Γόρδιος δεσμός ο κατώτατος μισθός - Στον αέρα η πρωθυπουργική δέσμευση για αύξησή του

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΈντυπη Έκδοση

 

Η οικονομική δυσπραγία και η ανεργία εξαιτίας των πολύμηνων λοκντάουν είναι γεγονός.

Την ίδια ώρα το εργασιακό περιβάλλον μετά την πανδημία φαίνεται να είναι, σύμφωνα με αναλυτές, εξίσου ζοφερό. 
Ήδη οι απώλειες των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα μεταφράζονται σε πολλά δισεκατομμύρια ευρώ εξαιτίας των πολύμηνων αναστολών συμβάσεων, αφού εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους έχουν ξεπεράσει το εξάμηνο με την αποζημίωση ειδικού σκοπού των 534 ευρώ και αντιμετωπίζουν πια σοβαρά προβλήματα διαβίωσης... 

Την ίδια ώρα σε 1.124.932 άτομα

ανήλθε το σύνολο των εγγεγραμμένων ανέργων, με κριτήριο την αναζήτηση εργασίας (αναζητούντων εργασία), για τον Ιανουάριο 2021. 
Και όσο τα πράγματα στον εργασιακό τομέα πάνε από το κακό στο χειρότερο, το Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εργασίας καλούνται να λύσουν άλλο ένα δυσεπίλυτο σταυρόλεξο, το οποίο δεν είναι άλλο από το ύψος του κατώτατου μισθού, ο οποίος ανέρχεται σήμερα σε 650 ευρώ μεικτά και καθορίζει άμεσα τις αποδοχές περίπου 1.000.000 εργαζομένων και ανέργων.

Όνειρο θερινής νυκτός
Με αφορμή την πανδημία η πολύμηνη διαδικασία καθορισμού του κατώτατου μισθού, όπως αυτή νομοθετήθηκε με εντολή της τρόικας το 2013, έχει ήδη αναβληθεί δύο φορές και θα πρέπει να αρχίσει το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου. Όμως ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από αυτά που προβλέπει ο νόμος (N. 4172/2013), καθώς συνδέει το ύψος του μισθού με τα βασικά μεγέθη της οικονομίας, τα οποία λόγω της πανδημίας είναι απογοητευτικά.
Βεβαίως θυμίζουμε ότι προ πανδημίας η δέσμευση του πρωθυπουργού μίλαγε για αύξηση του κατώτατου μισθού σε διπλάσιο ποσοστό από αυτό της αύξησης του ΑΕΠ. Τώρα όμως που το ΑΕΠ μειώθηκε, η όποια αύξηση φαίνεται να είναι όνειρο θερινής νυκτός.
Την επαναφορά της αρμοδιότητας καθορισμού του κατώτατου μισθού στους κοινωνικούς εταίρους ζητά επιτακτικά η ΓΣΕΕ. Πρακτικά, αυτό που επιθυμούν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων είναι η κατάργηση του νόμου 4172 του 2013, ο οποίος αφαίρεσε από τους εταίρους το δικαίωμα της απευθείας διαπραγμάτευσης των μισθών στον ιδιωτικό τομέα χωρίς κρατική παρέμβαση.

Παράλληλα το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ σε πρόσφατη έκθεσή του υπογράμμιζε ότι «ένας αξιοπρεπής κατώτατος μισθός διαβίωσης θα μπορούσε να προκύψει από την προσαρμογή του κατώτατου μισθού στο 60% του διάμεσου μισθού. Το όριο του 60% του εθνικού διάμεσου εισοδήματος χρησιμοποιείται ευρέως στον ορισμό της σχετικής φτώχειας (at risk of poverty), ενώ το όριο του 50% είναι ένδειξη απόλυτης φτώχειας (absolute poverty). Βάσει αυτών των κριτηρίων στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός είναι κάτω από το όριο της σχετικής και της απόλυτης φτώχειας».
Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η άποψη που διατυπώθηκε από την Επιτροπή Πισσαρίδη, καθώς όχι μόνο δεν προτείνει εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων, αλλά επιπλέον θέλει να αφαιρέσει την ουσιαστική αρμοδιότητα καθορισμού των μισθών από την εκάστοτε κυβέρνηση. Έτσι συστήνει τη θέσπιση ενός συμβουλίου εμπειρογνωμόνων με τριετή θητεία, ανεξάρτητη από τους κυβερνητικούς κύκλους, το οποίο θα λαμβάνει την απόφαση για το ύψος του μισθού.

Εν αναμονή του ΣτΕ
Σε όλα αυτά που συμβαίνουν θα πρέπει εδώ να τονίσουμε ότι από το 2019 και... ακόμη αναμένεται και η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί της προσφυγής που είχε καταθέσει ο ΣΕΒ για τις τριετίες.
Μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού το 2019 από την προηγούμενη κυβέρνηση, ακολούθησε μία εγκύκλιος που αποσαφήνιζε ότι τα επιδόματα προϋπηρεσίας (τριετίες) ισχύουν κανονικά. Έτσι, π.χ. για έναν εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ μεικτά, οι αποδοχές του αυξάνονται στα 715 ευρώ, αν έχει από τρία έως έξι έτη προϋπηρεσίας, στα 780 ευρώ, αν έχει από έξι έως εννέα έτη προϋπηρεσίας, και στα 815 ευρώ, αν έχει πάνω από εννέα έτη προϋπηρεσίας.
Κατά της εγκυκλίου προσέφυγε στο ΣτΕ το καλοκαίρι του 2019 ο ΣΕΒ. Και παρότι η προσφυγή εκδικάστηκε τον Δεκέμβριο του 2019, 15 μήνες μετά δεν έχει εκδοθεί ακόμη η απόφαση που θα κρίνει το ύψος των αποδοχών για δεκάδες χιλιάδες μισθωτούς.

