Αφιέρωμα – 100 χρόνια από τη συνθήκη της Λωζάννης: Βενιζελική πολιτική δίχως Βενιζέλο

«Ο ενδεδειγμένος ανήρ εις τοιαύτην περίστασιν ίνα εξαγάγει την Ελλάδα εκ της πρωτοφανούς δυσχερούς θέσεως ήτο ο Ελευθ. Βενιζέλος. Διότι ούτος μόνος ηδύνατο να λαλήσει την γλώσσαν του δικαίου και πρέποντος εναντίον των γαλλικών αθεμιτουργιών… ως έπραξε τούτο ουχί άπαξ εν ταις τελευταίαις περιπεταίαιες του πολέμου* και τον τερματισασών τούτον συνθηκών».

*ενν. του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου

 Παύλος

Καρολίδης

Μετά τη Συνθήκη των Σεβρών κι όταν είχε ήδη χαθεί όλος ο πολύτιμος χρόνος αλλά και οι ευνοϊκές συγκυρίες, οι εκπρόσωποι του αντιβενιζελισμού αναγκάστηκαν – καθυστερημένα – να προσχωρήσουν στη βενιζελική άποψη αφού όλα έδειχναν ότι η πολιτική του Βενιζέλου έκανε πραγματικότητα την «Ελλάδα των δυο ηπείρων και των πέντε θαλασσών»…

Δυστυχώς για τη χώρα, οι αντιβενιζελικοί προσχώρησαν στη πολιτική του Βενιζέλου στην πιο ακατάλληλη στιγμή, όταν δηλαδή οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν αρχίσει να διασπώνται υπερασπιζόμενες επί μέρους συμφέροντα και στην Ελλάδα απέμενε μόνο η Βρετανία να υπερασπίζεται την εφαρμογή της Συνθήκης των Σεβρών. Παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι δεν ήταν ισχυροί από στρατιωτικής απόψεως, δεν έδειχναν διατεθειμένοι να αποδεχτούν τους όρους της συνθήκης αυτής. Από τη μεριά του, ο Βενιζέλος, παρότι έβλεπε να πραγματοποιείται το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, παρακολουθούσε ανήσυχα και τον βαθύτατα διχασμένο λαό που δεινοπαθούσε από τις συνεχείς πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Βενιζέλος απέβλεπε πλέον αποκλειστικά στην ενεργό συνδρομή της Βρετανίας προκειμένου οι όροι της ειρήνης να επιβληθούν στο πεδίο της μάχης.

Οι εκλογές της 20ής Νοεμβρίου 1920

Βασική προεκλογική υπόσχεση της αντιβενιζελικής πλευράς, της οποίας ουσιαστικά ηγείτο ο Δ. Γούναρης, εκτός από τον τερματισμό των πολεμικών συγκρούσεων ήταν η επαναφορά του βασιλιά Κωνσταντίνου, πράγμα που δυσαρέστησε εντόνως τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία από τη συμμαχία της Αντάντ. Γι’ αυτές τις δυνάμεις, η επαναφορά του Κωνσταντίνου έβαζε σε μεγάλη δοκιμασία τις σχέσεις τους με την Ελλάδα, και ουσιαστικά σήμαινε ότι αυτόματα θα έπαυε κάθε υποστήριξη προς τη χώρα. Ταυτόχρονα, θα έπαυε να ισχύει κάθε είδους δέσμευση από τη μεριά τους προς την Ελλάδα και φυσικά θα διακόπτετο κάθε οικονομική ενίσχυση. Οι προεκλογικές εξαγγελίες της αντιβενιζελικής πλευράς δυναμίτιζαν, όπως γίνεται φανερό, την εξωτερική πολιτική της χώρας, η οποία είχε χαραχτεί και βασιστεί πάνω σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο.

Στην προσπάθειά της να αποποιηθεί των ευθυνών της απέναντι στην αδυσώπητη πολιτική πραγματικότητα, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, σε μια προφανώς ανεύθυνη και επικίνδυνη εκδήλωση λαϊκισμού, επιχείρησε το χείριστο: να μεταθέσει τις πολιτικές της ευθύνες, τις απατηλές και ανόητες νωπές προεκλογικές της δεσμεύσεις στον λαό… Έτσι, με απύθμενη ανευθυνότητα και τυχοδιωκτισμό διοργάνωσε, σε μιαν εθνικά καθοριστική στιγμή, ένα δημοψήφισμα – παρωδία, το αποτέλεσμα του οποίου νοθεύτηκε επιπλέον δίχως να υπάρχει αποχρών λόγος… Η επάνοδος του βασιλιά, που θα άλλαζε τη στάση των Συμμάχων μας, επιβεβαιώθηκε από το 99% του εκλογικού σώματος. Με αυτή την πολιτική παρωδία, επανήλθε στις 6 Δεκεμβρίου στο κλεινόν άστυ ο Κωνσταντίνος – ένα μοιραίο για τον ελληνισμό, πρόσωπο – με τον λαό έμπλεο παραληρηματικού ενθουσιασμού…

Οι εξελίξεις στην πολιτική ζωή της Ελλάδας ήταν καταστροφικές, πράγμα που αποδείχτηκε στα αμέσως επόμενα χρόνια με την ολοκλήρωση της εθνικής τραγωδίας του αφανισμού του μικρασιατικού ελληνισμού: Ξηλώθηκε όλο το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Βενιζέλου και στο όνομα της αποκατάστασης των «θυμάτων της τυραννίας» αντικαταστάθηκε όλος ο κρατικός μηχανισμός εκ θεμελίων. Οι εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν σε όλους τους τομείς του δημόσιου και ιδιωτικού βίου πήραν ολοκληρωτικό χαρακτήρα. Μέσα σε αυτές, μερικές θα απέβαιναν και μοιραίες για τον ελληνισμό, όπως για παράδειγμα οι αλλαγές που έγιναν στις ένοπλες δυνάμεις όπου αντικαταστάθηκαν εμπειροπόλεμοι αξιωματικοί από άπειρους, άκαπνους και μέτριους… Οι αλλαγές στις ένοπλες δυνάμεις οδήγησαν 500 βενιζελικούς αξιωματικούς να παραιτηθούν και να καταφύγουν στην Κωνσταντινούπολη…

Ως αρχιστράτηγος στη Μικρά Ασία διορίστηκε ο Αναστάσιος Παπούλας, του οποίου το μοναδικό προσόν ήταν οι υπηρεσίες του στον παλαιοκομματισμό και η φανατική του υποστήριξη στον Κωνσταντίνο. Η ανικανότητα του αρχιστράτηγου ήταν γνωστή στους υπεύθυνους πολιτικούς και στον ίδιο τον Γούναρη, που ήταν υπουργός Στρατιωτικών. Οι αντιβενιζελικοί, που βρίσκονταν πλέον στην εξουσία, κατόρθωσαν να ικανοποιήσουν τους «δικούς» τους με τις ριζικές αλλαγές που επέφεραν αλλά και τις σκληρές διώξεις των μισητών τους αντιπάλων. Ωστόσο, η βασική προεκλογική τους υπόσχεση, που ήταν η απεμπλοκή της χώρας από τους πολέμους και η πολυπόθητη αποστράτευση, έμενε σε εκκρεμότητα.

Καθώς το μικρασιατικό ζήτημα ήταν παρόν και έπρεπε να δοθούν λύσεις, δεν προβλεπόταν για κανέναν λόγο ο τερματισμός των πολεμικών συγκρούσεων – συνεπώς και της υποσχεθείσας αποστράτευσης. Οι αντιβενιζελικοί καλούντο από τη μεριά της σκληρής πραγματικότητας να χειριστούν τη βενιζελική πολιτική οι ίδιοι! Γούναρης και Πρωτοπαπαδάκης, ασήμαντα πολιτικά μεγέθη, προσπαθούσαν να πείσουν τους Βρετανούς κυρίως, όπως αναφέρει ο Μαυρογορδάτος στο βιβλίο του «1915, Ο Εθνικός Διχασμός», ότι μπορούσαν να τα καταφέρουν καλύτερα από τον Βενιζέλο… Ήταν τόσο το μίσος της αντιβενιζελικής πτέρυγας εναντίον του Εθνάρχη που δεν δίστασαν να ομολογήσουν στην Εθνοσυνέλευση ότι προτιμούσαν την καταστροφή στη Μικρά Ασία παρά την επάνοδο του Βενιζέλου!

Χαρακτηριστική είναι και η εντύπωση που είχαν σχηματίσει οι Σύμμαχοι την άνοιξη του 1920. Όπως σημειώνει ο Σωτήρης Ριζάς στο έργο του «Το Τέλος της Μεγάλης Ιδέας», ο Γάλλος ναυτικός ακόλουθος παρατηρούσε ότι «δεν διέθεταν όμως κανένα σχέδιο για την εκστρατεία τους, ούτε την ενότητα κατεύθυνσης. Επρόκειτο για έναν εσμό ατόμων χωρίς συντονισμό και χωρίς καμιά πολιτική συγγένεια»…

Ενδεικτικό της μισαλλοδοξίας που επικρατούσε την περίοδο που ακολούθησε τις καταστροφικές εκλογές της 20ής Νοεμβρίου 1920, είναι το απόσπασμα από το βιβλίο του Μαυρογορδάτου «1915, Ο Εθνικός Διχασμός» που ακολουθεί:

«Την πιο αξιόπιστη και εύγλωττη αποτύπωση της νοοτροπίας αυτής προσφέρουν οι εμπιστευτικές συνομιλίες του Δ. Γούναρη, του Π. Πρωτοπαπαδάκη, του Ν. Θεοτόκη και του Α. Εξαδάκτυλου στις 25 και ιδίως στις 29 Μαρτίου 1921 με τον Ι. Μεταξά (που κατέγραψε ο ίδιος), όταν προσπάθησαν μάταια να του φορτώσουν την ουσιαστική ευθύνη για τη διεξαγωγή ενός πολέμου στον οποίο ήταν αντίθετος από το 1915. Μόλις είχε αναλάβει η κυβέρνηση Γούναρη, με υπουργό Οικονομικών τον Πρωτοπαπαδάκη και υπουργό Στρατιωτικών τον ανίδεο Θεοτόκη (όπως δεν έπαυε να δηλώνει ο ίδιος). Μιλώντας για τον κίνδυνο να επανέλθει ο Βενιζέλος αν αυτοί αποτύχουν, ο Γούναρης έφτασε στο σημείο να επικαλεστεί τα ατομικά του συμφέροντα: “Εμέ προσωπικώς, τι με μέλλει; Ένας άνθρωπος είμαι. Δεν έχω παρά να πάρω τον δρόμον μου οπουδήποτε. Αλίμονον σ’ εσάς που έχετε δεσμούς και περιουσίαν”. Μπροστά σε μια τόσο απροκάλυπτη επίκληση ιδιοτέλειας, ξέσπασε ο Μεταξάς: “Εις το κάτω-κάτω, εάν μόνον διά του Βενιζέλου θα ήτο δυνατόν να σωθή η Ελλάς, ας έλθει ο Βενιζέλος. Πρέπει να υπάγη ο τόπος μας εις τον διάβολον δια να μην έλθει ο Βενιζέλος;”»…

Διαβάστε επίσης:

Οι στόχοι του ΠΑΣΟΚ στις αυτοδιοικητικές

Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο

Οι Κροάτες χούλιγκαν «πλήγωσαν» ΕΛ.ΑΣ. και κυβέρνηση

Keywords
Τυχαία Θέματα
Αφιέρωμα – 100, Λωζάννης, Βενιζελική, Βενιζέλο,afieroma – 100, lozannis, venizeliki, venizelo