Τσίπρας και Καμμένος παίζουν το μέλλον της χώρας στα ζάρια

12:14 8/1/2019 - Πηγή: In.gr

Η αρχή της νέας χρονιά βρίσκει την πολιτική επικαιρότητα να κυριαρχείται από άλλο ένα επεισόδιο στο σήριαλ «ο Πάνος Καμμένος και η κυβέρνηση».

Αφορμή, οι δηλώσεις που για άλλη μια φορά έκανε και που παραπέμπουν στην υποτιθέμενη άρση της εμπιστοσύνης του προς την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, δηλώσεις που συνοδεύτηκαν από τοποθετήσεις στελεχών των ΑΝΕΛ αλλά και «διαρροές» που, σε συνδυασμό με την ανακοινωμένη για τις 9 Ιανουαρίου

συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ΑΝΕΛ, αναζωπύρωσαν τη συζήτηση για ενδεχόμενη αποχώρηση από την κυβέρνηση.

Καθόλου τυχαία, ήταν ο ίδιος ο κυβερνητικής εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος αυτός που άνοιξε και επισήμως τη συζήτηση για ενδεχόμενη κυβέρνηση «ανοχής» (δηλαδή μειοψηφίας), πυροδοτώντας με τη σειρά του διάφορες παρεμβάσεις όχι μόνο πάνω στο εάν είναι εφικτή συνταγματικά μια τέτοια λύση, αλλά εάν θα είναι και πολιτικά βιώσιμη.

Όμως, την ίδια στιγμή τα μεγάλα προβλήματα της χώρας απαιτούν πολύ πιο ουσιαστικά συζήτηση από αυτή που διεξάγεται πάω στο τι θα γίνει με την κυβερνητική πολιτική. Μάλιστα. θα μπορούσε εύλογα να υποστηρίξει κανείς ότι με αυτά θα έπρεπε να ασχολείται η κυβέρνηση και όχι με τη διαρκή πολιτική κυκλοθυμία του ηγέτη των Ανεξάρτητων Ελλήνων.
Ειδικά με την οικονομία όπου όλοι προειδοποιούν για μεγάλη κρίση που δείχνει τα πρώτα της σημάδια.

Τα ανοιχτά μέτωπα στα εθνικά ζητήματα

Καταρχάς έχουμε όλα τα ανοιχτά θέματα που αφορούν τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Μπορεί ο Πάνος Καμμένος να θέλει να πείσει ότι όλα αυτά τα κάνει για να μην προδώσει τα «εθνικά συμφέροντα», όμως μέσα στην όλη κατάσταση απουσιάζει κάποιο σαφές σχέδιο, πέραν των φραστικών λεονταρισμών του υπουργού Εθνικής Άμυνας, για το πώς θα κινηθεί στο νέο τοπίο που διαμορφώνουν οι εξελίξεις στη συριακή κρίση και η μερική τουλάχιστον επαναπροσέγγιση των ΗΠΑ και της Τουρκίας, την ώρα που η τελευταία ανεβάσει τους τόνους ως προς τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και στην νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Οι προκλήσεις για την οικονομία

Κομβικό ζήτημα είναι εδώ η επεξεργασία νέου αναπτυξιακού σχεδίου για τη μεταμνημονιακή εποχή. Η θετική επίδοση κλάδων όπως ο τουρισμός ή ο αγώνας δρόμου για την απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλίων, δεν συνιστούν σχέδιο για την επόμενη μέρα και μια αυτοτροφοδοτούμενη αναπτυξιακή δυναμική. Αυτό θα σήμαινε στοχευμένες δράσεις, εκτιμήσεις για το ποιοι κλάδοι και επιχειρήσεις θα μπορέσουν να πρωταγωνιστήσουν, αναζήτηση συνεργειών, αξιοποίηση των δημόσιων επενδύσεων.

Και αυτό το σχέδιο καθίσταται ακόμη πιο επιτακτικό, εάν αναλογιστούμε ότι όλο και περισσότεροι αναλυτές αλλά και σημαντικοί «παίκτες» των διεθνών αγορών προσανατολίζονται στην εκτίμηση ότι η παγκόσμια οικονομία είναι πιθανό να μπει προς το 2020 –ή ακόμη και νωρίτερα– σε τροχιά ύφεσης

Αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει την πλήρη αποκατάσταση λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορέσει να τροφοδοτηθεί η οικονομία με την αναγκαία ρευστότητα. Αυτό, όμως, περνάει μέσα από την επίλυση του ζητήματος των κόκκινων δανείων, άρα από την θεσμοθέτηση μιας παραλλαγή πάνω στο μοτίβο του «οχήματος ειδικού σκοπού» που θα αναλάβει τη διαχείριση σημαντικού μέρους των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Όμως, η κυβέρνηση καθυστερεί να προχωρήσει στις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις. Απέρριψε το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά δεν έχει επισήμως καταθέσει το δικό της σχέδιο.

Στο ίδιο πλαίσιο, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα τι θα γίνει με την προστασία της πρώτης κατοικίας. Η παράταση του νόμου Κατσέλη αποτελεί ούτως ή άλλως προσωρινό μέτρο και πλήθος ιδιοκτητών ακινήτων αγωνιούν για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα.

Όλα αυτά δεν είναι άσχετα με ένα άλλο κρίσιμο και εξαιρετικά επείγον ζήτημα, από το οποίο θα κριθούν σημαντικές οικονομικές εξελίξεις και για το οποίο επίσης γίνεται πολύ μικρή συζήτηση: την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. Με το spread του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου να παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα (4,18%) είναι προφανές ότι η επιστροφή στις αγορές καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη. Αυτό θα απαιτούσε έναν πολύ πιο σοβαρό σχεδιασμό ώστε η ελληνική οικονομία να αποκτήσει ξανά την εμπιστοσύνη των αγορών, γιατί διαφορετικά οποιαδήποτε καταφυγή εκ νέου στους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα σημαίνει και νέο μνημόνιο.

