Οι προπονητές της κρίσης

Την περασμένη δεκαετία η αγαπημένη φράση των προπονητών που δούλευαν στην Ελλάδα ήταν το «δε μου κάνει». Δεν υπήρξε προπονητής που να σέβονταν την ιδιότητα του που να μην είχε χρησιμοποιήσει τη φράση επαλειμμένα σε συζήτηση με προϊστάμενό του, πρόεδρο ή τεχνικό διευθυντή. Στον Μπάγεβιτς δεν έκανε ο Ζιοβανι, ο Σκόκο κι ο Τζεμπούρ, όταν πήγε στην ΑΕΚ, και άλλοι και άλλοι. Στο Μαλεζάνι δεν έκαναν ο Μπίσκαν και ο Φλάβιο Κονσεϊσάο κι ας είχε δώσει τη συγκατάθεσή του στο να
αποκτηθούν. Στον Πεσέιρο δεν έκανε ο Νίνης. Στο Σόλιντ δεν άρεσαν οι μισοί από όσους βρήκε. Ο Τεν Κάτε δεν ήθελε τον Ιβανσιτς και τον Εν Ντόι. Ο Τάκης Λεμονής έκανε κάποτε ειδική μυστική αναφορά στον Κόκκαλη για να διώξει το Ριβάλντο. Στον Σάντος δεν άρεσε ο Χριστοδουλόπουλος και ζητούσε την παραχώρησή του. Ο Βαλβέρδε έδιωχνε κάθε χρόνο το Μήτρογλου γιατί του χαλούσε τα αποδυτήρια. Στον Ουζουνίδη δεν άρεσε ο Φακούντο Πάρα: σήμερα παίζει στην Αταλάντα. Ακόμα και στον Προτάσοφ τον καιρό που ήταν στον Ηρακλή δεν έκανε ο Μάρκες, γιατί δεν άντεχε τις ιδιοτροπίες του. Ολοι είχαν «το δεν μου κάνει» κάτω από το στόμα και όλοι θεωρούσαν ως υποχρέωση τους να πείσουν τον πρόεδρο ότι η ομάδα χρειάζονταν μεταγραφές. Πόσες; Πολλές. Ο Πανιώνιος κάποτε, επί Λίνεν, είχε φτάσει να έχει 35 παίκτες. Ο Αστέρας Τρίπολης πλήρωσε καμιά δεκαριά που δεν αγωνίστηκαν σε περισσότερα από τρία ματς και ο Αρης περίπου μια ντουζίνα που σήμερα δεν θυμάται κανείς. Δεν ήταν ζήτημα ιδιοτροπίας των προπονητών – ήταν η βεβαιότητα ότι χρήματα υπάρχουν αυτό που δημιουργούσε μια ολόκληρη συμπεριφορά. Οι προπονητές πίστευαν ότι για να δείξουν την αξία τους όφειλαν να κάνουν επιλογές – δηλαδή να απομακρύνουν κάποιους και να επιμείνουν στην απόκτηση κάποιων άλλων: αυτό νόμιζαν ότι είναι το modus operandi της επαγγελματικής τους καταξίωσης. Μόνο που από το περασμένο καλοκαίρι η δουλειά άλλαξε.Η κρίση δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα και η επιτυχία, πλέον, έχει πρώτα από όλα να κάνει με την αντίληψη της. Οι καλοί προπονητές είναι πλέον αυτοί που το «δε μου κάνει» δεν το λένε εύκολα: οι ακόμα καλύτεροι ούτε καν το σκέφτονται. Όχι τυχαία οι πρώτοι που προσαρμόστηκαν πολύ εύκολα σε αυτή τη νέα δύσκολη πραγματικότητα είναι εκείνοι που δεν είχαν εμπειρίες επαγγελματικές στα χρόνια της σπατάλης: ο Ακης Μάντζιος στην Κέρκυρα, ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος στον Πανιώνιο και ο Γιάννης Χριστόπουλος στον ΠΑΣ Γιάννινα ξέρουν πως η δουλειά τους δεν είναι να απαιτούν, αλλά να δημιουργούν, να βρίσκουν λύσεις, να αξιοποιούν το ρόστερ χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ντε και καλά πρέπει να ανέχονται συμπεριφορές ή να παραιτηθούν από απαιτήσεις. Οι τρεις τους δημιουργούν ομάδες έχοντας κινηθεί σε διαφορετικούς δρόμους, αλλά με ένα κοινό στοιχείο στη μεθοδολογία: το παιγνίδι και τη διδαχή του. Οι ομάδες τους δεν παίζουν με τον ίδιο τρόπο, αλλά είναι φανερό πως ακολουθούν ένα σχέδιο: οι νεαροί προπονητές τους ξέρουν τι ακριβώς θέλουν.Ο Ελευθερόπουλος ήξερε μπαίνοντας στον Πανιώνιο ότι λεφτά δεν υπάρχουν: μπήκε όμως σαν ταύρος σε υαλοπωλείο. Ο Ελευθερόπουλος
Keywords
Τυχαία Θέματα