Άφησε το παιδί σου να παίζει. Του κάνει καλό

Έχουμε ποτέ σκεφτεί, γιατί τα παιδιά μας πρέπει να παίζουν ή  γιατί πρέπει να αφήνουμε τα παιδιά μας να “παίζουν ελεύθερα”;  Διανύοντας μια από τις πιο δύσκολες συνθήκες λόγω πανδημίας, με αρκετό καιρό αποκλεισμένοι στο σπίτι μας, περάσαμε πολλές ώρες με τα παιδιά μας και αυτά μαζί μας.  Βάλαμε καινούργιους κανόνες και καινούργια όρια όχι μόνο εμείς σαν γονείς αλλά και αυτά σαν παιδιά. 

Είναι σαν να ξαναγνωριστήκαμε όλοι πάλι από την αρχή.  Η στέρηση ελευθερίας ανάγκασε μεγάλους και μικρούς να περάσουν πιο ποιοτικό χρόνο μεταξύ τους.  Στο διάστημα του εγκλεισμού, αναγνωρίσαμε την ανάγκη

των παιδιών μας να τρέξουν, να φωνάξουν και να παίξουν.

Τι είναι παιχνίδι για το παιδί;  Γιατί είναι τόσο σημαντικό στην ζωή του;

Το παιχνίδι είναι μια εκδήλωση όλων των εποχών.  Από τους αρχαιότατους  χρόνους, παρακίνησε την προσοχή και τη σκέψη των ανθρώπων και αποτέλεσε αντικείμενο παράστασης στην τέχνη καθώς και αντικείμενο περιγραφής στη λογοτεχνία και την ποίηση (Αντωνιάδης, 1994).  «Το παιχνίδι είναι αρχαιότερο από τον πολιτισμό» (Huizinga, 1989).

Είναι αλήθεια, ότι το παιχνίδι είναι η πλέον σημαντική δραστηριότητα του παιδιού.  Με αυτό μιλάει, εκφράζεται, κινείται, σκέπτεται, δημιουργεί, μεγαλώνει, ζει.  Το παιχνίδι είναι η πιο σημαντική δουλειά που έχει να κάνει το παιδί.  Μόνο τα παιδιά μπορούν να παίζουν ατελείωτα με πέτρες, ξύλα και οτιδήποτε δεν έχει για εμάς τους μεγάλους σημασία και μάλιστα χωρίς να πλήττουν. Με το παιχνίδι ποτέ τους δεν χορταίνουν και δεν κουράζονται (Scales, etal., 1991).

Δεν είναι τυχαίο, πως το παιχνίδι σημαίνει για τα παιδιά γέλιο, ευθυμία, χαρά, ξεκούραση, απόλαυση, ξεφωνητά, δημιουργία, πάθος, ελευθερία.  Μεγάλη σημασία  έχει το γεγονός, πως ο άνθρωπος προχωρά στην ζωή, αρχίζοντας από το παιχνίδι.  Μεγαλώνει μάλιστα, παίζοντας πριν γίνει ενεργό μέλος της κοινωνίας (Κάππας, 2005).

Το παιχνίδι διαχωρίζεται από την εργασία, καθώς δεν αποτελεί καθήκον.  Συνήθως παρουσιάζεται σαν ξεκούραση, γέμισμα του χρόνου τις ελεύθερες ώρες, σαν ξεγνοιασιά και αναψυχή, σαν χαλάρωμα. Πολλές φορές εμείς οι ενήλικες θεωρούμε το παιχνίδι χάσιμο χρόνου ή το θεωρούμε μια δραστηριότητα δευτερεύουσας σημασίας, γιατί δεν έχουμε κατανοήσει ότι για το παιδί αποτελεί την πιο σοβαρή ενασχόληση και ότι παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξή του και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.  Είναι χαρακτηριστικό της ηλικίας τους, θεωρείται το κέντρο της παιδικής ηλικίας, δεν  νοείται παιδί χωρίς παιχνίδι.

Παιδί και παιχνίδι θεωρούνται έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους, έννοιες αλληλένδετες.  Για το παιδί κάθε δραστηριότητα είναι παιχνίδι, όπως δηλώνεται και από την ετυμολογική συγγένεια των δύο λέξεων.  Η λέξη παιχνίδι έχει τις ρίζες της στην αρχαία ελληνική γλώσσα, η οποία είχε τρεις τουλάχιστον διαφορετικές λέξεις για το παιχνίδι.

Η συνηθέστερη από τις τρεις ήταν η λέξη παιδιά που σημαίνει «ότι ανήκει ή ότι αναφέρεται στο παιδί» (Huizinga, 1989. Σελ. 51).  Η λέξη παιδί, καθώς και τα παράγωγά της: παίζειν, παίγμα και παίγνιον χρησιμοποιούνταν για να δηλώσουν όχι μόνο τα παιχνίδια των παιδιών, αλλά και κάθε είδος παιχνιδιού ακόμα και το υψηλότερο και το ιερότερο, όπως για παράδειγμα, τις ιερές τελετουργίες. Όλες οι παραπάνω λέξεις εμπεριείχαν την έννοια της ξεγνοιασιάς, της ευθυμίας και της χαράς (Huizinga. 1989).

