Η αναβίωση της διάκρισης δεξιά – αριστερά στην Ελλάδα

Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου
Ευτυχώς η απολιτική, παραπλανητική, νεοφιλελεύθερη συναίνεση στο κέντρο υποχωρεί δειλά-δειλά ως κυρίαρχη αφήγηση στην Ελλάδα και η διάκριση αριστερά-δεξιά επανασχηματοποιείται σε άλλη βάση από εκείνη την μεταπολιτευτική (1974). Ασφαλώς πολιτικοί, άσχετοι με την πολιτική θεωρία και εμπειρία της ανθρωπότητας δεν αντιλαμβάνονται τι ακριβώς συμβαίνει, αν και .............διαισθάνονται τι πρέπει να κάνουν για να υπάρξουν την νέα
εποχή που ανατέλλει για το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Παραδοσιακοί πολιτικάντηδες νοιώθουν ότι η πολυδιάστατη κρίση στη χώρα προκαλεί κρίση πολιτικών ταυτοτήτων και εξολοθρεύει τους βασικούς φορείς του δικομματισμού (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), οι οποίοι κυρίως μετά το 1990 συνέκλιναν σε ένα κοινό τόπο νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Με την ιδιαιτερότητα ότι αυτές εξυπηρετούσαν και δεν ανέτρεπαν το πελατειακό κράτος. Όσες φορές ο νεοφιλελευθερισμός της κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς τόλμησε να συγκρουστεί με καλοδομημένα πελατειακά συμφέροντα, είτε υποχώρησε, είτε ηττήθηκε οδηγώντας σε αλλαγή κυβέρνησης στο πλαίσιο ασφαλώς του δικομματισμού.
Η δηλητηριώδης αυτή μίξη του κράτους πατρωνίας με τον νεοφιλελευθερισμό κόστισε πολύ στον ελληνικό λαό σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνον στο οικονομικό. Την ύστερη μεταπολίτευση η θατσερική πολιτική αναμίχθηκε με τον «τρίτο δρόμο», την «πολιτική του μεσαίου χώρου» και τον «τέταρτο δρόμο», που αποτελούν μίγματα νεοφιλελεύθερων πολιτικών με διαφορετική δόση και κατεύθυνση κομματικής πατρωνίας, όπως και διαπλοκής.
Σε όλες τις περιπτώσεις στο όνομα της «κάθαρσης», του «εκσυγχρονισμού» της «επανίδρυσης του κράτους», της «ελαστικοποίησης», της «διαβούλευσης» και της «υπευθυνότητας», προκλήθηκε ένας ανεπανάληπτος αποκλεισμός των λαϊκών στρωμάτων και ουσιαστική περιθωριοποίηση της αριστεράς. Όλα αυτά όμως με λανθάνοντα τρόπο, ύπουλα και στο πλαίσιο των αυτονοήτων ενός lifestyle ευημερίας, που κόστιζε πάντως ακριβά, επιβαρύνοντας το δημόσιο χρέος και τον ιδιωτικό δανεισμό, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό καθοριζόταν από την διαπλοκή και τις κομματικές ισορροπίες του πελατειακού κράτους. Μέσα σε αυτό το κλίμα και με τα ΜΜΕ στα χέρια των διαπλεκομένων, τα αιτήματα του κινήματος των εργαζομένων αντιμετωπίζονταν ως «οπισθοδρομικά» αν όχι «αντιδημοκρατικά» και οι πολιτικοί φορείς αυτών των διεκδικήσεων ως γραφικοί, ξεπερασμένοι και νοσταλγοί του εξαφανισμένου υπαρκτού σοσιαλισμού. Το ύφος των αριστερών κομμάτων και η απολύτως «θεοκρατική», λαοκρατική αφήγηση του ΚΚΕ, ζημίωναν τον δίκαιο αγώνα τους υπέρ των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων και απαξιώνονταν εύκολα από την άπληστη, υπερφίαλη δομή της πολιτικομεγαλοεπιχειρηματικής τάξης της χώρας μας, που ζούσε κυριολεκτικά δίχως αντίπαλο, τον «μύθο της στην Ελλάδα».
Ο μύθος αυτός στηριζόταν στην εντύπωση του μονοδιάστατου κόσμου, των μονόδρομων και της έλλογης συναίνεσης, όπου κάθε δυνατότητα μετασχηματισμού των σχέσεων εξουσίας είχε διαγραφεί. Ένα απολύτως αγοραίο πολιτικό κέντρο βασίλευε, προβάλλοντας ένα εξίσου χυδα
Keywords
Τυχαία Θέματα