Το προσδόκιμο ζωής ως άλλοθι για τη μείωση συντάξεων

Επωνύμως

Των

Σάββα Γ. Ρομπόλη

Ομότ. Καθ. Παντείου Πανεπιστημίου

Βασίλειο Γ. Μπέτση

Υποψ. Διδάκτορα Παντείου Πανεπιστημίου

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα αυξημένο επιστημονικό, κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον για τις επερχόμενες μελλοντικά δημογραφικές αλλαγές σε διεθνές επίπεδο. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι το ενδιαφέρον αυτό δεν εστιάζεται αποκλειστικά στο μέλλον του παγκόσμιου πληθυσμού. Συνδέεται όλο και περισσότερο με τις πιθανές κοινωνικο - οικονομικές επιπτώσεις, οι οποίες προκύπτουν από τις δημογραφικές αλλαγές και κυρίως από την αύξηση

του προσδόκιμου ζωής.

Έτσι, οι σύγχρονες αυτές εξελίξεις προϋποθέτουν τον βραχυχρόνιο αλλά και τον μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό και υλοποίηση των αντίστοιχων πολιτικών σε συγκεκριμένους τομείς, μεταξύ των οποίων, η εκπαίδευση, η αγορά εργασίας και η κοινωνική ασφάλιση. Στο πλαίσιο αυτό, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής αποτελεί χωρίς καμία αμφιβολία ένα σημαντικό επίτευγμα της ανθρωπότητας. Ειδικότερα για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα αποτελεί την περίοδο κατά την οποία το προσδόκιμο ζωής έφτασε σε πρωτόγνωρα υψηλά επίπεδα.

Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων στον συνολικό πληθυσμό. Κι’ αυτό γιατί οι αυριανοί ηλικιωμένοι θα είναι περισσότεροι από τους σημερινούς, όχι μόνο επειδή θα προέρχονται από πολυπληθέστερες γενιές, αλλά και επειδή το προσδόκιμο ζωής τους θα είναι αισθητά υψηλότερο από αυτό των σημερινών ηλικιωμένων. Η χαμηλή θνησιμότητα θα συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων ατόμων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για ένα ακόμη λόγο. Ουσιαστικά με την πάροδο του χρόνου, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, η οποία ιστορικά προέκυψε από τη μείωση της βρεφικής και της παιδικής θνησιμότητας, συνδέεται όλο και πιο στενά με την μείωση της θνησιμότητας στις μεγάλες ηλικίες, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην διεύρυνση της μακροβιότητας των ηλικιωμένων. Με άλλα λόγια, η αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων ατόμων δεν είναι παρά μία από τις σημαντικές αλλαγές που συντελούνται στην κατά ηλικία δομή του πληθυσμού της Ευρώπης.

Από την άποψη αυτή, οι επιπτώσεις των μελλοντικών δημογραφικών αλλαγών και ειδικότερα του προσδόκιμου ζωής στην βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού η αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων, εκτός των άλλων κοινωνικο - οικονομικών συνεπειών, συναρτάται και με την αύξηση των δαπανών για τις συντάξεις. Ως εκ τούτου, το προσδόκιμο ζωής είναι μια πολύ σημαντική παράμετρος για την μακροχρόνια βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων, δεδομένου ότι συνεπάγεται μεγαλύτερο χρόνο καταβολής των συντάξεων και άρα αύξηση των δαπανών των συνταξιοδοτικών συστημάτων. Η αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών λόγω του προσδόκιμου ζωής χαρακτηρίζεται ως «κίνδυνος» που απειλή την βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων και χρησιμοποιείται ως άλλοθι, προκειμένου να υποστηρίξουν οι κυβερνήσεις τις περιοριστικές πολιτικές που εφαρμόζουν, ιδιαίτερα τις τελευταίες τρείς δεκαετίες στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.

Ο χαρακτηρισμός του προσδόκιμου ζωής ως «κίνδυνος» μεταφράζεται σε όρους οικονομικού οφέλους/ζημιάς για τα ασφαλιστικά συστήματα και η πλειονότητα των ασκούμενων κοινωνικο-ασφαλιστικών πολιτικών εστιάζονται, κυρίως, στην μεταφορά του «κινδύνου» αυτού από το κράτος στους ασφαλισμένους. Αυτή η μεταφορά του «κινδύνου», έγινε με την εγκατάλειψη του διανεμητικού συστήματος προκαθορισμένων παροχών και την υιοθέτηση είτε του συστήματος των ατομικών λογαριασμών, είτε του συστήματος των ατομικών λογαριασμών νοητής κεφαλαιοποίησης (NDC). Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι ο «κίνδυνος» που απειλεί το βιοτικό επίπεδο των σημερινών αλλά και μελλοντικών συνταξιούχων δεν αντιμετωπίζεται από το κράτος αλλά μέρος αυτού του « κινδύνου» μεταφέρεται στους ασφαλισμένους με την χρησιμοποίηση αυτόματων σταθεροποιητών οι οποίοι μειώνουν σταθερά το επίπεδο των συντάξεων όσο αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού. Τέτοια συστήματα παρατηρούνται στην Αυστραλία, την Ουγγαρία, την Νορβηγία, το Μεξικό και τη Σλοβακία (υποχρεωτικοί ατομικοί λογαριασμοί), η Ιταλία, η Πολωνία και η Σουηδία έχουν ατομικούς λογαριασμούς νοητής κεφαλαιοποίησης.

Αντίθετα, η Γερμανία, η Φιλανδία, η Γαλλία, η Δανία και η Πορτογαλία διατηρούν το διανεμητικό σύστημα καθορισμένων παροχών με προσαρμογή στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Υπάρχουν όμως και χώρες όπως η Ιαπωνία και η Αγγλία στις οποίες οι ασκούμενες πολιτικές που εφαρμόσθηκαν περιόρισαν (mitigate) την επίδραση του προσδόκιμου ζωής στο ασφαλιστικό σύστημα χωρίς να μεταφέρουν τον «κίνδυνο» στον ασφαλισμένο, διατηρώντας τον «κίνδυνο» είτε στο κράτος, είτε στις επιχειρήσεις. Έτσι, κατ΄αυτόν τον τρόπο αντιμετώπισαν τον «κίνδυνο» του προσδόκιμου ζωής ως πρόκληση και όχι ως απειλή.

Με άλλα λόγια, η πρόκληση της αύξησης του προσδόκιμου ζωής αντιμετωπίζεται με την εφαρμογή πολιτικών που έχουν επιστημονικό υπόβαθρο διαμέσου της δημογραφίας και του αναλογισμού και όχι υιοθετώντας την απλή και εμπειρική πρακτική της μεταφοράς των «κινδύνων» στον ασφαλισμένο με τελικό σκοπό την αποφυγή λήψης πολιτικών αποφάσεων οικονομικά βιώσιμων και κοινωνικά αποτελεσματικών, δεδομένου ότι οι προσαρμογές (μειώσεις των συντάξεων) συντελούνται αυτόματα διαμέσου του μετασχηματισμού (π.χ. Ελλάδα) των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης από διανεμητικό σύστημα καθορισμένων παροχών σε σύστημα ατομικών λογαριασμών νοητής κεφαλαιοποίησης, το οποίο διευρύνει το επίπεδο φτωχοποίησης, αυξάνει ανησυχητικά τις ανισότητες και επιδεινώνει σημαντικά την ποιότητα ζωής του συνταξιοδοτικού πληθυσμού.

μείωσηΣυντάξειςπροσδόκιμοζωήHas video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα