Brexit: Έγκριση αναβολής αλλά με απειλή εξόδου την 1η Ιουνίου

Η Ευρωπαϊκή Ενωση αναμένεται να συμφωνήσει σε μια δεύτερη αναβολή του Brexit, υπό κάποιες προϋποθέσεις, στις οποίες περιλαμβάνεται και η διεξαγωγή ευρωεκλογών, σύμφωνα με το σχέδιο συμπερασμάτων των ηγετών των κρατών μελών, μία μέρα πριν την έκτακτη σύνοδο κορυφής με θέμα την χρονική παράταση του Brexit,

«Αν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν τηρήσει την υποχρέωσή του αυτή, η αποχώρηση θα γίνει την 1η Ιουνίου 2019», αναφέρεται στο κείμενο.

Αν το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει

κράτος μέλος της ΕΕ στις 23-26 Μαΐου 2019, και δεν έχει επικυρώσει μια συμφωνία Brexit έως τις 22 Μαΐου 2019, τότε πρέπει να διεξαγάγει ευρωεκλογές, υπογραμμίζεται στο κείμενο.

Σημειώνεται, παράλληλα, ότι η χρονική παράταση του Brexit «δεν θα πρέπει να επιτραπεί να υπονομεύσει την εύρυθμη λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών».

Επιστολή Τουσκ

Ευέλικτη παράταση ενός έτους στο Brexit, θα συζητήσουν οι 27 ηγέτες των κρατών μελών της ΕΕ, σύμφωνα με την επιστολή του Προέδρου Ντόναλντ Τουσκ προς τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (άρθρο 50) ενόψει της ειδικής συνεδρίασής τους την Τετάρτη. H ευέλικτη παράταση αφήνει το δικαίωμα στο Ηνωμένο Βασίλειο να φύγει όποια στιγμή καταφέρει να επικυρώσει τη Συμφωνία Αποχώρησης, ή να ανακαλέσει το άρθρο 50 ως έχει δικαίωμα.

Αναλυτικά, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αναφέρει στην Επιστολή του προς τους 27 αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων ότι την περασμένη εβδομάδα έλαβε μια επιστολή από την Πρωθυπουργό Μέι με την οποία ζητά περαιτέρω παράταση της περιόδου του άρθρου 50 μέχρι τις 30 Ιουνίου 2019.

«Στην επιστολή της, η Πρωθυπουργός δηλώνει ότι η πολιτική της βρετανικής Κυβέρνησης επιζητά να αποχωρήσει από την ΕΕ κατά τρόπο ομαλό και ότι επιδιώκει λοιπόν τώρα μια συναίνεση στη Βουλή των Κοινοτήτων ως προς αυτό και προσθέτει επίσης ότι εάν το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μέλος της ΕΕ στις 23 Μαΐου 2019, θα ήταν νομικά υποχρεωμένο να διεξάγει εκλογές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», αναφέρει ο Πρόεδρος Τουσκ προς του ηγέτες.

«Λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνεπάγεται ένα no- deal Brexit για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές της Μάγχης, πιστεύω ότι θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό, τι μπορούμε για να αποφύγουμε αυτό το σενάριο και ως εκ τούτου, προτείνω να εξετάσουμε αύριο το αίτημα του πρωθυπουργού May για παράταση κατά τη συνεδρίασή μας", σημειώνει ο Πρόεδρος Τουσκ.

«Ωστόσο, η εμπειρία μας μέχρι στιγμής, καθώς και οι βαθιές διχόνοιες στη Βουλή των Κοινοτήτων, μας δίνουν λίγους λόγους να πιστεύουμε ότι η διαδικασία επικύρωσης μπορεί να ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Ιουνίου και στην πραγματικότητα, η χορήγηση μιας τέτοιας επέκτασης θα αυξήσει τον κίνδυνο μιας κυλιόμενης σειράς σύντομων επεκτάσεων και συνόδων κορυφής έκτακτης ανάγκης, δημιουργώντας νέες καταληκτικές ημερομηνίες, ενώ αυτό, με τη σειρά του, σχεδόν σίγουρα θα επισκιάσει τις δραστηριότητες της ΕΕ των 27 στους επόμενους μήνες», προειδοποιεί ο κ. Τουσκ.

«Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα θα ήταν επίσης κακή για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες μας. Τέλος, αν δεν καταφέραμε να συμφωνήσουμε σε οποιαδήποτε επόμενη παράταση, θα υπήρχε ο κίνδυνος να υπάρξει Brexit από ατύχημα», προειδοποιεί.

