Πούτιν και Ερντογάν μαζί μπορούν να προσφέρουν στην ειρήνη, αν συμφιλιωθούν με την δημοκρατία!

Επισημαίνει ο Δημήτρης Α. Γιαννακόπουλος
Ένας πολυπολικός κόσμος θα μπορούσε να υπάρξει ως ειρηνικός κόσμος για την ενίσχυση της ελευθερίας και της ισότητας, στο βαθμό που οι ειρηνιστές επικρατήσουν των μιλιταριστών στην ευρύτερη ευρασιατική ζώνη και στο μέτρο που Πούτιν και Ερντογάν πραγματοποιήσουν αυτά τα οποία διακήρυξαν χθες κατά την συνάντησή τους στην Αγία Πετρούπολη, με παράλληλο αυτοπεριορισμό των τάσεων αυταρχισμού και αυτοκρατορισμού στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική των δύο αυτών περιφερειακών δυνάμεων.
Η σημασία της Ελλάδας
σε αυτό το πολυπολικό πλαίσιο θα ήταν κρίσιμη και ασφαλώς σημαντικότερη για την σταθερότητα του παγκόσμιου συστήματος ασφαλείας σε σχέση με την μονοπολική ηγεμονία ή την μονο-πολυπολική ηγεμονία [μια υπερδύναμη (ΗΠΑ) με 5-6 μεγάλες δυνάμεις (ΕΕ, Κίνα, Ρωσία, Ινδία, Τουρκία, Βραζιλία)]. Αυτό δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό στην Ελλάδα, καθώς το κυρίαρχο πολιτικό αφήγημα εγκλωβίζει τον ελληνικό λαό σε μια διάσταση εθνικής ταυτότητας που..... δομείται και αναδομείται σχεδόν αποκλειστικά στην αντίθεση /αντιπαλότητα έως εχθρότητα με την Τουρκία.

Αν οι ελληνικές πολιτικές πρακτικές και ο πολιτικός λόγος που τους προσδίδει σημασία δεν ξεφύγουν από αυτό το στερεότυπο, η ηγεσία της χώρα μας δεν θα μπορέσει να ενδυναμώσει, υπέρ της ελληνικής κοινωνίας, τον ρόλο της σε αυτή την παγκόσμια συγκυρία, όπου η γεωπολιτική τάξη βρίσκεται υπό αναθεώρηση, ενώ το μεταβιομηχανικό και μετανεωτερικό φαινόμενο έρχεται να μεταβάλει ριζικά τις ίδιες τις έννοιες και τα κριτήρια που ορίζουν γεωπολιτικώς τη σύγχρονη παγκοσμιοποίηση.
Όσοι με (συμπλεγματικούς) όρους του παρελθόντος ατενίζουν το μέλλον, είναι καταδικασμένοι να ηττηθούν και να εξασθενίσουν στο μέλλον και στην Ελλάδα δυστυχώς η εθνική συνείδηση δεν έχει κάνει σοβαρά βήματα «αποθεραπείας» από την εθνικιστική ψύχωση. Η Τουρκία είναι ανταγωνιστής της Ελλάδας στην γεωπολιτική περιοχή μας σε μια σειρά ζητημάτων, αλλά όχι εχθρός με τα χαρακτηριστικά του παραδοσιακού ελληνικού εθνικισμού. Η Ρωσία, από την άλλη, θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται επίσης ώριμα και όχι μυθικά, μυθοπλαστικά ή παραπλανητικά. Είναι μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη που θα μπορούσε να έχει βαθιές σχέσεις συνεργασίας και αλληλοσεβασμού με την Ελλάδα, στο βαθμό που η μια πολιτική ηγεσία δεν χρησιμοποιεί την άλλη καιροσκοπικά και συχνά στο πλαίσιο κάποιας προβοκάτσιας. Καλό είναι μάλιστα να συνειδητοποιήσουμε πως είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα να επιτρέψουμε στην Ορθοδοξία να κάνει πολιτική μεταξύ των δύο χωρών, που μοιράζονται πράγματι πολλά από την κοινή πολιτισμική κληρονομιά της Ορθοδοξίας. Άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Αν μπερδέψουμε αυτά τα δύο, θα επιτρέψουμε στην παραπολιτική να κυριαρχήσει επί της εξωτερικής μας πολιτικής και σε διάφορους «περίεργους» Δυτικούς ή Ρώσους, που αγωνίζονται για την φαρσοειδή αναβίωση του ψυχρού πολέμου, να νομιμοποιήσουν πολιτικώς τις θρησκευτικού χαρακτήρα κατηγορίες με τις οποίες χωρίζουν αυθαιρέτως τον κόσμο και τους λαούς.
