντά το όριο της δικής της δυνατότητας να λειτουργήσει «πειθαρχικά», αντιμέτωπη όχι με μια υπερχρεωμένη χώρα της περιφέρειας αλλά μια χώρα του «πυρήνα», μέλος του G7 και ταυτόχρονα δυνητική ωρολογιακή βόμβα ως προς τον όγκο του χρέους.

Το που θα καταλήξει αυτή η αντιπαράθεση, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επιμένει για το έλλειμμα και την ιταλική κυβέρνηση να διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι δεν επιθυμεί ρήξη με την Ευρώπη, αλλά τα μέτρα δεν αλλάζουν, είναι κάτι που θα το δούμε το επόμενο διάστημα, ξεκινώντας από το δείπνο εργασίας που θα έχουν στις 24 Νοεμβρίου ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε με τον πρόεδρο της Επιτροπής Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ.

Πάντως την ίδια στιγμή, το ζήτημα της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Ιταλία και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αρνητικές επιπτώσεις στο ιταλικό χρέος και στην ιταλική οικονομία, με τα spread να ανεβαίνουν, κάτι που όπως επεσήμανε και η Banca d’Italia έχει ήδη αρνητικές επιπτώσεις στη συνολική αξία των ιταλικών ομολόγων, στο συνολικό πλούτο των οικογενειών, στο κόστος αποπληρωμής του χρέους, στη ρευστότητα των ιταλικών τραπεζών, στη σχετική τάση φυγής ξένων κεφαλαίων.

Αν προσθέσουμε σε αυτά τα προβλήματα τους αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς στο τρίτο τρίμηνο του 2018 ο ρυθμός ανάπτυξης υποχώρησε στο 0,8% σε ετήσια βάση, από 1,2% την προηγούμενη περίοδο, το χαμηλότερο επίπεδο από το δεύτερο τρίμηνο του 2015, μπορούμε να καταλάβουμε το δύσβατο τοπίο που διαμορφώνεται.

Keywords
Τυχαία Θέματα