Για το θάνατο της Μαριέτας Ριάλδη - Κλείνει μια (προσωπική) εποχή

του Δημήτρη Φύσσα

Το 1971-73 πάω ακόμα στο (εξατάξιο) Γυμνάσιο. Είναι χούντα (αληθινή, όχι οι μα445238κίες, που λένε τώρα τα βουτυρόπαιδα, οι χρυσαυγίτες, οι ψεκασμένοι και άλλοι πικραμένοι), εγώ είμαι μετα-χίπης, νιώθω αντιχουντικός, μεγαλώνω στην Αθήνα και ψάχνομαι.

Χάρη στους γονείς μου (και περισσότερο τον πατέρα μου) διαβάζω πολύ, έχω ανακαλύψει το καλό σινεμά («Στούντιο»- πρώτα της Τρικόρφων μάλιστα- «Αλκυονίδα», «Σινέ Αρτ») και το «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν, διαβάζω «Το Βήμα», αγοράζω εκδόσεις του
Βερν «κατά μετάφρασιν Αλεξάνδρου Σκαλίδου» στην «υπόγα» του Νασιώτη στο Μοναστηράκι, διαβάζω το «Κατς -22» του Τζόζεφ Χέλερ στ' αγγλικά, έχω ανακαλύψει τα ρεμπέτικα και την κλασική μουσική, βλέπω τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο και συχνάζω στην «Ελληνοαμερικάνικη Βιβλιοθήκη» της οδού Ακαδημίας.

Χάρη στον εαυτό μου, ακούω ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνω κοπάνες στο «Pop -11» της οδού Σκουφά με το φίλο μου Άρη Περδικομμάτη, στην Καισαριανή με το φίλο μου το Διονύση Μενίδη και στην «Ελληνοαμερικάνικη Ένωση» της οδού Μασσαλίας, αγοράζω το «Θέατρο» του Κώστα Νίτσου και το ένα και μοναδικό τεύχος του «Αντί» που βγήκε τότε, πηγαίνω στις συναυλίες που οργανώνει ο Στέλιος Ελληνιάδης σε διάφορα μέρη της Αθήνας, με κυνηγάει για πρώτη φορά η αστυνομία μετά τη συναυλία του Γιάννη Μαρκόπουλου στο «Σπόρτιγκ» (γεια σου ρε Χρήστο Κοντογιώργο), συχνάζω με το φίλο μου Γιώργο Κατσούλη στην «Αθηναϊκή Συντροφιά» (συλλογική εξέλιξη των παιδιών που διάβαζαν τη «Διάπλασης των παίδων») που μαζεύεται στο πάλαι ποτέ «Μέγαρο Πρωίας» της Πανεπιστημίου, έχω ανακαλύψει τον Ηλία Πετρόπουλο, ακούω ροκ και τραγούδια διαμαρτυρίας, γκομενίζω όσο μπορώ και, φυσιολογικά, αρχίζω ν' αριστερίζω.

Τότε, κολλάω τη μανία του θεάτρου, όπου πλέον πηγαίνω κυρίως μόνος μου. Μέχρι τα 20 μου, έχω δει τόσο θέατρο, όσο δεν έχω δει στα σχεδόν 40 χρόνια που πέρασαν από τότε. Στη «Στοά» του Παπαγεωργίου, στου Ζωγράφου, είναι ζήτημα αν είχα χάσει ένα έργο. Στο «Ανοιχτό θέατρο» της οδού Κυκλάδων όχι μόνο δεν είχα χάσει έργο για έργο, αλλά έπαιρνα και τις σχετικές εκδόσεις και αφίσες (τι να ‘γίναν άραγε). Στις υπέροχες μετα-επιθεωρήσεις του «Ελεύθερου Θεάτρου» ήμουν πάντα παρών, εδώ κατ' εξαίρεση με τους γονείς μου. Το ίδιο και στο «Θέατρο Τέχνης», τιμής ένεκεν και λόγω οικογενειακής παράδοσης.

Αλλά το θέατρο που κυρίως έχω συνδέσει με την εποχή είναι της Μαριέτας Ριάλδη. Το «Θέατρο Τσέπης» της οδού Ακαδημίας εννοώ. Η ίδια η Ριάλδη μού έχει μείνει ως «Άμλετ» (πρώτη φορά έβλεπα γυναίκα σε αντρικό ρόλο) και ήταν πολύ καλή, μ' ένα ελαφρό ψεύδιασμα αν θυμάμαι καλά. Την είδα και δεύτερη φορά. Είδα και ένα ή δύο άλλα έργα στο ίδιο θέατρο, που δε θυμάμαι τους τίτλους τους, θυμάμαι όμως την ηρεμία και την ένταση της θέασης στον κόσμο που παρακολουθούσε. Τη ανεξήγητη ανατριχίλα της τέχνης (αυτόν τον ένα από τους ελάχιστους αποδεκτούς κι αγαπητούς ανορθολογισμούς), εκεί πρώτη φορά τη βίωσα τόσο καθαρά.

Στο «Θέατρο Τσέπης» εξάλλου, για πρώτη φορά, είχα δει μια νεαρή ηθοποιό να περιφέρεται ανάμεσα στους θεατές, έχοντα καταλύσει τα όρια μεταξύ σκηνής και πλατείας. Το ότι η νεαρή ηθοποιός φορούσε μόνο την κιλότα της επέτεινε, φυσικά, την προσοχή μου: ήτα ν η πρώτη φορά που έβλεπα γυμνή ηθοποιό.

Πολλοί συμμαθητές μου (και προφανώς και πολλοί άλλοι νεαροί Αθηναίοι) πήγαιναν στο έργο μόνο για τη νεαρή αυτή ηθοποιό. Νομίζω ότι ήταν το «Ουστ» της ίδιας της Ριάλδη, δεν είμαι όμως σίγουρος. Δεν αμφιβάλλω ότι ο σκοπός ήταν αποκλειστικά καλλιτεχνικός, όμως άμα είσαι 16 χρονώ νεαρός τα όρια μεταξύ τέχνης, σεξουαλικότητας και αντιχουντικής ένταξης είναι κάπως ασαφή.

Μαζί με τη Μαριέτα Ριάλδη, που πέθανε τις προάλλες, αποχαιρέτησα σιωπηρά εκείνη την εποχή, δηλαδή τα χρόνια της προσωπικής μου διαμόρφωσης και της μεγάλης συλλογικής αναμονής.

d.fyssas@gmail.com
Keywords
Τυχαία Θέματα