Nέα καθυστέρηση στο χαλλούμι

Τουλάχιστον μέχρι τον Ιανουάριο η απάντηση της Ευρωπαικής Επιτροπής για τον φάκελο

Πληροφορίες από τις Βρυξέλλες αναφέρουν ότι κάποια τεχνικά ζητήματα και οι προσπάθειες των Τουρκοκύπριων παραγωγών για μηχανισμό ελέγχου προκαλούν νέα καθυστέρηση στο θέμα

Πρώτη φορά στα ιστορικά της ΕΕ, κατά την οποία οι παραγωγοί του προϊόντος δεν συμφωνούν με την κατοχύρωσή του από τα αρμόδια σώματα

Τουλάχιστον μέχρι τον Ιανουάριο θα συνεχιστεί

η εξέταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του φακέλου που υπέβαλε η Κύπρος, για κατοχύρωση του χαλλουμιού ως προϊόντος Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Σύμφωνα με πληροφορίες της «Σ» από τις Βρυξέλλες, αιτία της νέας καθυστέρησης αποτελούν δύο βασικοί λόγοι.

Ο πρώτος αφορά τις προσπάθειες των Τουρκοκύπριων παραγωγών και επιμελητηρίων, που ζητούν την εγκαθίδρυση χωριστού μηχανισμού ελέγχου των προτύπων παραγωγής στα κατεχόμενα, κάτι που αντιβαίνει στο κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να καθορίσει η ίδια τον μηχανισμό ελέγχου του προϊόντος.

Ο δεύτερος λόγος της καθυστέρησης είναι οι διάφορες επιμέρους δυσκολίες όσον αφορά τα θέματα των ενστάσεων που επεβλήθησαν κατά του φακέλου και το πώς η Επιτροπή θα απαντήσει σε αυτές τις ανησυχίες των ενισταμένων, παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις του Υπουργού Γεωργίας Νίκου Κουγιάλη, περί τεχνικής αρτιότητας του φακέλου.

Από τις 8 Ιουλίου

Οι ίδιοι κύκλοι αναφέρουν ότι ακόμα δεν λήφθηκε η οποιαδήποτε επίσημη απόφαση για την έκβαση του φακέλου, όμως την ίδια ώρα εκτιμούν ότι το γεγονός ότι αυτή η διαδικασία έχει τόσες πολλές παραμέτρους και τόσα πολλά θέματα που ακόμα και αν το 2017 το χαλλούμι κατοχυρωθεί ως ΠΟΠ, δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσει προβλήματα από πιθανές νομικές διαδικασίες από τους ενισταμένους. Τα πιο πάνω συντείνουν σε άλλη μια καθυστέρηση, η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις του Υπουργού Γεωργίας. Υπενθυμίζεται ότι από τις 8 Ιουλίου, ολοκληρώθηκε η διαδικασία διαβούλευσης και ετοιμάστηκε η σχετική έκθεση, η οποία εστάλη προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για εξέταση.

Δεν συμφωνεί κανείς

Μια παραδοξότητα που αφορά τον φάκελο του χαλλουμιού είναι το γεγονός ότι πρόκειται ίσως για την πρώτη φορά στα ιστορικά της ΕΕ, κατά την οποία οι παραγωγοί του προϊόντος (τυροκόμοι), οι παραγωγοί γάλακτος, τόσο Ελληνοκύπριοι όσο και οι Τουρκοκύπριοι, δεν συμφωνούν με την κατοχύρωσή του από τα αρμόδια σώματα.

Το θέμα της ποσόστωσης αποτελεί και τη μεγαλύτερη διαφωνία των παραγωγών του χαλλουμιού με τον φάκελο που έστειλε για έγκριση στα αρμόδια ευρωπαϊκά σώματα η κυπριακή κυβέρνηση, καθώς ζητούν να μην μπουν ποσοστά και να συνεχίσει να παράγεται το προϊόν στη βάση της ερμηνείας και εφαρμογής προτύπου του 1985, στο οποίο δεν καθορίζονται αναλογίες.

Αναθεώρησαν την ερμηνεία

Επισημαίνεται ότι η Κυβέρνηση προχώρησε σε αναθεώρηση της ερμηνείας του προτύπου και ισχυρίζεται ότι στο χαλλούμι πρέπει να υπερισχύει το αιγοπρόβειο γάλα, ενώ έθεσε δεκαετή μεταβατική περίοδο, στην οποία θα ισχύει πρόσμιξη τουλάχιστον 20% αιγινού και πρόβειου γάλακτος, μέχρι να αναπτυχθεί η αιγοπροβατοτροφία και να αυξηθούν οι ποσότητες του γάλακτος, καθώς με τα σημερινά δεδομένα δεν επαρκούν.