«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι πρέπει επίσης να συζητήσουμε μια εναλλακτική, μεγαλύτερη παράταση», αναφέρει και σημειώνει ότι «μια δυνατότητα θα ήταν μια ευέλικτη παράταση, η οποία θα διαρκέσει μόνο όσο χρειάζεται και όχι περισσότερο από ένα έτος, καθώς μετά την ημερομηνία αυτή θα χρειαστεί να αποφασίσουμε ομόφωνα για ορισμένα βασικά ευρωπαϊκά σχέδια», αναφέρει ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

«Η ευελιξία θα επέτρεπε τον αυτόματο τερματισμό της παράτασης, μόλις οι δύο πλευρές έχουν επικυρώσει τη Συμφωνία Αποχώρησης» σημειώνεται.

«Το Ηνωμένο Βασίλειο θα είναι ελεύθερο να φύγει όποτε είναι έτοιμο και η ΕΕ των 27 θα αποφύγει επανειλημμένες συνόδους κορυφής για το Brexit», λέει ο κ. Τουσκ.

«Είναι σημαντικό ότι μια μακρά επέκταση θα προσφέρει περισσότερη βεβαιότητα και προβλεψιμότητα, αφαιρώντας την απειλή της συνεχούς μετατόπισης κρίσιμων ημερομηνιών και επιπλέον, σε περίπτωση συνεχιζόμενου αδιεξόδου, μια τέτοια μακρύτερη παράταση θα επιτρέψει στο Ηνωμένο Βασίλειο να επανεξετάσει τη στρατηγική του για το Brexit», σημειώνει.

«Μερικοί από εσάς εκφράσατε ανησυχίες για το γεγονός ότι η συνεχιζόμενη παρουσία του Ηνωμένου Βασιλείου ως αναχωρούσα χώρα της ΕΕ θα δημιουργούσε κινδύνους για τη λειτουργία της ΕΕ των 27 σε μια στιγμή σημαντικών αποφάσεων για το μέλλον της», αναγνωρίζει ο κ. Τουσκ και αντιπροτείνει τη συμφωνία σε μια σειρά προϋποθέσεων, όπως ότι δεν θα ανοίξει ξανά η Συμφωνία Αποχώρησης, δεν θα υπάρξει καμία έναρξη των διαπραγματεύσεων για το μέλλον, εκτός από την Πολιτική Δήλωση και το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να διατηρήσει την ειλικρινή συνεργασία του και κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης περιόδου, με τρόπο που να αντικατοπτρίζει την κατάσταση του ως αναχωρούντος κράτους μέλους.

«Ωστόσο, πρέπει να θυμόμαστε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα παραμείνει κράτος μέλος με πλήρη δικαιώματα και υποχρεώσεις και, εν πάση περιπτώσει, το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να ανακαλέσει το άρθρο 50 ανά πάσα στιγμή, όπως δήλωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο», λέει.

«Όποια κι αν είναι η απόφαση, δεν πρέπει να επηρεάζεται από αρνητικά συναισθήματα», προειδοποιεί.

«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το Ηνωμένο Βασίλειο με τον υψηλότερο σεβασμό, καθώς θέλουμε να παραμείνουμε φίλοι και στενοί εταίροι και καθώς θα χρειαστεί να συμφωνήσουμε στις μελλοντικές μας σχέσεις και καμία πλευρά δεν πρέπει να αφεθεί να νιώθει ταπεινωμένη σε οποιοδήποτε στάδιο αυτής της δύσκολης διαδικασίας», αναφέρει ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

«Όπως γνωρίζετε, με τον Brexit δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Και οι δύο προαναφερθείσες επιλογές έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους. Επομένως, ας τις συζητήσουμε με ανοιχτό, δημιουργικό και εποικοδομητικό τρόπο» λέει.

Οι ηγέτες θα συναντηθούν στις 18.00 για ανταλλαγή απόψεων με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι και στη συνέχεια, θα ακούσουν τον Πρωθυπουργό Μέι, πριν συναντηθούν για δείπνο σε επίπεδο 27, προκειμένου να συμφωνήσουν σε μια απάντηση στο αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Γερμανία: Αναβολή του Brexit μέχρι τις αρχές του 2020 θεωρεί πιθανή η Καγκελάριος Μέρκελ, σύμφωνα με δημοσιεύματα

Αναβολή του Brexit για μερικούς μήνες, ίσως και μέχρι τις αρχές του 2020, θεωρεί «πιθανή» η Άγγελα Μέρκελ. Αυτό μεταφέρουν βουλευτές που συμμετείχαν στην συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) ότι δήλωσε η καγκελάριος, η οποία νωρίτερα σήμερα συναντήθηκε με την βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι.

Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η κυρία Μέρκελ μετέφερε στην συνεδρίαση και την διαβεβαίωση της κυρίας Μέι ότι η Βρετανία διατηρεί τα δικαιώματα και της υποχρεώσεις του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο παραμένει σε αυτήν. Οι δύο γυναίκες, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, συμφώνησαν ότι πρέπει να διασφαλιστεί η συντεταγμένη έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε..

Όπως μεταδίδει η εφημερίδα «Muenchner Merkur», η κυρία Μέρκελ τόνισε ότι η θέση του βρετανικού Κοινοβουλίου να μην επιτρέψει ένα «άτακτο» Brexit «πρέπει να θεωρηθεί θησαυρός, τον οποίο πρέπει να στηρίξουμε», ενώ η Sueddeutsche Zeitung μεταδίδει ότι η ίδια η Καγκελάριος τάχθηκε υπέρ της παραχώρησης νέας προθεσμίας ("flextension"). Κατά την διάρκεια της συνεδρίασης της Κ.Ο., πολλοί βουλευτές εξέφρασαν επιφύλαξη για το ενδεχόμενο αναβολής του Brexit, ενώ άλλοι κατανόηση για την ανάγκη να δοθεί στην Βρετανία λίγος ακόμη χρόνος. «Πρέπει να φανούμε κάπως πιο γενναιόδωροι σε ό,τι αφορά τους κανονισμούς που αφορούν τις διαδικασίες», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Κ.Ο., Γιούργκεν Χαρτ (CDU).

Ο επικεφαλής της επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου Γκούντερ Κρίχμπάουμ (CDU) δήλωσε, σύμφωνα με την Merkur, ότι «πρέπει να κάνουμε τα πάντα προκειμένου να αποτρέψουμε ένα 'σκληρό' Brexit», προειδοποιώντας ταυτόχρονα για το ενδεχόμενο η Ε.Ε. να κάνει με το Brexit «εισαγωγή κινδύνων». Στην ίδια γραμμή, η αντιπρόεδρος της Κ.Ο. της CDU/CSU Κάτια Λάικερτ (CDU) επισήμανε ότι ένα «σκληρό» Brexit θα κόστιζε στις εναπομείνασες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως και 5 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων 500 εκατομμύρια στην Γερμανία. Το επόμενο έτος, το συνολικό αυτό κόστος θα μπορούσε να ανέλθει ακόμη και στα 12 δισεκατομμύρια ευρώ, εκτίμησε η ίδια.

Ο χριστιανοδημοκράτης ευρωβουλευτής Έλμαρ Μπροκ, μιλώντας στην SZ, τάχθηκε κατά μιας ενδεχόμενης μεγαλύτερης παράτασης, καθώς, όπως είπε, «κατά πάσα πιθανότητα αυτή η παράταση δεν θα συνδέεται με την υποχρέωση διενέργειας ευρωεκλογών ή νέου δημοψηφίσματος», ενώ, λόγω της εσωτερικής πίεσης που θα δεχθεί η κυρία Μέι, στο τέλος η Ε.Ε. θα βρεθεί να διαπραγματεύεται με τον Μπόρις Τζόνσον. Θα ευχόμουν οι Βρετανοί να δέχονταν πίεση να αποφασίσουν είτε ως το τέλος του μήνα είτε το αργότερο μέσα στον Μάιο, πρόσθεσε ο κ. Μπροκ.

Από τη πλευρά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, η αρχηγός Αντρέα Νάλες τάχθηκε υπέρ της συντεταγμένης αποχώρησης της Μεγάλης Βρετανίας και τόνισε ότι είναι σημαντικό οι υπόλοιπες χώρες να παραμείνουν ενωμένες ενόψει των κρίσιμων αποφάσεων. «Για αυτόν τον λόγο, μπορεί να δοθεί παράταση μόνο εάν καταστεί σαφές ότι αυτή η παράταση έχει συγκεκριμένη προοπτική. Το ερώτημα είναι, τι, συγκεκριμένα, θα φέρει μια παράταση ώστε να λυθεί το πρόβλημα το οποίο σήμερα στην Μ. Βρετανία προφανώς παραμένει άλυτο», τόνισε η κυρία Νάλες.

Keywords
Τυχαία Θέματα