Δεν θα περπατήσει το «σχέδιό» τους για την νεολαία

Όλο αυτό το διάστημα η κυβέρνηση απέδειξε ότι σε αρκετούς τομείς κινείται με σχέδιο. Πάρτε για παράδειγμα τα ΜΜΕ. Η κυβέρνησή μας είχε νομοθετήσει την υποχρέωση να καταβάλλουν χρήματα για τη χρήση των συχνοτήτων -ένα δημόσιο αγαθό που εξασφαλίζει πλούτο στους επιχειρηματίες- και να λειτουργούν με τουλάχιστον 400 άτομα προσωπικό.

Η σημερινή κυβέρνηση πρώτα τους μοίρασε χρήματα με δικαιολογία την πανδημία, πληρώνοντας κάτι που όφειλαν να κάνουν δωρεάν. Κατόπιν τους απάλλαξε από τις δικές τους εισφορές προς το δημόσιο ταμείο. Τώρα

τους διευκολύνει ακόμα περισσότερο, κατεβάζοντας τον ελάχιστο αριθμό των εργαζομένων. Πολιτικά, φτάνει να διώκει τον Νίκο Παππά, το μόνο υπουργό στην ιστορία που έθεσε κανόνες προς όφελος του δημοσίου. Σήμερα οι καναλάρχες βλέπουν με τρόμο την πιθανότητα να επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και να τεθούν ξανά όροι στη λειτουργία των καναλιών τους. Η συμπόρευσή τους με την κυβέρνηση είναι μετρήσιμη στη στήριξη που της παρέχουν καθημερινά.

Εκεί που το σχέδιο της ΝΔ είναι μεν εξίσου εξώφθαλμο αλλά ταυτόχρονα πολύ πιο δύσκολο να εφαρμοστεί με επιτυχία, είναι στην αντιμετώπιση της νεολαίας. Τι έχει επιφυλάξει ως τώρα για τους νέους η κυβέρνηση; Μέσα σε ένα 18μηνο το υπουργείο Παιδείας επιδόθηκε σε μονομερή νομοθέτηση, με μόνο στόχο την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα. Τα εκπαιδευτήρια απέκτησαν προνόμια που αντιστρατεύονται την ισότητα των Ελληνόπουλων στη μόρφωση, ενώ τα κολέγια, αν και στα βάραθρα -τα περισσότερα- των διεθνών αξιολογήσεων, είδαν το πτυχίο (το προϊόν τους, δηλαδή) να βαπτίζεται ισότιμο με εκείνο των δημοσίων πανεπιστημίων.

Ως καλοζυγισμένο επόμενο βήμα, η κυβέρνηση με τη βάση εισαγωγής στο δημόσιο πανεπιστήμιο περικόπτει από φέτος ένα 25% περίπου των εισακτέων, για «να μην μπαίνουν με λευκή κόλλα». Ψέμα που επανέλαβαν «καρμπόν» όλοι οι βουλευτές της ΝΔ από το βήμα της Βουλής: κανείς δεν μπαίνει με λευκή κόλλα στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Σίγουρα, όχι το 25% των αποφοίτων λυκείου. Κυρίως, κανείς δεν αποφοιτά από αυτό παραδίδοντας λευκές κόλλες ως φοιτητής. Την ίδια ώρα, το υπουργείο δεν θέτει βάση εισαγωγής στα ιδιωτικά κολέγια. Ο ιδιωτικός τομέας λοιπόν, άλλη μια φορά κρατικοδίατος, δεν θα προσελκύσει φοιτητές λόγω της ποιότητάς του, αλλά γιατί κλείνει τεχνητά ένας δρόμος για μερικές χιλιάδες νέες και νέους της χώρας.

Δεν περιορίστηκε εκεί η κυβέρνηση. Κήρυξε όλο αυτό το διάστημα γενικευμένο πόλεμο στη νεολαία, σε κάθε χώρο που συχνάζει και σε κάθε έκφρασή της. Δίχως ντροπή, κατηγόρησε τους νέους ως ανεύθυνους μεταδότες του κορονοϊού, επειδή μετά από τρεις μήνες εγκλεισμού συναντήθηκαν με συμμαθητές και φίλους στις πλατείες. Τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ σχολίαζαν με φρίκη τις εικόνες των νέων με μια μπύρα στο χέρι και τα ΜΑΤ κατέφθασαν με πλήρη εξάρτυση. Κουβέντα βέβαια, για το ότι το 90% των τουριστών μπήκαν το καλοκαίρι στη χώρα χωρίς αρνητικό τεστ.

Αμέτρητες είναι πλέον οι καταγγελίες στα κοινωνικά δίκτυα (ένα μέσο επικοινωνίας και ενημέρωσης που η κυβέρνηση επιδιώκει, αλλά δεν μπορεί εξίσου εύκολα να ελέγξει) για αυθαίρετες επιθέσεις της αστυνομίας σε νέα παιδιά, συνήθως εξαιτίας της εμφάνισής τους ή με αφορμή την εγγυημένη από το Σύνταγμα συμμετοχή τους σε δημόσιες διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Καμιά φορά, επειδή απλώς είναι νέοι. Είδαμε προχτές την αστυνομία στη Λάρισα να σπάει στο ξύλο μέχρι και ανηλίκους -αλλά κάθε φορά μια νέα είδηση ξεπερνά σε αγριότητα την προηγούμενη. Ως κορύφωση, η ΝΔ νομοθέτησε τη λειτουργία μέσα στα πανεπιστήμια κέντρων διαρκούς παρακολούθησης των φοιτητών μαζί με την ίδρυση αστυνομικών τμημάτων, πιστεύοντας ότι έτσι θα βάλει στον πάγο ένα χώρο που θεωρούσε πάντοτε πολιτικά εχθρικό, σε ολόκληρη τη Μεταπολίτευση. Φοβάται φυσικά και την κοινωνική έκρηξη που σιγοβράζει.

Το τι θέλει η ΝΔ είναι ξεκάθαρο: Να ανατρέψει τη δημοσκοπική υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα της Αριστεράς, στους νέους. Γνωρίζει ότι το 2015 οι νέοι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ με αναλογία 2 προς 1 έναντι της ΝΔ, ενώ ακόμα και τον Ιούλιο 2019 που ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τις εκλογές, κέρδισε την κατηγορία ψηφοφόρων 17-34 ετών με διαφορά 8% πανελλαδικά. Το ζήτημα όμως δεν είναι -φυσικά- τι θέλει η ΝΔ, αλλά αν οι προσπάθειές της θα έχουν το αποτέλεσμα που επιδιώκει.

Κι αυτό γιατί μια πολιτική δεν χωράει όλους και όλα τα κοινωνικά στρώματα. Η επίθεση στη νεολαία με τις αγριότητες της αστυνομίας, με την εναντίον τους λοιδορία από μερίδα δημοσιογράφων, με τον περιορισμό της δυνατότητάς τους να αποκτούν καλή και ευρεία μόρφωση και να διεκδικούν αύριο δουλειά με καλύτερους όρους και αμοιβές, αποδεικνύεται για τη συντηρητική παράταξη αδιέξοδη. Ο «νόμος και τάξη», το ξύλο και ο αυταρχισμός, έχουν κύριο στόχο άλλο εκλογικό κοινό. Εκείνο που έχει τρομοκρατηθεί από την πανδημία σε συνέχεια μάλιστα της μακράς οικονομικής κρίσης, έχει απομονωθεί σπίτι και βομβαρδίζεται από τα ΜΜΕ για τα «τέρατα» που δήθεν συμβαίνουν στους χώρους που συχνάζει ή μορφώνεται η νεολαία.

Απέναντι σ’ αυτή την πολιτική οι αντιστάσεις των νέων είναι ισχυρές. Δεν δέχονται την κοινωνική τους περιθωριοποίηση, την περιφρόνηση από την εξουσία και τους υμνητές της, το χτύπημα στη μόρφωση και στην έκφραση -βασικά δικαιώματά τους. Ξέρουν μάλιστα από πρώτο χέρι, ότι αυτοί που κρατάνε για δυο ακαδημαϊκά έτη κλειστές τις σχολές τους χωρίς να κάνουν την παραμικρή προσπάθεια να λειτουργήσουν έστω και τμηματικά, με κανόνες και μέτρα, δεν είναι άνθρωποι που νοιάζονται για το μέλλον τους. Αποδείχθηκε τι πιστεύουν οι νέοι γι’ αυτούς, όταν σε πρόσφατη (Μάρτιος) δημοσκόπηση της Μέτρον Ανάλυσις δυο στους τρεις πολίτες 17-34 ετών απάντησαν ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί την πανδημία ως πρόσχημα για να πλήξει τα δημοκρατικά τους δικαιώματα.

Σήμερα η νεολαία μας βιώνει μια πρωτόγνωρη, μετά από καιρό, έκρηξη του «εμείς». Νοιάζεται όχι μόνο για το μέλλον της, όπως είναι απολύτως θεμιτό, αλλά για την κοινωνία, τον αδύναμο συμπολίτη, τον πρόσφυγα, το περιβάλλον, τις αξίες της Δημοκρατίας. Η ΝΔ δεν μπορεί να κερδίσει τον πόλεμο που έχει ανοίξει με την νεολαία. Πόνταρε στον ατομισμό. Όμως, με την πολιτική της που δημιουργεί κοινωνικές ανισότητες, έχει δημιουργήσει μια νέα συλλογικότητα και μια νέα πολιτικοποίηση στο χώρο της νεολαίας. Έσπειρε ανέμους και θα δούμε σε λίγο τι θα θερίσει.

*Ο Νίκος Φίλης είναι τομεάρχης Παιδείας και βουλευτής Α Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ

Keywords
Τυχαία Θέματα