Παράλληλα σημειώνεται ότι, σύμφωνα με γραπτά κείμενα της Ε.Ε., οι ισχυρισμοί του κ. Κουγιάλη, ότι ήταν απαίτηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να μπουν ποσοστά στον φάκελο όσον αφορά την αναλογία των ειδών γάλακτος (αιγινό, πρόβειο, αγελαδινό), που θα χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του χαλουμιού, δεν ευσταθούν, αφού αντίθετα οι πηγές υποστηρίζουν ότι το θέμα αυτό αφορά αποκλειστικά την κυπριακή κυβέρνηση.

Αυξάνονται οι εξαγωγές

Το χαλλούμι αποτελεί το δεύτερο κατά σειρά προϊόν σε αξία εξαγωγών της Κύπρου μετά τα φάρμακα. Συγκεκριμένα, βάσει στοιχείων το πρώτο εξάμηνο του 2016 οι εξαγωγές του χαλλουμιού ξεπέρασαν τα 71 εκατομμύρια ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 21,75%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές παρουσιάζουν συνεχή άνοδο, καθώς οι προσπάθειες των τυροκόμων αποδίδουν καρπούς.

Όμως για την επόμενη χρονιά το τοπίο είναι ιδιαίτερα θολό, καθώς, αν και οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται μπορούν να αυξήσουν και άλλο τις πωλήσεις, εντούτοις στον δρόμο τους ορθώνεται ένα τεράστιο εμπόδιο. Στον φάκελο του χαλλουμιού, βάσει των υπολογισμών, καλύπτεται μόλις το 10% της σημερινής εμπορίας του χαλλουμιού. Στην περίπτωση αυτή οι εξαγωγές αναμένεται να ελαχιστοποιηθούν.

Εννιά ενστάσεις

Εναντίον του φακέλου κατατέθηκαν εννιά συνολικά ενστάσεις. Η μια προέρχεται από τη Μεγάλη Βρετανία, της οποίας η ένσταση είναι ομαδική και εμπεριέχει παραγωγούς χαλλουμιού, εμπόρους και υπεραγορές. Παράλληλα, ένσταση κατέθεσαν δύο έμποροι από την Αυστραλία, ένας από τη Νέα Ζηλανδία, ένας από τις ΗΠΑ και ένας από το Κουβέιτ. Την ίδια στιγμή τρεις ενστάσεις έφτασαν από την Τουρκία, που αφορούν και εμπόρους και παραγωγούς.

Από τον Ιούλιο του 2015

Ο φάκελος κατοχύρωσης του χαλλουμιού ως προϊόντος προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) δημοσιεύτηκε στις 28 Ιουλίου του 2015. Στον φάκελο αναφέρονται τα ονόματα «Χαλλούμι» (Halloumi)/«Hellim», τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούνται μαζί ή ξεχωριστά. Υπάρχουν δύο τύποι χαλλουμιού, το φρέσκο και το ώριμο. Το γάλα που χρησιμοποιείται για το χαλλούμι πρέπει να είναι φρέσκο πρόβειο ή αιγινό ή μείγμα αυτών με αγελαδινό γάλα ή χωρίς αυτό, πυτιά (εξαιρουμένης της πυτιάς που προέρχεται από το στομάχι των χοίρων), φρέσκα ή αποξηραμένα φύλλα κυπριακού δυόσμου και άλας.

Το πρόβειο ή αιγινό γάλα ή μείγμα αυτών πάντοτε πρέπει να υπερέχει ποσοτικά του αγελαδινού γάλακτος. Το γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή του χαλλουμιού είναι κυπριακό και ολόπαχο, πρέπει να είναι παστεριωμένο ή να έχει θερμανθεί σε θερμοκρασία πέραν των 65°C. Το προς τυροκόμηση γάλα δεν επιτρέπεται να υπόκειται σε συμπύκνωση ή να προστίθεται σε αυτό σκόνη γάλακτος ή συμπύκνωμα γάλακτος, καζεϊνικά άλατα, χρωστικές ουσίες, συντηρητικά ή άλλα πρόσθετα. Απαγορεύεται επίσης η παρουσία σε αυτό αντιβιοτικών, φυτοφαρμάκων και άλλων επικίνδυνων ουσιών.

Το πρόβειο και αιγινό γάλα πρέπει προέρχονται από ντόπιες φυλές ζώων και τις διασταυρώσεις τους, που έχουν προσαρμοστεί στις κλιματολογικές συνθήκες της Κύπρου. Το αγελαδινό γάλα να προέρχεται από μαυρόασπρες αγελάδες που εισήχθησαν σταδιακά στην Κύπρο, αρχίζοντας από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα και είναι πολύ καλά εγκλιματισμένες στις συνθήκες του τόπου.

Keywords
Τυχαία Θέματα