«Έντα Γκάμπλερ» του Χένρικ Ίψεν

Είναι όμορφη, παγερή, εγωκεντρική, νευρωτική, ανικανοποίητη και ψυχικά αφυδατωμένη. Μια ναρκισσιστική προσωπικότητα, που παραδίδεται σαδομαζοχιστικά στον αυτοκαταστροφικό της οίστρο. Και ταυτόχρονα μια ρομαντική φύση, για την οποία η πραγματικότητα θεωρείται μόνο μία πρόφαση της φαντασίας να εκφράσει τον εαυτό της, να κατασκευάσει τα πράγματα όπως αυτή θα τα ήθελε.

Ωστόσο τίποτα δεν μπορεί να απελευθερώσει την Έντα Γκάμπλερ από τους πνιγηρούς κοινωνικούς ρόλους που την εγκλωβίζουν: εξαρτημένη σύζυγος, μητέρα και οικοδέσποινα. Κατ’ επέκταση η ανία είναι το καταφύγιό

της.

Ένας συμβατικός γάμος είναι άραγε η διέξοδος; Επιστρέφοντας από τον μήνα του μέλιτος στο υπό ανακαίνιση, ημιτελές σπίτι της επιστρατεύει την ειρωνεία, την αδράνεια και τον αρνητισμό για να συγκρατήσει τον εσωτερικό της κόσμο, που είναι έτοιμος να σωριαστεί. Ούτε ο σύζυγός της Γέργκεν Τέσμαν, που τη λατρεύει – ένας άνδρας αφελής, πληκτικός, φιλόδοξος και απόλυτα αφιερωμένος στη δουλειά του –, ούτε το περιβάλλον της – ο κυνικός δικαστής Μπρακ, η χειριστική θεία, ακόμη και η «απελευθερωμένη» Τέα Ελβστεντ – ξεφεύγει από την ασυμβίβαστη κυριαρχία του κοινωνικού συστήματος.

Μόνη χαραμάδα ελπίδας η συνάντησή της με τον ανεκπλήρωτο έρωτα της νεότητάς της, τον ευάλωτο, ηττημένο Άιλερτ Λέβμποργκ, που, όμως, διαψεύδει για άλλη μια φορά τις φαντασιακές προσδοκίες της. Στο τέλος, αυτοκτονεί και η αυτοχειρία της είναι μια πράξη αντίστασης στις στείρες μικροαστικές αντιλήψεις που η κοινωνία επιφυλάσσει στο «ασθενές φύλο» ακόμη και σήμερα.

Το εξαιρετικό έργο του Ίψεν σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς μέσα σε έναν χώρο υπό κατασκευή, που οι άβαφοι τοίχοι του αποπνέουν τη μυρωδιά από νωπό στόκο, στοίβες βιβλίων γεμίζουν το πάτωμα και κάποιες μίζερες γλάστρες διαφημίζουν τη μοναξιά τους, αντικατοπτρίζοντας την ψυχική κατάσταση της ηρωίδας. Μόνο τα όπλα του πατέρα της έχουν τοποθετηθεί σε σημαίνουσα θέση, αναδεικνύοντας την καθοριστική σχέση της μαζί του (σκηνικό Μαρία Πανουριά). «Η προσωπικότητά της ορίζεται ως κόρη ενός πατέρα κι όχι ως σύζυγος ενός άντρα» επισήμανε, εξάλλου, ο Νορβηγός συγγραφέας, σχολιάζοντας τον τίτλο του έργου του.

Τη στατική δράση και τους αργούς ρυθμούς που το χαρακτηρίζουν επιλέγει ως άξονα της σκηνοθεσίας του ο Καραντζάς. Ωστόσο οι μακρόσυρτες παύσεις, οι ηχηρές σιωπές και οι αδικαιολόγητες (επί τούτου) ακινησίες αποδυναμώνουν την παράσταση.

Οι ηθοποιοί αποδίδουν τους διανοητικούς ακροβατισμούς με καθαρότητα. Η Ανθή Ευστρατιάδου πλάθει πειστικά τον δύσκολο ρόλο της Έντα, αναδεικνύοντας με σχολαστικότητα τις μεταπτώσεις του χαρακτήρα της. Η ασθματική ερμηνεία της, όμως, υπερτονίζει κάποιες φορές τις αντιδράσεις της.

Ο Φιντέλ Ταλαμπούκας ενσαρκώνει εύστοχα τον αφελή, επιπόλαιο, σχεδόν γελοίο σύζυγό της, που κάποια στιγμή συνειδητοποιεί πως δεν έχει τίποτα κοινό μαζί της.

Ο Χρήστος Λούλης σκιαγραφεί έξοχα το πορτρέτο του ωμού, υστερόβουλου δικαστή Μπρακ, που χειραγωγεί το ζευγάρι, ερωτοτροπώντας ανενδοίαστα με την Έντα.

Ο Έκτορας Λιάτσος αποκαλύπτει τη σκοτεινή πλευρά του αδύναμου Άιλερτ, ο οποίος μετατρέπεται σε θύμα φλερτάροντας με την καταστροφή.

Η Ιωάννα Δεμερτζίδου ως Τέα Έλβστετ υποδύεται με χαριτωμένους ακκισμούς τη γυναίκα που καταφέρνει να διαχειρίζεται μόνη τη ζωή της. Και η Τζωρτζίνα Δαλιάνη ερμηνεύει με επιτυχία τη δεσποινίδα Τέσμαν (θεία Γιούλε). Μία από τις πιο δυνατές σκηνές της παράστασης είναι, εξάλλου, εκείνη στην οποία η παρεμβατική θεία πιέζει άγρια την κοιλιά της Έντα για να διαπιστώσει αν είναι έγκυος.

Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη δημιουργούν μια αίσθηση χρονικής ασάφειας και προσφέρουν χρώμα στον ουδέτερο σκηνικό χώρο.

Η μουσική (Γιώργος Ραμαντάνης) και οι φωτισμοί (Δημήτρης Κασιμάτης) ανταποκρίνονται στα κελεύσματα της σκηνοθεσίας, που απορρίπτει τους συναισθηματισμούς και τις ευκολίες, ενώ διέπεται από σκληρότητα.

Διαβάστε επίσης:

Wings Hauser: Πέθανε ο ηθοποιός με την τεράστια διαδρομή σε σινεμά και τηλεόραση (photos/videos)

Το topontiki.gr τώρα και με podcast στο Spotify

Σινεμά: Υπάρχει στ’ αλήθεια το Καναδικό Ιράν; – Το άλμα προς το Όσκαρ

Keywords
Τυχαία Θέματα