Για τις «Ακυβέρνητες πολιτείες» του Γιάννη Καλαϊτζή

ΕΛΛAΔΑΈντυπη Έκδοση

Γράφει ο Soloup Για να ζει κάποιος συνειδητά, πρέπει να μετράει τα θνητά του βήματα με τη σύνεση του ιδανικού. Η ζωή μας, η ζωή του καθενός, δεν μπορεί να περιμένει τη Δευτέρα Παρουσία ή μιαν... ιδανική κοινωνία για να ζήσει. Το ιδανικό και η ουτοπία ξημερώνουν και βραδιάζουν στο προσκεφάλι μας. Απλώς πρέπει να την ενεργοποιείς την ουτοπία σου καθώς δεν θα ζητήσεις να φας από το πιάτο του διπλανού – πόσω μάλλον τον ίδιο τον διπλανό –, αλλά θα θελήσεις να κάτσεις πλάι του και να του κάνεις παρέα. Να τον δεις σαν
σύντροφο, σαν συνοδοιπόρο και συνεργάτη. Σαν τον άνθρωπο που έτυχε να ζει δίπλα σου πάνω στον πλανήτη, τα ίδια χρόνια με τα δικά σου. Κι αν τα χνότα σας ανταμώνουν, μπορείς ακόμα καλύτερα να τσουγκρίσεις και κανένα ποτήρι μαζί του, να του πεις δυο ζεστές κουβέντες, να τον πειράξεις, να τον κάνεις φιλαράκι. Απ’ αυτήν την πάστα συνειδητών ανθρώπων ήταν ο Γιάννης. Απ’ αυτούς που βάζουνε μπρος τις μηχανές της ουτοπίας τους. Με τις τζαναμπετιές τους, τις ιδιοτροπίες τους, αλλά και με μια απλόχερη καλοσύνη και μιαν ειλικρινή αμεσότητα, χαρακτηριστικό κάθε απροσάρμοστου στους τύπους, αυθεντικού ανθρώπου. Ξέρω, πρέπει να μιλήσω για τον σκιτσογράφο και το εξαιρετικό του έργο. Ναι τέτοιο ήταν. Κορυφαίο, χωρίς υπερβολές. Από το 1961 με γελοιογραφίες στην «Αυγή» κι έπειτα «Δρόμοι της Ειρήνης», «Πανσπουδαστική», «Ντέφι», «Αντί», «Σχολιαστής», «Τέταρτο», «Βαβέλ», «Ελευθεροτυπία», «Εφημερίδα των Συντακτών»... Ήταν αυτός πρωτεργάτης, μαζί με τον Ιωάννου, στις γελοιογραφίες και τα κόμικς της μεταπολίτευσης. Ήταν ο Γιάννης που βάφτισε τη δημιουργική αυτή μετάβαση ως «Νέα Πολιτική Γελοιογραφία» («Βαβέλ», τεύχος 193) και την ακολουθήσαμε μετά δεκάδες σκιτσογράφοι, ο Στάθης, ο Πετρουλάκης, ο Χαντζόπουλος... Ήταν ο Καλαϊτζής που χάραξε, με την «Τσιγγάνικη Ορχήστρα» (Πολύτυπο,1984), το μονοπάτι που οδηγούσε στα κόμικς της Ευρώπης. Το οποίο στη συνέχεια έγινε δρόμος συμβάλλοντας στην... ασφαλτόστρωσή του με το «Μαύρο Είδωλο της Αφροδίτης» (Ars Longa / Nemo, 1990) και τον «Τυφώνα» (ΚώΜΟΣ, 1997). Και μετά αυτόν τον δρόμο τον άνοιξε κι άλλο. Τον έκανε λεωφόρο εναλλακτικής, πολιτικοποιημένης έμπνευσης και δημιουργίας μέσα από το εξαιρετικό περιοδικό «Γαλέρα» (2005), που το έστησε με το τίποτα. Υπότιτλος: «Για τις ακυβέρνητες πολιτείες»! Μια άτυπη κολεκτίβα από την αφρόκρεμα των γραφιάδων και των σκιτσογράφων της Ελλάδας. Είχε την εκτίμηση όλων και όλοι δέχτηκαν την πρόσκληση του Γιάννη. Και ο Καλαϊτζής, ανιδιοτελής καπετάνιος στο σχεδιαστήριό του. «Γαλέρα»! 