Η ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων στο νεοσύστατο Ελληνικό Βασίλειο

Ήδη από το 1800 έως το 1807, τα Ιόνια νησιά είχαν συγκροτήσει το πρώτο αυτόνομο κράτος με Έλληνες κατοίκους, την επονομαζόμενη Ιόνιο Πολιτεία.

Το 1807, τα Ιόνια πέρασαν στη σφαίρα επιρροής της Αυτοκρατορικής Γαλλίας και στη συνέχεια της Αγγλίας. Την περίοδο που ακολούθησε την Ελληνική Επανάσταση του 1821, οι Επτανήσιοι ριζοσπάστες δραστηριοποιούνται έντονα για την ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων στο νεοσύστατο Ελληνικό Βασίλειο.

Το Ιόνιο κράτος υπήρξε αποτέλεσμα της Συνθήκης

των Παρισίων της 17ης Νοεμβρίου 1815. Υποτίθεται ότι τελούσε υπό την προστασία της Μεγάλης Βρετανίας· στην ουσία όμως είχε τεθεί υπό την επικυριαρχία της, πράγμα διόλου ασυνήθιστο για την αποικιοκρατική πολιτική που ασκούσαν οι Άγγλοι.

Οι «Καταχθόνιοι»

Ήταν φυσικό, όλοι εκείνοι οι οποίοι θεωρούσαν ότι η τρέχουσα κατάσταση με την επικυριαρχία της Αγγλίας τούς εξασφάλιζε τα συμφέροντα και τον τρόπο ζωής τους να ταχθούν υπέρ της αγγλοκρατίας στα νησιά.

Προφανώς, αυτοί, εκτός των άλλων ωφελειών, συμμετείχαν και στη διοίκηση σε διάφορες θέσεις. Έτσι, όσοι μέσα από το υπάρχον σύστημα της αγγλικής προστασίας εδραίωναν τα κεκτημένα τους δημιούργησαν μια κοινωνική ομάδα, η οποία αντιστεκόταν λυσσαλέα σε κάθε αλλαγή της κατάστασης και πάλευε εναντίον όλων εκείνων των απόψεων που ζητούσαν ελευθερίες, πολιτικές αλλαγές, ακόμα και την ένωση με την Ελλάδα.

Όλοι αυτοί που αντιστέκονταν σθεναρά σε κάθε προσπάθεια βελτίωσης του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος έγιναν γνωστοί ως οπαδοί της «Προστασίας» και τους αποκαλούσαν «Προστασιανούς». Ωστόσο, ο λαός τούς «στόλισε» με μια χαρακτηριστική ονομασία, αποκαλώντας τους «Καταχθόνιους».

Το κόμμα των «Καταχθόνιων» το συγκροτούσαν και το υποστήριζαν στοιχεία ιδιαίτερα συντηρητικά και αντιδραστικά, στενοί συνεργάτες και μιμητές των Άγγλων.

Οι «Καταχθόνιοι» ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να καταπνίξουν κάθε φιλελεύθερη κίνηση, εκείνοι που αντέδρασαν στην παραχώρηση συνταγματικών μεταρρυθμίσεων και κυρίως αυτοί που πολέμησαν με όλες τους τις δυνάμεις την ιδέα της ένωσης των νησιών με το ελληνικό κράτος.

Οι «Μεταρρυθμιστές»

Το άλλο πολιτικό κόμμα το συγκροτούσαν μετριοπαθείς προοδευτικοί, οι οποίοι δέχονταν την αναγκαιότητα της βρετανικής προστασίας και ήταν της άποψης ότι οι Ιόνιοι έπρεπε να σεβαστούν τις διεθνείς συνθήκες που τους δέσμευαν. Αυτό το υποστήριζαν επειδή πίστευαν ότι οι συνθήκες της εποχής και οι δικές τους δυνάμεις δεν τους επέτρεπαν να τρέφουν ελπίδες για την κατάργηση της αγγλοκρατίας.

Οι «Μεταρρυθμιστές», όπως αποκαλείτο αυτή η πολιτική δύναμη, δεν απέρριπταν με κανέναν τρόπο το αίτημα της ένωσης με την Ελλάδα. Απλώς θεωρούσαν ότι κάθε σχετική ενέργεια προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν πρόωρη και υπήρχε σοβαρός κίνδυνος μια τέτοια προσπάθεια να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρο το έθνος.

Έτσι, κάθε σχετική κίνηση για την ένωση έμενε στο πεδίο των ευχών και των ευγενών πόθων. Βασικό τους μέλημα ήταν να επιτύχουν από την προστάτιδα δύναμη την παραχώρηση περισσότερων συνταγματικών ελευθεριών με τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος του 1817. Αυτός ήταν και ο λόγος που είχαν ονομαστεί «Μεταρρυθμιστές».

Οι «Ριζοσπάστες»

Ριζικά αντίθετο με τα δύο προηγούμενα κόμματα ήταν αυτό των «Ριζοσπαστών», οι οποίοι υποστήριζαν και επιδίωκαν με όλες τους τις δυνάμεις την οριστική λύση του πολιτικού ζητήματος των Ιονίων Νήσων με την κατάργηση του καθεστώτος της προστασίας και την ένωσή τους με το ελληνικό κράτος.

Οι «Ριζοσπάστες» μάλιστα θεωρούσαν ότι το καθεστώς ήταν παράνομο γιατί δεν τύγχανε της συγκαταθέσεως του λαού των Ιονίων Νήσων. Επίσης, επισήμαιναν ότι με την ίδρυση του ελληνικού κράτους δεν υπήρχε η αναγκαιότητα της προστασίας των νησιών από ξένη δύναμη.

Οι «Ριζοσπάστες» ήταν αντίθετοι με τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που υποστήριζαν οι «Μεταρρυθμιστές» με το σκεπτικό ότι αυτό το αίτημα ισοδυναμούσε με παραδοχή και αναγνώριση του καθεστώτος της προστασίας.

Ωστόσο, έως ότου επιτευχθεί ο τελικός σκοπός της ένωσης των νησιών με το ελληνικό κράτος έπρεπε το Ιόνιο Κοινοβούλιο να προβαίνει στην ψήφιση νόμων που, χωρίς να θίγουν το Σύνταγμα, θα βελτίωναν την κατάσταση του λαού. Με αυτή την τακτική, αντί «μεταρρυθμίσεων», οι «Ριζοσπάστες» πρότειναν «βελτιώσεις» που, όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος στην εφημερίδα του ο «Φιλελεύθερος», «ενώ τείνουν να καλυτερεύσουν την εσωτερικήν του τόπου κατάστασιν, δεν ισοδυναμούν ούτε με νέας συνθήκας, ούτε με συμβιβασμούς μετά της Προστασίας».

Οι βελτιώσεις αυτές θα ήταν προσωρινά κυβερνητικά μέτρα που, χωρίς να έχουν τον χαρακτήρα συναλλαγής με την προστάτιδα δύναμη, θα αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση των εσωτερικών πολιτικών και κοινωνικών ζητημάτων. Εδώ ας σημειώσουμε ότι ο Ριζοσπαστισμός δεν υπήρξε πολιτικό κίνημα με περιορισμένη τοπική σημασία – όπως τα άλλα δύο κόμματα. Βασική του επιδίωξη ήταν η ένωση των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα αλλά και η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας ολόκληρου του ελληνικού έθνους.