Όλα αυτά θα κριθούν και από το τι θα γίνει και τη δημοσιονομική πολιτική. Η κυβέρνηση μέχρι στιγμή έχει απλώς εξαγγείλει την εισαγωγή πολύ περισσότερων δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία. Όμως το ερώτημα μιας φορολογικής πολιτικής που να μη στηρίζεται στην υπερφορολόγηση, ιδίως της μεσαίας τάξης, για την επίτευξη «υπερπλεονασμάτων», ένα ζήτημα ιδιαίτερα κρίσιμο για την πραγματική είσοδο σε μια νέα «κανονικότητα», επίσης απουσιάζει από τη δημόσια συζήτηση και δείχνει να μην είναι στις προτεραιότητες της νέας κυβέρνησης.

Η καθυστέρηση στην επεξεργασία σχεδίου για το δημόσιο

Την ίδια στιγμή το τυπικό τέλος της μνημονιακής απαίτησης για λιγότερους διορισμούς από αποχωρήσεις σημαίνει ότι η πολιτική διορισμών αποκτά ξεχωριστή σημασία. Υπό κανονικές συνθήκες, τώρα θα ήταν η ώρα για μια ουσιαστική παρέμβαση και σχεδιασμό για το είδος του δημοσίου που θέλουμε, τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να αναβαθμιστούν οι υπηρεσίες που προσφέρει, τους κλάδους που χρειάζονται πραγματικά ενίσχυση με νέο προσωπικό. Αντί, για αυτό πέραν γενικόλογων εξαγγελιών με σαφή προεκλογικό τόνο και της πρόθεσης κατάθεσης νέου συστήματος διορισμών για την εκπαίδευση, η κουβέντα δεν έχει προχωρήσει.

Η ξεχασμένη «καθημερινότητα του πολίτη»

Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε και όλα τα ζητήματα που αφορούν την καθημερινότητα των πολιτών.

Αυτά αφορούν την εικόνα για την τελική αρχιτεκτονική του ΕΣΥ, ιδίως με δεδομένο ότι π.χ. ακόμη και αλλαγές όπως αυτές που αφορούν τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού απέχουν και από το να έχουν εφαρμοστεί πλήρως και από το να έχουν αγκαλιαστεί από την κοινωνία, την ίδια ώρα που εμφανίζονται προβλήματα ακόμη και σε θέματα όπως η κάλυψη οπτικών ειδών για τους ασφαλισμένους.

Αφορούν, ακόμη, την απουσία ενός σοβαρού σχεδίου για την παιδεία, όπου μπορεί να εξαγγέλθηκε νέο σύστημα εισόδου στην ανώτατη εκπαίδευση, για το οποίο υπάρχει αρκετή ασάφεια ως προς το πώς θα εφαρμοστεί, όμως δεν υπάρχει καν κάποιο σχέδιο για τη ριζική ανανέωση των σχολικών εγχειριδίων.

Με ανάλογο τρόπο θα μπορούσε κανείς να δει και την απουσία οποιασδήποτε σοβαρής ενασχόλησης με τα ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια και την εγκληματικότητα, παρότι παραμένουν κρίσιμα για το συνολικό αίσθημα ασφάλειας των πολιτών.

Την ίδια στιγμή η όλη στάση της κυβέρνησης το τελευταίο διάστημα, ιδίως από τη στιγμή που πρυτάνευσε η εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης, οι συγκρούσεις με τις δικαστικές ενώσεις, η αισθητική και πρακτική Πολάκη ως προς την αντιμετώπιση του χωρισμού των εξουσιών, έχει διαμορφώσει συνθήκη πραγματικής «κρίσης των θεσμών», με ευρύτερες επιπτώσεις.

Τα προβλήματα δεν μπορούν να περιμένουν να ξεπεράσει η κυβέρνηση τις αναταράξεις

Όμως, δεν είναι μόνο ότι η ενασχόληση της κυβέρνηση με το τι ακριβώς θα πράξει ο ένας κυβερνητικός εταίρος έχει παραλύσει ουσιαστικά τη δυνατότητα της να ασχολείται με τα σοβαρά και ανοιχτά ζητήματα της επόμενης περιόδου. Ταυτόχρονα, η χώρα είναι ουσιαστικά απούσα από τη μεγάλη συζήτηση που είναι σε εξέλιξη για το μέλλον της Ευρώπης, για την περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία νέα αρχιτεκτονική των ευρωπαϊκών θεσμών, για το βάθεμα της ολοκλήρωσης μπροστά σε νέες προκλήσεις.

Όλα τα παραπάνω εξακολουθούν να θεωρούνται ως δευτερεύοντα ή ακόμη και ως ανύπαρκτα θέματα από μια κυβέρνηση που κυρίως διαχειρίζεται τον πολιτικό χρόνο και αυτή τη στιγμή ασχολείται αποκλειστικά σχεδόν με το ίδιο της το μέλλον και πώς θα μπορέσει να παραμείνει στην εξουσία για όσο το δυνατόν περισσότερο, περιμένοντας να δει με ποιον τρόπο θα επιλέξει να κινηθεί τελικά ο Πάνος Καμμένος.

Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα της χώρα μπορούν να αυτά να περιμένουν.

Keywords
Τυχαία Θέματα