96 έγχρωμες, γυαλιστερές, μεγάλες σελίδες στο κατώφλι της σύγχρονης κρίσης . Ένας ξεχωριστός χώρος πολιτικοποιημένης σκέψης. Ένα περιοδικό τέχνης που θύμιζε, τηρουμένων των αναλογιών, ένα... Θέατρο Τέχνης για τα σκίτσα. Αφού ο Γιάννης, χωρίς υπερβολή, στάθηκε στη «Γαλέρα» ως ένας άλλος... Κάρολος Κουν για πάρα πολλούς σκιτσογράφους: Δάσκαλος. Οραματιστής. Εμπνευστής. Αναντικατάστατος. Δεν είναι λόγια υπερβολικά. Απλώς έτσι συνέβη. Ορίστε, λοιπόν, τα μεγαλουργήματα του σκιτσογράφου Καλαϊτζή. Όμως πιο πολλά θα ’θελα να σας ψιθυρίσω για τον ίδιο τον Γιάννη. Που μπορούσε για ώρες να σου μιλάει παθιασμένα για το κρασί του, για ένα αρχαίο νόμισμα που απεικονίζει τον Διόνυσο, τον Αϊζενστάιν και τον ιταλικό νεορεαλισμό, για το «μεγάλο κύμα» του Χοκουσάι, για τον Ούγκο Πρατ και τα ευρωπαϊκά κόμικς, για τα ψυχρά και τα θερμά χρώματα στο σκίτσο, για έναν πιτσιρικά που ήρθε χθες στη «Γαλέρα» και κάνει... «καταπληκτικό σχέδιο ο μπαγάσας»... Με μάλωνε συχνά για τα σκίτσα μου. Αυστηρός κριτής. Άλλοτε πάλι με έπαιρνε τηλέφωνο για να μου πει πόσο του άρεσε το κόμικς που του έστειλα. Κι εγώ περίμενα με αγωνία, σαν μαθητούδι, αυτό το τηλέφωνο. Ήξερε να σκέπτεται σαν φιλόσοφος. Μερακλής φιλόσοφος. Ήξερε να πατάει κάτω τον εγωισμό και τη ματαιοδοξία του μέσα από τον αυτοσαρκασμό και το εξαιρετικό χιούμορ του. Ήταν στοργικός με τα κορίτσια του. Τη Γεωργία, τη Μύρινα, τη Λουίζα. Ήταν ευγενής. Ρωτούσε. Γνοιαζόταν τους φίλους. Συμβούλευε. Δεν κάκιωσε ούτε με τον σκύλαρο που τον δάγκωσε κάποτε και τον έστειλε στο νοσοκομείο... Πόσο θα ’θελα να ήσουν ακόμα εδώ, Γιάννη. Να πίναμε το κατιτίς μας στην Καλλιδρομίου. Να φιλοσοφούσαμε ανάμεσα στις ντομάτες και τα πορτοκάλια της λαϊκής του Σαββάτου. Αλλά ήξερες, όλοι ξέρουμε, πως έτσι είναι η ζωή και πρέπει να παίζουμε με τους όρους της. Δεν θα σου πω καλό ταξίδι γιατί μας άφησες πολλές γελοιογραφίες, πολλά σκίτσα για να σε σκεφτόμαστε. Δεν θα σου πω καλό ταξίδι γιατί σε κουβαλάω μέσα μου. Θέλω μόνο να σου πω πόσο πολλά μας έδωσες. Πόσο πολλά μου έδωσες. Σ’ ευχαριστώ πολύ, καλέ μου Γιάννη!ακυβέρνητες πολιτείεςΓιάννης ΚαλαϊτζήςθάνατοςσκιτσογράφοςIssue: 1904Issue date: 18-02-2016Has video:
Keywords
Τυχαία Θέματα