Επίσης, επιδίωξή του ήταν η εγκαθίδρυση δημοκρατικού πολιτεύματος και η απόδοση κοινωνικής δικαιοσύνης. Θεμελιώδης υπήρξε η προϋπόθεση της ευρύτερης διάδοσης και εφαρμογής των δημοκρατικών αρχών. Με αυτήν την πολιτική κατεύθυνση, το κόμμα των «Ριζοσπαστών» εμφανίζεται σαν η ώριμη ελληνική εκδοχή του μεγάλου ευρωπαϊκού δημοκρατικού κινήματος του 19ου αιώνα. Οι αρχές του ριζοσπαστισμού μετά την ένωση των Ιονίων με την Ελλάδα μεταλαμπαδεύτηκαν και στον ελλαδικό χώρο.

Η ένωση

Μετά τον διωγμό του Όθωνα στις 10 Οκτωβρίου 1862, η αγγλική πολιτική αρχίζει να δρομολογεί την προσχεδιασμένη λύση του επτανησιακού ζητήματος.

Ο πρωθυπουργός Πάλμερστον είναι σαφής στο αίτημά του, ανακοινώνοντας ότι η κυβέρνησή του είναι πρόθυμη να παραχωρήσει τα ελληνικά νησιά του Ιονίου στην Ελλάδα, αν οι Έλληνες εξέλεγαν αρεστό βασιλιά στην Αγγλία.

Την αγγλική θέση διεμήνυσε επισήμως τον Δεκέμβριο του 1862 στον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης στην Αθήνα επίσημος απεσταλμένος της αγγλικής κυβέρνησης, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι, αν η Αθήνα, «διαμένουσα πιστή εις το καθεστώς της συνταγματικής μοναρχίας και απέχουσα πάσης επιθέσεως κατά του γείτονος κράτους, ήθελε εκλέξη ηγεμόνα μη εξαιρέσιμον», η προσάρτηση των Ιονίων Νήσων θα ματαιώνονταν, «πλην εάν εξελέγετο ηγεμών αποκλίνων εις επαναστάσεις ή προς επίθεσιν κατά της Τουρκίας, τότε θα εματαιούτο η της Ανάσσης απόφασις».

Η συνέχεια έχει ως εξής: Στις 22 Ιανουαρίου 1863 η Β’ Εθνοσυνέλευση εξέλεξε τον Αλφρέδο, δευτερότοκο γιο της Βικτωρίας.

Ωστόσο, αυτή η απόφαση δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή γιατί, καθώς όριζε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22ης Ιανουαρίου του 1830, που ανακήρυξε το βασίλειο της Ελλάδας ανεξάρτητο, δεν επιτρεπόταν να στεφτεί βασιλιάς από βασιλική οικογένεια προερχόμενη από τις τρεις προστάτιδες Δυνάμεις.

Έτσι, η Εθνοσυνέλευση της 18ης Μαρτίου 1863 προσέφερε το στέμμα στον Γεώργιο, δευτερότοκο γιο του Χριστιανού της Δανίας. Κατόπιν αυτών των εξελίξεων, ο αρμοστής Στορξ διέλυσε την ΙΒ’ Βουλή στις 25 Ιουλίου του 1863 και προκήρυξε εκλογές για νέα Βουλή, της οποίας ο αποκλειστικός προορισμός θα ήταν να εκφράσει επισήμως την επιθυμία των Ιονίων Νήσων για ένωση με την Ελλάδα.

Η ΙΓ’ Βουλή που πρόεκυψε με πρόεδρο τον Στέφανο Παδοβά στην ιστορική συνεδρίαση της 23ης Σεπτεμβρίου 1863 ψήφισε την ένωση, η οποία πραγματοποιήθηκε την 21η Μαΐου του 1864.

Διαβάστε επίσης:

Δημοσκόπηση Alco: Διαφορά 6,4 μονάδων στην πρόθεση ψήφου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ

Χωμενίδης και Τατσόπουλος πήραν θέση υπέρ του Σαββόπουλου – Αντιδράσεις από Ακρίτα, Μπίστη και Πολάκη

ΣΥΡΙΖΑ: Μάχη για την προσέλκυση στην κάλπη αναποφάσιστων και νέων

Keywords
Τυχαία Θέματα