Δεν είναι «ανιστόρητη συμμαχία» η επιχείρηση Πούτιν και Ερντογάν να δρομολογήσουν την ειρήνη αντί για τον πόλεμο στις σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας. Αντίθετα αυτό σημαίνει ιστορική εξέλιξη στη βάση ενός γνωστικού μοντέλου που έχει επεξεργαστεί συγκρούσεις του παρελθόντος και εχθροπραξίες του παρόντος, για την παραγωγή ειρήνης και όχι πολέμου. Δεν είναι ο πόλεμος και η καταστροφή της βιόσφαιρας η μοναδική ιστορία της ανθρωπότητας, είναι και η ειρήνη, η συμφιλίωση, η αμοιβαία κατανόηση, ο συμβιβασμός και οι νέοι θεσμοί που περιορίζουν την πιθανότητα συγκρούσεων με στρατιωτικά μέσα.
Αλήθεια, τον έλληνα δεξιό, κεντρώο ή αριστερό σε τι τον «χαλάει» αυτό; Αφού η πλειονότητα των ελληνικών ΜΜΕ έδειξε να απογοητεύεται από την αποτυχία των στρατιωτικών να καταλάβουν με τα όπλα την πολιτική εξουσία στην Τουρκία και αφού «σνόμπαρε», όπου δεν ειρωνεύτηκε απαξιωτικά, την πρωτοφανή λαϊκή υποστήριξη του τουρκικού λαού προς τον Ερντογάν και τον πολιτικό κόσμο (κυβέρνηση και αντιπολίτευση), κατέληξε σήμερα να υποβιβάζει - όταν δεν δυσφορούν ανοιχτά - την ιστορική πρωτοβουλία Πούτιν και Ερντογάν να ξανακτίσουν αυτό που απειλήθηκε με γκρέμισμα από δικά τους λάθη και καιροσκοπισμούς, σε μια διεθνή σκακιέρα όπου οι ίδιοι έπαιζαν – και συνεχίζουν να παίζουν - χωρίς, ωστόσο, να είναι αυτοί που έχουν τον έλεγχο. Γιατί; Πρόκειται για ηλιθιότητα ή για κρίση στο εθνοδουλικό μας ασυνείδητο, το οποίο συνδέει διαχρονικά την εθνική μας ταυτότητα με την πατρωνία;
Είναι αντικειμενικά καλή είδηση για την Ελλάδα, αγαπητέ αναγνώστη, η επαναπροσέγγιση του Πούτιν με τον Ερντογάν, εκτός αν την δούμε με τους εθνικιστικούς παραμορφωτικούς φακούς μας. Αυτή η είδηση είναι καλή επίσης και για κάθε προοδευτικό ευρωπαίο ή βορειοαμερικανικό, που ασφαλώς αντιλαμβάνεται πως η επιβίωση στον πλανήτη θα πρέπει να αποσυνδεθεί από την απαίτηση στρατιωτικο-οικονομικών συμφερόντων στις ΗΠΑ ή/και στην Ευρώπη για παγκόσμια κυριαρχία/μονοκρατορία. Η Ελλάδα είναι οργανικό μέρος του Ευρωπαϊκού Πόλου. Αλλά το ότι αυτή ανήκει γεωπολιτικώς εκεί δεν σημαίνει πως το εθνικό της συμφέρον πρέπει να ταυτίζεται με αυτούς που με ελεγχόμενο πόλεμο, σχεδιασμένες οικονομικές κρίσεις, πραξικοπήματα και διαρκείς αναθεωρήσεις συνθηκών ασφαλείας, επιχειρούν να επιβάλουν την ηγεμονία τους. Σε ό, τι αφορά αυτή καθ΄εαυτή την επαναπροσέγγιση Πούτιν- Ερντογάν, θα ήμουν απολύτως βέβαιος πως είναι μια κίνηση υπέρ της ειρήνης μεσο-μακροπρόθεσμα, στο βαθμό που έβλεπα σημάδια εκδημοκρατισμού και στις δύο χώρες. Η αναδόμηση και εμβάθυνση της συνεργασίας Ρωσίας-Τουρκίας δίνει «όπλα» και στα δύο καθεστώτα, που χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό αυταρχικότητας σήμερα, να αναπτύξουν ένα πρόγραμμα εκδημοκρατισμού και πολιτικοκοινωνικής φιλελευθεροποίησης άμεσα και με προοπτική δεκαετίας. Αυτό είναι η αναγκαία συνθήκη για να αποδώσει η συνεργασία τους με αναμφισβήτητους όρους ειρήνης και κοινωνικής προόδου. Μια υπόθεση που αφορά άμεσα και στην Ελλάδα
Keywords
Τυχαία Θέματα