Όταν ο Τζάκσον συνάντησε τον Τόλκιν

Είχα πάντα μια μεγάλη περιέργεια να καταλάβω πως ένας συντηρητικός φιλόλογος σαν τον Τζον Ρόναλντ Ρούελ Τόλκιν έγραψε αρχικά το Χόμπιτ και στη συνέχεια τον Αρχοντα των Δαχτυλιδιών, δυο αναγνώσματα που αγαπήθηκαν από τους χίπις, τους λογιών λογιών γνώστες των παραισθησιογόνων και φυσικά από όλους τους πιτσιρικάδες που γουστάρουν τους ονειρικούς κόσμους και τα παραμύθια. Αν ο συγγραφέας τους ήταν κάποιος σαν τον Εντγκαρ Αλαν Πόε ή τον Κόναν Ντόιλ, που για να μιλήσουν για τις γκρίζες ζώνες της ανθρώπινης ψυχής και τις ανάποδες στροφές του μυαλού, κατέφευγαν στο αλκοόλ και στις ναρκωτικές
ουσίες της εποχής, θα καταλάβαινα ευκολότερα το σπίρτο της δημιουργίας. Αλλά ο Τόλκιν περιγράφεται ως ένας αυστηρός κύριος, ταγμένος στην οικογένεια, δοσμένος στη μελέτη του Μπέογουλφ που παραμένει το έπος της βρετανικής λογοτεχνίας του 7ου αιώνα και συντηρητικός μέχρι τέλους: ναι, πιθανότατα να είναι η αγάπη του για τη γλώσσα αυτό που τον ώθησε να κατασκευάσει πρώτα ένα γλωσσικό και μετά ένα ονειρικό σύμπαν, αλλά αρκεί αυτό για μια τόσο μεγάλη σύνθεση εικόνων, πλασμάτων και ονείρων;Νομίζω ότι στη λογοτεχνία, και στην Τέχνη γενικά, υπάρχει πάντα η εξής σειρά: την έμπνευση ακολουθεί η τεχνική και η τεχνική βοηθά στην ολοκλήρωση, στη δημιουργία. Επειτα, η ικανότητα στη σύνθεση, η αρτιότητα, η στόχευση και εν τέλει η ψυχή και η αλήθεια της που έχει κατατεθεί, επιτρέπουν κάποιες φορές στο δημιουργό να φτάσει ή να πλησιάσει το αριστούργημα, που όμως έγκειται πάντα σε άλλους να το αναδείξουν – κι αυτό είναι ένα ωραίο παράδοξο. Αντίθετα με τον Αθλητισμό που έχει νικητές, η Τέχνη έχει κατακτητές, δηλαδή δημιουργούς που σε κερδίζουν. Ο Ταρκόφσκι που έκανε ενδοσκόπηση της ανάγκης του για σκηνοθεσία, ακριβώς επειδή το καθεστώς της Μόσχας προσπαθούσε να τον πείσει ότι δεν είναι σκηνοθέτης, οριοθέτησε τη δημιουργία ως μια ανάγκη του ανθρώπου να αποδείξει ότι κουβαλάει κάτι από το κατ εικόνα και ομοίωση του Θεού μέσα του – κατέληξε δηλαδή στο κάπως χριστιανικό συμπέρασμα ότι ο δημιουργός είναι Δημιουργός, αφού δια της έμπνευσης σμιλεύει το χρόνο ξεπερνώντας τον και διεκδικώντας το μερίδιο στην Αθανασία που έχει μόνο ο Υψιστος. Δεν ξέρω αν ο Ταρκόφσκι ήξερε τον Τόλκιν: πιθανόν ναι πιθανόν και όχι. Αν τον ήξερε νομίζω ότι θα εξηγούσε τη μετατροπή του συντηρητικού βρετανού φιλόλογου σε αρχιτέκτονα ενός σύμπαντος, με την ίδια περίπου συνεπαγωγή: δημιουργούμε γιατί νοιώθουμε παιδιά ενός Θεού που μας έχει προικίσει, όχι μόνο με τη δύναμη της λογικής, αλλά και με το φως της έμπνευσης.Προσοχή όμως: η έμπνευση του Τόλκιν, που στην προκειμένη περίπτωση είναι ο βρετανικός μύθος του Βασιλιά Αρθούρου και των Ιπποτών του, δεν είναι πρωτογενής ακριβώς γιατί η ιστορία του Χόμπιτ μοιάζει λίγο ξεπατικωμένη. Στην περίπτωση του Βρετανού λογοτέχνη και λογοπλάστη η δημιουργία, δηλαδή ο κόσμος του, μετρά περισσότερο από την έμπνευσή του, δηλαδή τον ίδιο το μύθο.