Θα μάθουμε ποτέ να πληρώνουμε για την online ενημέρωσή μας;

Όταν τα έντυπα μέσα ήταν ακόμα «βασιλιάδες», ο κόσμος φυσιολογικά πλήρωνε για την απόκτησή τους και την ενημέρωσή του. Σύμφωνοι, στην πορεία μας προέκυψε και το free press μοντέλο, όμως τα “print media” βασίζονταν ανέκαθεν στην επί πληρωμή διανομή. Ύστερα ήρθε το ίντερνετ όμως και όλα άλλαξαν: οι κολοσσοί των μίντια έσπευσαν να προσφέρουν το περιεχόμενό τους, αυτό το ίδιο περιεχόμενο για το οποίο ο κοσμάκης μέχρι τότε πλήρωνε αδρά για να το πάρει εκτυπωμένο σε μια κόλλα χαρτί, δωρεάν και

όλα άλλαξαν. Τη σήμερον ημέρα ελάχιστα είναι τα μέσα που εκμεταλλεύονται τα online κανάλια τους βασισμένα στο συνδρομητικό μοντέλο –το γνωστότερο παγκοσμίως είναι η βρετανική Financial Times.

Αν αναρωτιέστε από πού ακριβώς τα μέσα κέρδιζαν τα προς το ζην διανέμοντας δωρεάν το περιεχόμενό τους, η απάντηση είναι «από τη διαφήμιση». Με δεδομένο το ότι ο καθείς μπορούσε να μπει στις σελίδες τους, είχαν να μοστράρουν μεγαλύτερη επισκεψιμότητα και άρα ήταν σε θέση να διεκδικούν και περισσότερα χρήματα από τις διαφημιζόμενες σε αυτά εταιρείες –αφού ουσιαστικά θα έβλεπαν περισσότερα ζευγάρια μάτια τις καταχωρήσεις, τις υπηρεσίες και τα προϊόντα τους. Ελάτε όμως που η διαφήμιση παγκοσμίως διέρχεται κρίση… και τι κρίση: με τον τζίρο να έχει μειωθεί λοιπόν και τη διαφημιστική πίτα να έχει συρρικνωθεί αφήνοντας την online αγορά «πεινασμένη», τα διάφορα διαδικτυακά μέσα έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται πώς ακριβώς θα καταφέρουν να ξαναγυρίσουν στο παλιό μοντέλο, πώς δηλαδή θα πείσουν τον κόσμο να ξαναπληρώσει για την πρόσβαση στην πληροφορία.

Είναι, κατ’ αρχάς, αυτό εφικτό; Όχι. Τουλάχιστον όχι εν μία νυκτί: το κοινό έχει μάθει στο τσάμπα και ακόμα κι αν ένα μέσο αρχίσει μία ωραία πρωία να χρεώνει για την ύλη του, το πιθανότερο είναι ότι μεγάλο ποσοστό του κοινού του, θα μετακινηθεί σε sites του ανταγωνισμού. Έτσι είναι, ευτυχώς ή δυστυχώς: άπαξ και η τιμή πώλησης ενός αγαθού ή μίας υπηρεσίας πέσει, τα νέα δεδομένα παγιώνονται τόσο γρήγορα που ενδεχόμενη επιστροφή της στα προηγούμενα επίπεδα, επιφέρει πολλαπλά πλήγματα.

Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Η λύση που μοιάζει να συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας, είναι αυτή των μικροσυναλλαγών. Τι σημαίνει αυτό; Η σταδιακή χρέωση επιλεγμένων, αρχικά, κειμένων, με το κομμάτι. Ας πούμε π.χ. ότι βρίσκεστε σε ένα ειδησεογραφικό site, η πρόσβαση στο οποίο είναι δωρεάν. Θέλοντας αυτό να ξεκινήσει να χρεώνει το περιεχόμενό του, αρχίζει και τιμολογεί μόνο τα μεγάλα αφιερώματα, αφήνοντας την επικαιρότητα δωρεάν. Το κόστος δεν είναι μεγάλο: για να «ξεκλειδωθεί» καθένα από αυτά στον λογαριασμό σας, απαιτείται μια πληρωμή ύψους 0,10-0,30€. Τα χρήματα είναι αστεία σε βαθμό που ούτε καν τα υπολογίζει κανείς. Η πληρωμή γίνεται με πιστωτική κάρτα και ένα απλό «κλικ» οπότε, ούτε γάτα, ούτε ζημιά! Βλέποντας ότι το νέο σύστημα αποδίδει, το site στην πορεία λανσάρει «πακέτα»: σας λέει, αντί να πληρώνετε τσίκι-τσίκι για κάθε άρθρο, γιατί να μη δίνετε 3€ τον μήνα και να έχετε όλα τα άρθρα ξεκλείδωτα;

Το σύστημα αυτό μάλιστα, έχει υλοποιήσει ένας Ολλανδός, ονόματι Αλεξάντερ Κλόπινγκ, τραβώντας την προσοχή μεγάλων εκδοτικών εταιρειών του εξωτερικού. Το πρότζεκτ του βέβαια έχει κάποιες διαφοροποιήσεις από το παράδειγμα που περιγράψαμε παραπάνω και στοχεύει σε υψηλότερες τιμές (0,40-0,90€ ανά άρθρο) όμως ακόμα κι έτσι, Ziff Davis και New York Times το εξετάζουν με ενδιαφέρον. Ο ίδιος το έχει θέσει πιλοτικά σε εφαρμογή στην Ολλανδία, απολαμβάνοντας τη στήριξη όλων των μεγάλων εφημερίδων της χώρας! Το αν θα το δούμε σύντομα και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, δεν το ξέρουμε. Το μόνο βέβαιο είναι πως μετά τον θάνατο του εντύπου, οι εκδοτικές την έχουν άσχημα: αν υπάρχει κάτι που μπορεί να τις σώσει, είναι μια καινοτομία. Πού’ντη όμως…;

Keywords
Τυχαία Θέματα