Το χρονοδιάγραμμα
Όπως και να έχει, πάντως, εμείς θυμίζουμε ότι το χρονοδιάγραμμα που θα καθορίσει «την τύχη» των μισθών έχει ως εξής:
1. Ώς τις 30 Απριλίου θα πρέπει να υποβληθούν από τους επιστημονικούς φορείς, σύμφωνα με το νέο χρονοδιάγραμμα, οι εκθέσεις για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού. 
Η Επιτροπή Διαβούλευσης σχηματίζει φάκελο με τις εκθέσεις των ερευνητικών φορέων και των παραγόντων διαφοροποίησης του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, και τον στέλνει στους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ, ώστε να εκφράσουν γνώμη για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού.
2. Ώς τις 15 Μαΐου η Επιτροπή Διαβούλευσης πρέπει να διαβιβάσει τα υπομνήματα προς τους υπόλοιπους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, με πρόσκληση για προφορική διαβούλευση σε σχέση με την τυχόν αναπροσαρμογή κατώτατου μισθού.
3. Ώς τις 31 Μαΐου πρέπει να διαβιβαστούν όλα τα υπομνήματα και η τεκμηρίωση των διαβουλευομένων, καθώς και η έκθεση των εξειδικευμένων επιστημονικών φορέων στο ΚΕΠΕ προς σύνταξη Σχεδίου Πορίσματος. Το πόρισμα πρέπει να περιέχει τις προτάσεις των κοινωνικών εταίρων, τα σημεία συμφωνίας τους, τεκμηρίωση ως προς την κατάσταση της οικονομίας και της αγοράς εργασίας, και τους παράγοντες που επιδρούν στον καθορισμό του προτεινόμενου κατώτατου μισθού.
4. Ώς τις 30 Ιουνίου ολοκληρώνεται το Σχέδιο Πορίσματος και υποβάλλεται στον υπουργό Οικονομικών και τον υπουργό Εργασίας. Ακολούθως δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας μαζί με όλες τις εκθέσεις, τα υπομνήματα και τα έγγραφα τεκμηρίωσης.
5. Εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου του Ιουλίου ο υπουργός Εργασίας θα πρέπει να εισηγηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό υπαλλήλων και το κατώτατο ημερομίσθιο των εργατοτεχνιτών, λαμβάνοντας υπόψη το Πόρισμα Διαβούλευσης.

Μείωση ασφαλιστικών εισφορών ετοιμάζει η κυβέρνηση

Το μόνο σχέδιο που φαίνεται να ετοιμάζει η κυβέρνηση αφορά τη νέα μείωση ασφαλιστικών εισφορών, παράλληλα με τη διατήρηση και μετά το 2021 της ήδη ισχύουσας μείωσης κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, που προς το παρόν αφορά μόνο τη φετινή χρονιά.
Στόχος είναι μέχρι το 2023 η ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους της μισθωτής απασχόλησης να φτάσει σωρευτικά στις πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Για να μετρηθεί ο στόχος αυτός και οι προοπτικές εκπλήρωσής του ήδη προωθείται η εκπόνηση ειδικής οικονομικής μελέτης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο προγραμματισμός του υπουργείου Εργασίας στο μέτωπο της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών περιλαμβάνει δύο βασικά βήματα:
● επεξεργασία των δυνατοτήτων διατήρησης και μετά το 2021 της μείωσης των τριών ποσοστιαίων μονάδων που νομοθετήθηκε ως έκτακτο μέτρο μόνο για φέτος,
● μέτρηση των προοπτικών για περαιτέρω μείωση, ώστε σωρευτικά η ελάφρυνση να φτάσει στις πέντε ποσοστιαίες μονάδες.

Σήμερα οι συνολικές ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών – εργοδοτικές και εργατικές – είναι στο 36,66%, μετά τη μείωση των τριών ποσοστιαίων μονάδων φέτος και των 0,90 π.μ. το δεύτερο 6μηνο του 2020.
Ειδικότερα, στο 20% είναι το υποχρεωτικό ασφάλιστρο της κύριας σύνταξης, 7,1% υπέρ υγείας, 6,5% για επικουρική ασφάλιση και 3,06% για ανεργία και άλλους συνεισπραττόμενους κλάδους υπέρ ΟΑΕΔ.
Το σχέδιο προβλέπει η σωρευτική μείωση να φτάσει έως τις πέντε ποσοστιαίες μονάδες, ώστε οι εισφορές να φτάσουν στο 35,56% μέχρι το 2023. 

Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος με μεικτό μισθό 1.000 ευρώ καταβάλλει σήμερα εργοδοτικές και εργατικές ασφαλιστικές εισφορές συνολικού ύψους 366,6 ευρώ. Με το σχέδιο της σωρευτικής απομείωσης των εισφορών έως πέντε ποσοστιαίες μονάδες έως το 2023, θα πληρώνει 355,6 ευρώ συνολικά σε ασφαλιστικές εισφορές. Το όφελος για εργοδότη και εργαζόμενο είναι στα 11 ευρώ.
Αντίστοιχα ένας μισθωτός με μεικτό μισθό 1.500 ευρώ, επιβαρύνεται σήμερα με ασφαλιστικές εισφορές ύψους 550 ευρώ. Με το σχέδιο απομείωσης των εισφορών θα επιβαρύνεται με 533 ευρώ εισφορές (σύνολο εργοδοτικών και εργατικών). Το συνολικό όφελος αγγίζει τα 17 ευρώ τον μήνα.
 

ΜισθοίΣυντάξειςΕργασίαΓΣΕΕΚυβέρνησηIssue: 2168Issue date: 10-3-2021Has video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα