COVID-19:Μπορούμε να συγκρίνουμε τα ποσοστά αποτελεσματικότητας των εμβολίων;

Αυτή την περίοδο, τα μάτια όλων είναι, χωρίς αμφιβολία, στραμμένα στα τρία προτεινόμενα εμβόλια για τον ιό COVID-19 (Pfizer-BioNTech, Moderna και AstraZeneca). Παρόλο που μπορούμε εύκολα να συγκρίνουμε τα εμβόλια ως προς τα χαρακτηριστικά τους, το κόστος τους, και τον απαιτούμενο χρόνο μεταξύ των δόσεων, αυτό δεν συμβαίνει με τα ποσοστά αποτελεσματικότητας. Τα ποσοστά αποτελεσματικότητας επηρεάζονται από τις διαφορές στους πληθυσμούς και τις στατιστικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν.

Στη δοκιμή της Pfizer,

ο πληθυσμός ήταν αρκετά ποικίλος με 58% μεταξύ 16 και 55 ετών, 42% πάνω από 55 ετών, και 18% με μη-λευκή εθνικότητα. Επίσης, και στην ομάδα που πήρε το πραγματικό εμβόλιο αλλά και στην ομάδα που πήρε το εικονικό εμβόλιο, περίπου το 21% είχε τουλάχιστον μία συννοσηρότητα (διαβήτη ή πνευμονικές ασθένειες).

Στη δοκιμή Moderna, παρόμοια με τη δοκιμή Pfizer, ο πληθυσμός ήταν αρκετά ποικίλος με 23% άνω των 65 ετών και 42% στις ομάδες υψηλού κινδύνου (άτομα με διαβήτη ή καρδιακές παθήσεις). Επίσης, περίπου το 37% προερχόταν από τις υποεκπροσωπούμενες ομάδες εθνικότητας στις Η.Π.Α. και περίπου το 25% ήταν εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας.

Στη δοκιμή AstraZeneca, ο πληθυσμός δεν ήταν τόσο ποικίλος όσο στις μελέτες Pfizer και Moderna. Η πλειονότητα του πληθυσμού ήταν μεταξύ 18 και 55 ετών. Επιπλέον, οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες ήταν εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας. Η πρόθεση, σύμφωνα με την κατανόηση μας, ήταν να συμπεριληφθούν περισσότερα άτομα που βρίσκονταν σε σημαντικό κίνδυνο έκθεσης στον ιό μειώνοντας έτσι το μέγεθος του δείγματος/χρόνο που απαιτείται μέχρι τη στατιστική ανάλυση. Επίσης, περίπου το 25% είχε τουλάχιστον μία συννοσηρότητα (διαβήτη, αναπνευστικές ή καρδιακές παθήσεις).

Στην επιδημιολογία, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου (“vaccine efficacy”) ορίζεται ως η ποσοστιαία μείωση της αθροιστικής επίπτωσης (“incidence proportion”) μιας νόσου στην εμβολιασμένη ομάδα σε σύγκριση με την μη-εμβολιασμένη ομάδα. Η αθροιστική επίπτωση είναι ο αριθμός των νέων περιπτώσεων (εντός μίας καθορισμένης χρονικής περιόδου) δια του αριθμού των ατόμων που κινδυνεύουν (“at risk”). Με άλλα λόγια, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι η σχετική μείωση του κινδύνου (“relative risk reduction”) και όχι το «πραγματικό ποσοστό προστασίας», καθώς αυτό δεν είναι μετρήσιμο.

Στη δοκιμή Pfizer, 36.621 άτομα έλαβαν μέρος στην κύρια τελική ανάλυση αποτελεσματικότητας. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας υπολογίστηκε ως 100% × (1-IRR), όπου ο λόγος του ποσοστού που νόσησαν (“illness rate ratio (IRR)”) είναι ο λόγος του ποσοστού που νόσησαν στην εμβολιασμένη ομάδα ως προς το αντίστοιχο ποσοστό που νόσησαν στην μη-εμβολιασμένη ομάδα. Το ποσοστό αυτών που νόσησαν (“illness rate”) υπολογίστηκε ως ο αριθμός των περιπτώσεων COVID-19 (μόνο η πρώτη επιβεβαιωμένη περίπτωση COVID-19 με συμπτώματα μετράται ανά άτομο)  που επιβεβαιώθηκαν τουλάχιστον 7 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση ανά 1.000 άτομα-έτη. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας από την τελική ανάλυση ήταν 95.1% και αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας “Bayesian” στατιστικές μεθόδους.

Στη δοκιμή Moderna, 27.817 άτομα έλαβαν μέρος στην κύρια τελική ανάλυση αποτελεσματικότητας. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας εκτιμήθηκε ως 100% × (1-HR), όπου το HR είναι ο λόγος κινδύνου (“hazard ratio (HR)”), χρησιμοποιώντας ένα “stratified Cox proportional hazard regression model”. Σε αυτή τη δοκιμή, οι επιβεβαιωμένες περιπτώσεις COVID-19 είναι επίσης συμπτωματικές, αλλά η μέτρηση ξεκινά τουλάχιστον 14 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας από την τελική ανάλυση ήταν 94.1%.

Στη δοκιμή AstraZeneca, 11.636 άτομα έλαβαν μέρος στην κύρια ανάλυση αποτελεσματικότητας. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας εκτιμήθηκε ως 100% × (1-RR), όπου ο σχετικός κίνδυνος (“relative risk (RR)”) υπολογίστηκε ως ο λόγος του ποσοστού που νόσησαν στην εμβολιασμένη ομάδα ως προς το αντίστοιχο ποσοστό που νόσησαν στην μη-εμβολιασμένη ομάδα. Το ποσοστό αυτών που νόσησαν υπολογίστηκε ως ο αριθμός των συμπτωματικών περιπτώσεων COVID-19 που επιβεβαιώθηκαν τουλάχιστον 15 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση. Το RR προσαρμόστηκε ως προς την ηλικία και εκτιμήθηκε χρησιμοποιώντας ένα “Poisson regression model with robust variance”. Το ποσοστό αποτελεσματικότητας ήταν 70%.

Βλέποντας τις αποκλίσεις μεταξύ των πληθυσμών και πώς εκτιμήθηκε η αποτελεσματικότητα του εμβολίου σε κάθε δοκιμή, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι, οι συγκρίσεις των ποσοστών αποτελεσματικότητας για τα τρία εμβόλια πρέπει να γίνονται με ιδιαίτερη προσοχή και κατά προτίμηση να αποφεύγονται. Για παράδειγμα, στη δοκιμή Pfizer χρησιμοποιήθηκαν “Bayesian” μεθόδοι, ενώ στις άλλες δύο κλασικές στατιστικές μεθόδοι (“frequentist”). Οι διαφορές μεταξύ των δύο μεθόδων είναι θεμελιώδεις και μη συγκρίσιμες. Εάν η σύγκριση είναι απαραίτητη, τότε θα πρέπει να γίνει μια κοινή κλινική δοκιμή που θα συγκρίνει τα τρία εμβόλια στον ίδιο πληθυσμό και με μία στατιστική μέθοδο.Επίσης, είναι σημαντικό να διευκρινηστεί η σωστή ερμηνεία του ποσοστού αποτελεσματικότητας, μιας και έχει περιγραφεί πολλές φορές λανθασμένα στον τύπο.

Για παράδειγμα, εάν το ποσοστό αποτελεσματικότητας για ένα εμβόλιο είναι 95%, τότε αυτό δεν σημαίνει ότι το εμβόλιο θα προστατεύσει 95 από τα 100 άτομα που εκτίθενται στον ιό. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, το ποσοστό αποτελεσματικότητας είναι καταρχήν μία σχετική μείωση του κινδύνου (σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο) και, δεύτερον, μετρήθηκε με βάση τις περιπτώσεις COVID-19 με εμφανή συμπτώματα. Οπόταν, δεν παρέχει πληροφορίες σχετικά με την προστασία από τον ιό αλλά σχετικά με τη σύλληψη του ιού με συμπτώματα. Έτσι, 95% αποτελεσματικότητα σημαίνει 95% μείωση του ποσοστού συμπτωματικών περιπτώσεων στην εμβολιασμένη ομάδα σε σύγκριση με την μη-εμβολιασμένη ομάδα.

Χρίστος Στυλιανού Ph.D (CEO της ClinBAY*) / Έλενα Χατζηκώστα Ph.D (Statistical Consultant της ClinBAY*)

*H ClinBAY ιδρύθηκε το 2007 και είναι η πρώτη Contract Research Organization (CRO) εταιρεία στην Κύπρο. Παρέχει στατιστικές υπηρεσίες και αναλύσεις σε μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες καθώς και βοήθεια στις λήψεις αποφάσεων για κλινικές δοκιμές. 

Keywords
Τυχαία Θέματα