Σε τροχιά σύγκρουσης ΗΠΑ - Ιράν

ΚΟΣΜΟΣΈντυπη Έκδοση

Τα τύμπανα του πολέμου αρχίζουν να ακούγονται ξανά. Αμερικανικό αεροπλανοφόρο και βομβαρδιστικά Β52 έχουν σταλεί στον Περσικό ύστερα από απροσδιόριστες απειλές εκ μέρους του Ιράν. Σύμφωνα με τις ΗΠΑ εστάλησαν ως απάντηση σε «ανησυχητικές και κλιμακούμενες ενδείξεις και προειδοποιήσεις ιρανικής επιθετικότητας».

Στην Τεχεράνη ο Πρόεδρος Χασάν Ρουχανί δηλώνει ότι η χώρα του θα πάψει να συμμορφώνεται με τους όρους της συμφωνίας που υπέγραψε με τις ΗΠΑ

και άλλες παγκόσμιες δυνάμεις ώστε να επιβληθούν αυστηροί περιορισμοί στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν με αντάλλαγμα οικονομική ενίσχυση.

Το σχέδιο δεν ήταν πάντως αυτό. Μόλις πριν από τέσσερα χρόνια ΗΠΑ και Ιράν βρίσκονταν σε τελείως διαφορετικό μονοπάτι. Το ντιλ του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν υπήρξε ο διπλωματικός θρίαμβος του Μπάρακ Ομπάμα. Η συμφωνία υποσχόταν να «παγώσει» το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν για πάνω από μια δεκαετία και να σπάσει τον κύκλο απειλών και αντιμέτρων που κυριαρχούσαν από την ιρανική επανάσταση πριν από σαράντα χρόνια.

Τέσσερα χρόνια νωρίτερα κυρίαρχα αμερικανικά ΜΜΕ προμοτάριζαν το Ιράν ως τη «νέα Τουρκία». Η φυσιογνωμία και οι περίπλοκες πολιτικές του Ιράν αποτελούσαν το μεγάλο αμερικανικό στοίχημα, που ίσως άλλαζε ριζικά τη Μ. Ανατολή. Κάτι τέτοιο θα περιθωριοποιούσε περαιτέρω την Άγκυρα.

Οι Ιρανοί αξιωματούχοι καλλιεργούσαν την ελπίδα ότι το Ιράν θα μπορούσε να γίνει πιο αξιόπιστος εταίρος των ΗΠΑ από τους Σαουδάραβες, αλλά και από τους Τούρκους. Η Τεχεράνη επεδίωκε σαφώς να γίνει παράγων σταθερότητας στην περιοχή αντικαθιστώντας την Τουρκία, με τις ευλογίες Δύσης και Ρωσίας. Οι ΗΠΑ είχαν στόχο να το «νομιμοποιήσουν», να το ενσωματώσουν στο διεθνές σύστημα καθιστώντας το ισορροπιστή, με τον Ερντογάν να απομονώνεται όλο και περισσότερο.

Οι πολιτικές των αδιάλλακτων
Σήμερα σκληροπυρηνικοί βρίσκονται στις θέσεις - κλειδιά και των δυο πλευρών. Το στοίχημα για μια «νέα Τουρκία» χάθηκε στην πολεμοχαρή ρητορική.
Στις ΗΠΑ ο σύμβουλος του προέδρου σε θέματα Εθνικής Ασφάλειας Τζον Μπόλτον και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο πιστεύουν στη χρήση οικονομικής πίεσης για να ρίξουν το καθεστώς του Ιράν και βομβαρδισμών για να σταματήσουν το πυρηνικό του πρόγραμμα. Στην Τεχεράνη οι μουλάδες δεν εμπιστεύονται την Αμερική και εκτοξεύουν απειλές. Και στις δυο χώρες οι πολιτικές χαράσσονται από αδιάλλακτους, ρισκάροντας έτσι η ένταση να κλιμακωθεί σε πόλεμο.


Ο Πρόεδρος Τραμπ απέσυρε πέρυσι την Αμερική απ’ την πυρηνική συμφωνία χαρακτηρίζοντάς την «καταστροφή» και «το χειρότερο ντιλ που έχει υπάρξει ποτέ».
Οι νέες οικονομικές κυρώσεις κατά του Ιράν και οι απειλές για τιμωρία οποιουδήποτε κάνει εμπόριο μαζί του πρακτικά ξεχαρβάλωσαν ό,τι είχε απομείνει από τη συμφωνία. Το ριάλ (νόμισμα του Ιράν) έχει καταρρεύσει, ο πληθωρισμός καλπάζει άνω του 40% και οι μισθοί πέφτουν. Η ιρανική οικονομία είναι σε κρίση.

Η επιθετική στάση της Αμερικής, όμως, αντί να γονατίσει τους ηγέτες στο Ιράν, το μόνο που κατάφερε είναι να τους κάνει να σκληρύνουν κι άλλο τη στάση τους.
Ακόμα και ο Ρουχανί, που για μεγάλο διάστημα υποστήριζε σθεναρά την πυρηνική συμφωνία, έχει αρχίσει να ακούγεται σαν τους σκληροπυρηνικούς. Στις 8 Μαΐου, ακριβώς έναν χρόνο μετά την αποχώρηση της Αμερικής από τη συμφωνία, ανακοίνωσε ότι η χώρα του παύει να συμμορφώνεται με συγκεκριμένους περιορισμούς του ντιλ ξεκινώντας εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστά υψηλότερα από τα συμφωνηθέντα.

Ο Ρουχανί, μάλιστα, έδωσε σε Βρετανία, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Ευρωπαϊκή Ένωση ένα τελεσίγραφο 60 ημερών προκειμένου να επέμβουν και να ανακουφίσουν τον βαρύ οικονομικό αποκλεισμό που επέβαλε η Αμερική στο Ιράν. Αν δεν το κάνουν, ο Ρουχανί απείλησε ότι «το Ιράν δεν θα λάβει υπ’ όψιν κανέναν περιορισμό» στον εμπλουτισμό ουρανίου.

Απευθύνεται σε τρία «κοινά»
Ο Ρουχανί «παίζει τα ρέστα του» ρισκάροντας να φέρει τη χώρα του στο χείλος του γκρεμού έχοντας τρία «κοινά» στο μυαλό του.
● Το πρώτο είναι οι σκληροπυρηνικοί μέσα στο Ιράν, που εξαρχής απεχθάνονταν τη συμφωνία και τελευταία τον πιέζουν όλο και περισσότερο να αναλάβει δράση. Προς το παρόν δείχνει να τους καθησυχάζει.
● Το δεύτερο είναι η Ευρώπη. Ουσιαστικά προσπαθεί να κάνει τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες να «τα σπάσουν» με την Αμερική. Όμως δεν είναι εύκολο να τα καταφέρει. Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιχειρήσει να σχεδιάσει μηχανισμούς που επιτρέπουν στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να παρακάμπτουν τις αμερικανικές κυρώσεις, οι περισσότερες εταιρείες έχουν ήδη αποφασίσει ότι η αγορά της Αμερικής είναι υπερβολικά πολύτιμη.
● Το τρίτο και πιο σημαντικό «κοινό» στο οποίο απευθύνεται το Ιράν είναι οι ΗΠΑ, με τις οποίες δείχνει να παίζει ένα παλιό παιχνίδι. Οι ηγέτες του Ιράν ανέκαθεν θεωρούσαν το πυρηνικό τους πρόγραμμα ως το καλύτερο διαπραγματευτικό τους χαρτί με τη Δύση. Η λογική τους βασιζόταν στο ότι οι μηχανές φυγοκέντρισης του Ιράν μπορούν να παραγάγουν μια βόμβα πιο γρήγορα από ό,τι οι όποιες κυρώσεις μπορούν να ρίξουν το καθεστώς.

Όμως, η τακτική τους είναι δίκοπο μαχαίρι. Η απειλή για κατοχή ενός πυρηνικού όπλου είναι άχρηστη αν δεν είναι αξιόπιστη. Και αν είναι αξιόπιστη, τότε η απειλή ρισκάρει να προκαλέσει στρατιωτική αντίδραση από τις ΗΠΑ ή από το Ισραήλ.
Η πιθανότητα ενός λάθος υπολογισμού είναι ήδη μεγάλη και διαρκώς αυξάνεται. Αμερικανικά πολεμικά πλοία έρχονται μύτη με μύτη με ιρανικά στον Περσικό. Η Αμερική πρόσφατα χαρακτήρισε τους Φρουρούς της Επανάστασης «τρομοκρατική οργάνωση». Το Ιράν έκανε το ίδιο για τις αμερικανικές δυνάμεις στη Μ. Ανατολή. Και οι κατηγορίες των ΗΠΑ ότι το Ιράν σχεδιάζει να επιτεθεί σε αμερικανικές δυνάμεις ή συμμάχους τους στη Μ. Ανατολή είναι ύποπτα αόριστες, σύμφωνα με τον «Economist».