Διαβάζοντας κάποια χρόνια πριν για τον Τόλκιν, προσπαθώντας να λύσω το μυστήριο, ανακάλυψα ότι κουβαλούσε κάποιες τραυματικές εμπειρίες μετά την θητεία του στο στρατό και τη συμμετοχή του στα φρικτά δρώμενα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου κατά τη διάρκεια του οποίου είδε όλους σχεδόν τους παιδικούς του φίλους να πεθαίνουν. Σοκ του προκάλεσαν και οι θηριωδίες του δεύτερου παγκοσμίου Πολέμου. Αυτή η λεπτομέρεια φώτισε λίγο παραπάνω στα μάτια μου την παράξενη δημιουργικότητα του: ο Τόλκιν πήρε ένα βρετανικό μύθο και έχτισε ένα κόσμο φίλων, προς αντικατάσταση όσων έχασε. Ισως να τον γέμισε με ξωτικά για να μην υπάρχουν πολλές συγκρίσεις με τους ανθρώπους: στο Χόμπιτ, που προηγείται της τριλογίας του Δαχτυλιδιού, υπάρχουν Χόμπιτ και Νάνοι, Μάγοι και Δράκοι, Ξωτικά και εξώκοσμα τελόνια, Ορκ, και Ρουρκ και κανείς σχεδόν κανονικός άνθρωπος. Ισως ο Τόλκιν αποφάσισε να δημιουργήσει ένα μεγάλο καταφύγιο στο οποίο ο θρίαμβος των παραδοσιακών αξιών, του Καλού, της Φιλίας, της Αγάπης κτλ, να γιάτρευε τελικώς τον πόνο του. Ετσι στη δική του περίπτωση, δεν υπήρξε έμπνευση αλλά ανάγκη, και γι΄ αυτό ο ίδιος δεν αναλώθηκε στη μυθοπλασία (που παραμένει ανάλογη δεκάδων άλλων όμοιων ηρωικών περιπετειών), αλλά στις λεπτομέρειες του σύμπαντός του: ο Τόλκιν έφτιαξε με πολλές μικρές εγκεφαλικές ψηφίδες τον κόσμο του και μάλλον βρήκε σε αυτόν μια σταλιά ευτυχίας. Και ίσως για αυτό τα βιβλία του γνώρισαν την αγάπη από τη νεολαία του ‘60, αλλά και από αυτή του 2000: για διαφορετικούς λόγους κι αυτή ζητούσε τα δικά της καταφύγια, έστω κι αν ξεκινούσε να τα βρει από διαφορετικές αφετηρίες.Πολλά χρόνια μετά ο Πήτερ Τζάκσον αποφάσισε να μεταφέρει στην οθόνη τις ιστορίες που βοήθησαν τον Τόλκιν να καταπραΰνει τους πόνους του. Στην τριλογία του Αρχοντα των Δαχτυλιδιών, ο σκηνοθέτης παιδεύτηκε να βρει την έμπνευση που θα τον βοηθήσει να κατασκευάσει το Μεγάλο Παραμύθι και μοιραία αγχώθηκε από την προσοχή στην κατασκευή της ιστορίας, την οποία όφειλε να φωτίσει από τη δική του σκοπιά: ό,τι είναι σημαντικό σε ένα βιβλίο δεν είναι πάντα σημαντικό στην μεταφορά του.Ο Τζάκσον είχε ένα κείμενο που έπρεπε να αποδώσει κι ένα σύμπαν κάποιου άλλου που έπρεπε να οπτικοποιήσει: όσοι αγαπάνε τα παραμύθια συγκινήθηκαν από την προσπάθεια, όσοι αγαπάνε τα βιβλία ήθελαν άλλες εικόνες και ίσως κι άλλες προτεραιότητες. Στην επιστροφή του στους μύθους του Τόλκιν ό Τζάκσον δεν είχε πια την καταπιεστική υποχρέωση της σύνθεσης, αλλά έπρεπε απλά να φωτίσει τις λεπτομέρειες – ακριβώς όπως ο Τόλκιν όταν αποφάσισε να χτίσει το σύμπαν του! Το σύμπαν του Τζάκσον είναι μετά την τριλογία του Δαχτυλιδιού γνωστό, δεν υπάρχει η ανάγκη της κατασκευής, αλλά η ανάγκη της αφήγησης κι αυτό είναι το όριο της νέας τριλογίας: σε αυτή ο Τζάκσον πρέπει όπως ο Τόλκιν να μας μιλήσει για τις αξίες, ώστε να μας πείσει ότι ο δίκαιος κόσμος του Χόμπιτ μπορεί να είναι και το δικό μας καταφύγιο.Το κατορθώνει; Θα το μάθουμε στο τέλος της τριλογίας, όμως ένα πρόβλημα υπάρχει στο Χόμπιτ και είναι ένα πρόβλημα υπέροχο. Tο βιβλίο του Τόλκιν είναι το πρώτο μιας μεγάλης σειράς: αποτελεί μια μυστηριακή σχεδόν εισαγωγή στον κόσμο του. Ο Τόλκιν εδώ καταθέτει το ονειρικό του ντελίριο, πριν του δώσει στον Αρχοντα τη φόρμα της μεγάλης περιπέτειας: ο Τζάκσον όμως έχει πάει ανάποδα! Ετσι το Χόμπιτ του δεν μπορεί να βρει την αυθεντικότητα του βιβλίου του Τόλκιν καθώς ο κινηματογραφικός Αρχοντας των Δαχτυλιδιών που έχει προηγηθεί, μας έχει υποχρεώσει να καταναλώσουμε κάθε εικόνα και κάθε έμπνευση. Ο Τζάκσον διηγείται ένα παραμύθι και το κάνει τίμια – όμως δεν μπορεί να κινηματογραφήσει το δημιούργημα γιατί αυτό το έχει ήδη αποδώσει. Κι έτσι αυτή τη φορά ο κόσμος δεν έχει εκπλήξεις και μυστικά – πράγμα άδικο. Κυρίως για μας που από αυτά έχουμε ανάγκη…
Keywords
Τυχαία Θέματα