Το παιχνίδι είναι η παγκόσμια γλώσσα των παιδιών. Μέσα απ’ αυτό μπορούν κι εκφράζονται πιο ευέλικτα, σωστά και πολύπλευρα. Πολλοί είναι αυτοί που έχουν τονίσει, πως το παιδί με το παιχνίδι δείχνει τη σωματική, συναισθηματική και κοινωνική του εξέλιξη, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να χειρισθεί την πραγματικότητα. 

Επομένως, όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι παιδί και παιχνίδι είναι έννοιες ταυτόσημες.  Το παιχνίδι δεν είναι μόνο ένας τρόπος για να περάσουν τα παιδιά ευχάριστα την ώρα τους, αλλά βοηθάει σε σημαντικό βαθμό στην ανάπτυξη του παιδιού, δηλαδή να αναπτύξει τις αισθήσεις του, την κοινωνικότητά του, την φαντασία του, την παραγωγή και χρήση της γλώσσας, καθώς και της γραφής.  Έχει την ιδιότητα να σχετίζεται και σε ένα ακόμα σημαντικό κομμάτι της ανάπτυξης του παιδιού, στο να σχηματίσει το ίδιο το παιδί την αντίληψη για την πραγματικότητα, την αυτογνωσία, καθώς και να το προετοιμάσει για την ικανότητά του να δημιουργήσει πολιτισμό (Garvey, 1990).

Για την καλύτερη αξιολόγηση του παιχνιδιού, υπάρχουν διάφορες θεωρίες ,που κυριαρχούν και δείχνουν τη σπουδαιότητα του.

Το κύριο στοιχείο τους είναι ότι παίζουν για να καταναλώνουν την ενέργεια τους και να ψυχαγωγηθούν, γεγονός που πολλές φορές το έχουν περισσότερο ανάγκη από την ίδια την ανάπαυσή τους.

Τη σπουδαιότητα του παιχνιδιού εξέφραζαν ανέκαθεν αξιόλογοι φιλόσοφοι, παιδαγωγοί και ψυχολόγοι, οι οποίοι ασχολήθηκαν με τη μελέτη και την ανάλυση του όπως  για παράδειγμα η θεωρία του Fröbel.  Ο Fröbel (1782-1852) είναι παγκοσμίως γνωστός ως ο δημιουργός του νηπιακού κήπου (Kinder garden).  Είναι ο πρώτος ο οποίος  έγραψε μια θεωρία, η οποία σύμφωνα με αυτόν στην νηπιακή ηλικία το παιδί αναπτύσσεται περισσότερο από κάθε άλλη ηλικία στον σωματικό και πνευματικό τομέα. (Κυριαζοπούλου– Βαληνάκη, 1977). 

Για τον Fröbel το παιχνίδι, εκδηλώνεται ελεύθερα και αβίαστα από το παιδί, αναπτύσσει την νοητική του ικανότητα, συνδέοντας τον εσωτερικό του κόσμο με τον κόσμο των αισθήσεων, ξυπνώντας την περιέργεια και την δίψα του για γνώση καθώς με το παιχνίδι το παιδί ανακαλύπτει το τι μπορεί να κάνει. 

Ο Fröbel  πίστευε στην αποτελεσματικότητα της δράσης του παιδιού, όταν αυτή εντάσσεται στο παιχνίδι.  Για να αναπτύξει σωστά το παιδί όλες τις ικανότητές του θα πρέπει να ξεκινήσει με μια εύκολη αλλά ελκυστική δραστηριότητα ώστε να κρατηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον του (Χ. Χατζηστεφανίδου).

Το φραϊμπελιανό σύστημα μπορεί να θεωρηθεί επαναστατικό για την εποχή του. Ο Fröbel ήταν ο πρώτος ο οποίος προσπάθησε να εφοδιάσει και να οργανώσει τις δραστηριότητες των παιδιών με παιχνίδια, για να βοηθήσει την ανάπτυξη και την αγωγή τους.  Εισήγαγε στο Νηπιαγωγείο την έννοια της κατασκευής, το «learning by doing».  Ο Fröbel πίστευε στην αποτελεσματικότητα της δράσης του παιδιού, κυρίως όταν αυτή είναι αυτόβουλη και ενταγμένη στο παιχνίδι. 

Το σύστημα του για την αγωγή του νηπίου, στηρίζεται στην ενιαία «ψυχοφυσική ενότητα του ανθρώπινου νου», που ακολουθεί τους εξελικτικούς φυσικούς νόμους, οι οποίοι δεν είναι δεοντολογικοί, αλλά είναι απόρροια των ψυχολογικών τάσεων των μικρών παιδιών για κίνηση και ενέργεια, για χειροτεχνική δραστηριότητα, για παραγωγή και δημιουργία, για ρυθμική κίνηση, για γνώση, για κοινωνικότητα. ( Χ. Γ. Χαρίτος).

*Επιμέλεια Κειμένου - Σοφία Καραμπατάκη Θεατρολόγος – Σκηνοθέτης – Εμψυχωτής

Keywords
Τυχαία Θέματα