Το σχέδιο «Ελλάς επί Τέσσερα»

Του Γιάννη Βαληνάκη *

Με έκταση που υπολογίζεται από διεθνείς ερευνητές σε περίπου 500.000 τετρ. Χλμ [1], η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ ) της Ελλάδας είναι περίπου τέσσερεις φορές η έκταση της ξηράς της. Από αυτά και μόνο τα μεγέθη των αριθμών γίνεται αμέσως αντιληπτή η σημασία της ως πηγής πλούτου και ισχύος για την χώρα μας. Πολλά έχουν γραφεί τον τελευταίο καιρό για το ζήτημα της ΑΟΖ, όχι όμως
πάντα με την δέουσα προσοχή στην πολυπλοκότητα του ζητήματος, τόσο από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου, όσο και από εκείνη της εξωτερικής πολιτικής. Απουσιάζουν επίσης συνήθως (άραγε τυχαία; ) οι αναφορές στη συστηματική και βάσει σχεδίου προσπάθεια που έγινε στο πρόσφατο παρελθόν από την χώρα μας έναντι των γειτόνων της.
Ο σχεδιασμός αυτός για την ελληνική ΑΟΖ χρονολογείται από το 2004 και αποτελούσε μια ολοκληρωμένη πολιτική με συνολικό οραματικό στόχο και πρόβλεψη για σταδιακά βήματα προς την υλοποίηση, με ελληνικές ενέργειες αλλά και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Η ΑΟΖ στο πλαίσιο αυτό δεν θεωρήθηκε ποτέ ως πανάκεια ή το «μαγικό ραβδί» που θα σώσει τη χώρα μας σε μια νύχτα από τα δημοσιονομικά και άλλα δεινά της. Η πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής είναι εξαιρετικά περίπλοκη και δεν προσφέρεται για συνθηματολογία. Και η προώθηση των εθνικών συμφερόντων δεν γίνεται με σπασμωδικές κινήσεις της στιγμής και κομπασμό των υπεύθυνων χειριστών ενώπιον των ΜΜΕ. Το άρθρο αυτό επιχειρεί στο πλαίσιο αυτό να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια με υπευθυνότητα, φωτίζοντας ορισμένες σημαντικές πτυχές του ζητήματος, έτσι τουλάχιστον που απασχόλησαν τον γράφοντα με την ιδιότητα του υφυπουργού Εξωτερικών κατά την διακυβέρνηση της χώρας επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή. Επιχειρεί, επίσης, να σκιαγραφήσει τους επιμέρους πυλώνες του σχεδιασμού αυτού που πήρε την κωδική ονομασία «Ελλάς επί Τέσσερα-Η Ελλάς των τεσσάρων θαλασσών». Όποιος ασχοληθεί σοβαρά με τα ζητήματα του δικαίου της θάλασσας και των σχετικών πολιτικο-στρατιωτικών αντιπαραθέσεων, αντιλαμβάνεται τη σημασία αλλά ταυτόχρονα και τις εγγενείς διεθνείς δυσκολίες διευθέτησης των διενέξεων αυτών, όταν μάλιστα διακυβεύονται τεράστιες πλουτοπαραγωγικές πηγές [2]. Χρήσιμο είναι επίσης να υπενθυμισθεί εδώ και η απόσταση που υπάρχει συχνά διεθνώς, ανάμεσα, από την μια μεριά στους συνήθως μαξιμαλιστικούς σχεδιασμούς που κάνουν τα κράτη (οι ηγεσίες, οι υπηρεσίες και οι επιστήμονες τους) διεκδικώντας το καθένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση στη θάλασσα (και κάτω από αυτήν) έναντι των γειτόνων τους, και από την άλλη στην τελική σύναψη μιας διεθνούς συμφωνίας οριοθέτησης. Εντάσεις, κρίσεις, στρατιωτικές αντιπαραθέσεις, ακόμη και πόλεμοι μεσολαβούν συχνά ανάμεσα στα δύο αυτά στάδια. Σε πολλές περιπτώσεις οι διενέξεις μεταξύ γειτόνων διαρκούν επί δεκαετίες με συνέπεια, πέραν όλων των άλλων, να μην μπορούν να επωφεληθούν από τον πλούτο που η εκμετάλλευση των θαλασσών μπορεί να τους εξασφαλίσει. Το διεθνές δίκαιο της θάλασσας προσφέρει ένα εξαιρετικά χρήσιμο κίνητρο, εργαλείο αλλά και ελπίδα ειρηνικών και
Keywords
Τυχαία Θέματα