Τυχόν βία από δυνάμεις που πρόσκεινται στο Ιράν μπορεί να αποδειχθεί το είδος της πρόκλησης που θα οδηγήσει την Αμερική να πραγματοποιήσει στρατιωτικό χτύπημα. Ο Τζον Μπόλτον, σύμβουλος του Τραμπ σε θέματα εθνικής ασφάλειας, είχε γράψει ένα άρθρο στους «New York Times» το 2015 με τίτλο: «Για να σταματήσετε τη βόμβα του Ιράν, βομβαρδίστε το Ιράν». Πολλοί στην Ουάσιγκτον φοβούνται ότι ο πολεμοχαρής Μπόλτον ψάχνει μια οποιαδήποτε πρόκληση από το Ιράν.

Απομονωμένη οικονομία
Τον Δεκέμβριο του 2016 ο πρόεδρος της εθνικής αεροπορικής εταιρίας του Ιράν Φαράντ Πραβαρές έκλεινε συμφωνία με την Boeing για αγορά 80 επιβατικών αεροπλάνων. Είχε ήδη συνάψει ένα άλλο συμβόλαιο με την Airbus για 100 αεροσκάφη. Και τα δυο ντιλ συμβόλιζαν το άνοιγμα της παγκόσμιας οικονομίας στο Ιράν μετά την υπογραφή της πυρηνικής συμφωνίας του 2015.
Σήμερα η οικονομία του Ιράν είναι απομονωμένη. Η επαναφορά των αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων πάγωσε όχι μόνο τα συμβόλαια για τις αγορές των αεροπλάνων, αλλά και κάθε άλλο πιθανό εμπορικό ντιλ.

Ακόμα κι όταν η Αμερική αποσύρθηκε από την πυρηνική συμφωνία, πριν από έναν χρόνο, ο Ρουχανί είχε αρχικά δηλώσει ότι το Ιράν θα συνέχιζε να τηρεί τις δεσμεύσεις του σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας. Η Διεθνής Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας επιβεβαίωσε ότι πράγματι το Ιράν συνέχιζε να τηρεί τη συμφωνία. Όμως, όσο ο Τραμπ αύξανε την πίεση στο Ιράν, τόσο ουσιαστικά ενθάρρυνε τους σκληροπυρηνικούς να στριμώχνουν τον Ρουχανί, έναν από τους αρχιτέκτονες της συμφωνίας.

Ο ρόλος της Ευρώπης
Ο Ρουχανί ήλπιζε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα άμβλυνε τον πόνο των αμερικανικών κυρώσεων με το να υποχρεώσει ευρωπαϊκές εταιρίες και τράπεζες να συνεχίσουν να κάνουν μπίζνες με το Ιράν. Στις 31 Ιανουαρίου Γερμανία, Γαλλία και Βρετανία είχαν ανακοινώσει τη δημιουργία του Instex, ενός «καναλιού» με σκοπό την απομόνωση του εμπορίου μεταξύ Ευρώπης - Ιράν από τις αμερικανικές κυρώσεις. Αποδείχθηκε, όμως, απογοητευτικό, αφού κάλυπτε μόνο τρόφιμα και φάρμακα.

Η Ευρώπη δεν πήρε κανένα μέτρο ενάντια σε μεγάλες εταιρίες όπως Total και Airbus που υπαναχώρησαν από τις συμβάσεις που είχαν συνάψει με το Ιράν. Το Ινστιτούτο Brookings της Ουάσιγκτον θεωρεί ότι οι ευρωπαϊκές χώρες «δεν θέλουν να μπουν σε έναν πλήρη – και ασύμφορο – εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ για το Ιράν επειδή τα οφέλη είναι περιορισμένα».
Η Τεχεράνη εξοργίστηκε ιδιαίτερα από την απόφαση της Αμερικής στις 22 Απριλίου να τερματίσει τις εξαιρέσεις από τις κυρώσεις της που επέτρεπαν σε κάποιες χώρες να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο. Ακόμη και οι καλύτερες προσπάθειες της Ευρώπης δεν θα μπορέσουν να ισοφαρίσουν αυτό το πλήγμα για το Ιράν.

Τι γίνεται μέσα στο Ιράν
Αποκομμένοι από την παγκόσμια οικονομία, οι δείκτες του Ιράν καταρρέουν. Πριν από την εκλογή Τραμπ ένα δολάριο αγόραζε 35.000 ριάλ. Σήμερα οι τιμές της μαύρης αγοράς είναι ανεξέλεγκτες, πάνω από τα 150.000 ριάλ. Οι πωλήσεις πετρελαίου είναι δύσκολο να υπολογιστούν με ακρίβεια επειδή το Ιράν κρύβει φορτία μέσω «διάμεσων» και τάνκερ - φαντασμάτων με τους αναμεταδότες απενεργοποιημένους.

Αλλά οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι πωλήσεις έχουν πέσει σε περίπου 1 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα, λιγότερο από το μισό σε σύγκριση με τα προ των κυρώσεων επίπεδα. Αναμένεται να πέσουν περεταίρω τους αμέσως επόμενους μήνες. Νέες κυρώσεις που ανακοινώθηκαν στις 8 Μαΐου βάζουν στο στόχαστρο την παραγωγή σιδήρου, χάλυβα και χαλκού, που, όπως λέει η Αμερική, αποτελεί «τη μεγαλύτερη μη σχετιζόμενη με το πετρέλαιο πηγή εσόδων από εξαγωγές».

Οι Ιρανοί, που υποφέρουν από τη βαριά οικονομική κρίση, στρέφονται κατά της πυρηνικής συμφωνίας και κατά του Ρουχανί που την προώθησε. Η υποστήριξη της κοινής γνώμης για τη συμφωνία έπεσε φέτος στο 52% από το 76% το 2015. Οι ακραίες απόψεις πνίγουν εύκολα πια κάθε μετριοπαθή φωνή και το 2015 φαίνεται πια πολύ μακρινό.
Οι συντηρητικοί αντίπαλοι του Ρουχανί, ανέκαθεν καχύποπτοι από τις προσπάθειες του Προέδρου να αποκαταστήσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, νιώθουν δικαιωμένοι. Μετά και την απόφαση Τραμπ να χαρακτηρίσει τους Φρουρούς της Επανάστασης τρομοκρατική οργάνωση, ακόμα και μεταρρυθμιστές συντάχτηκαν στο πλευρό των συντηρητικών.

Η δύσκολη διπλωματική οδός
Ο Ρουχανί προσπάθησε να κερδίσει χρόνο και να πιέσει την Ευρώπη να του προσφέρει κάποια οικονομική ανακούφιση με το να θέσει το τελεσίγραφο 60 ημερών προτού προχωρήσει στην περαιτέρω αθέτηση της πυρηνικής συμφωνίας. Οι σκληροπυρηνικοί στην Τεχεράνη εξυμνούν «το πρώτο αποφασιστικό βήμα».

Όμως, το τελεσίγραφο του Ιρανού Προέδρου δεν αλλάζει ούτε την πολιτική ούτε την οικονομική πραγματικότητα. Η Αμερική θέλει να γονατίσει το Ιράν σφυροκοπώντας το. Η Ευρώπη δεν μπορεί να τη σταματήσει. Ακόμη και αν ένας μελλοντικός Πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν πρόθυμος να άρει τις κυρώσεις, ο Τραμπ έχει ακόμη 20 μήνες μέχρι να ολοκληρώσει τη θητεία του. Αυτό είναι πολύ μεγάλο διάστημα για να μπορέσει να αντέξει ένας αποδυναμωμένος Ρουχανί όταν το διπλωματικό παιχνίδι έχει μπει για τα καλά στο περιθώριο.

Για να αποφύγει της κριτική των σκληροπυρηνικών ο Πρόεδρος του Ιράν, υπονομεύοντας τη συμφωνία, ουσιαστικά υιοθετεί τις πολιτικές τους. Η πάγια στρατηγική της διπλωματικής οδού και των ηπιότερων τόνων που επικρατούσαν εν τέλει στις διεθνείς σχέσεις του Ιράν έχουν πάει περίπατο.

Πάντως, ένας βομβαρδισμός δεν θα κατέστρεφε την τεχνογνωσία του Ιράν. Απλώς θα οδηγούσε το όλο πυρηνικό πρόγραμμα να λειτουργήσει υπογείως, καθιστώντας το αδύνατο να ελεγχθεί και συνεπώς πολύ πιο επικίνδυνο. Κι ένας πόλεμος δεν συμφέρει τον Τραμπ. Η μόνη πραγματική λύση, όσο αυξάνεται η πιθανότητα μιας σύγκρουσης, είναι να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Πόσο εφικτό, όμως, είναι να καθίσουν ξανά όλες οι πλευρές στο ίδιο τραπέζι;

ΙράνΗΠΑΤραμππόλεμοςπετρέλαιοIssue: 2073Issue date: 23-6-2019Has video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα