ΑΝΑΛΥΣΗ: Πώς επηρεάστηκε η Κύπρος από τα μνημόνια της Ελλάδας

Η Κύπρος επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την αβεβαιότητα η οποία επικράτησε στην ελληνική οικονομία κατά την μνημονιακή περίοδο η οποία λήγει σήμερα 20 Αυγούστου 2018, μετά από οκτώ δύσκολα χρόνια λιτότητας.

Μιλώντας στην εκπομπή «Όλα στο φως» του Ράδιο Πρώτο ο Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Μάριος Ζαχαριάδης ανέφερε ότι παράλληλα, από την κυπριακή πλευρά, έγιναν λανθασμένοι χειρισμοί, τόσο από επιχειρηματίες και τραπεζίτες,

όσο και από πολιτικούς, καθώς ελήφθησαν υψηλά ρίσκα, όπως η αγορά ελληνικών ομολόγων από την δευτερογενή αγορά, την ώρα που παγκόσμιοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί όπως η Deutsche Bank τα πωλούσαν σε κύπριους τραπεζίτες.

«Αυτό ήταν ένα από τα μεγαλύτερα λάθη και βάρη τα οποία επωμίστηκε η Κύπρος, βάσει των επιλογών της βεβαίως, δεν ήρθε εξ ουρανού», είπε.

Ερωτηθείς αν η βάση του προβλήματος ήταν οι πολιτικές ή τεχνοκρατικής φύσεως, ο κος Ζαχαριάδης εστίασε το πρόβλημα στις επιλογές κάποιων τραπεζιτών, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζει ότι έγιναν λανθασμένες εκτιμήσεις και από κάποιους θεσμούς, όπως η τότε Κυβέρνηση και η Κεντρική Τράπεζα.

«Ναι μεν υπήρξε η παρότρυνση προς τις τράπεζες να μην αγοράσουν ομόλογα από την δευτερογενή αγορά, ωστόσο δεν έγινε τόσο έντονη παρέμβαση από τον τότε Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Αυτό είναι μόνο ένα παράδειγμα, σχετικά με το τι πήγε λάθος και η Κύπρος επωμίστηκε περισσότερο βάρος απ’ ό,τι ήταν αναγκασμένη να επωμισθεί», τόνισε λέγοντας ότι το συνολικό κόστος ανέρχεται σε κάποια δισεκατομμύρια.

«Όταν η Τράπεζα Κύπρου αγόρασε ομόλογα από την δευτερογενή αγορά και στη συνέχει αναγκάστηκε, λόγω του PSI, να απωλέσει κάποια περιουσιακά στοιχεία μεγάλης αξίας, οδηγήθηκε με μαθηματική ακρίβεια στην χρεοκοπία», σημείωσε.

Ερωτηθείς αν οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν επιλογές πέραν της μνημονιακής οδού, ο κος Ζαχαριάδης απάντησε ότι άλλες επιλογές θα σήμαιναν μάλλον έξοδο από την ευρωζώνη.

«Η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να παραμείνει στην ευρωζώνη, επιλέγοντας να μην εφαρμόζει δημοσιονομική προσαρμογή», τόνισε προσθέτοντας ότι η έξοδος θα σήμαινε ακόμα περισσότερα ρίσκα, όπως το ενδεχόμενο της συναλλαγματικής υποτίμησης, της αποσταθεροποίησης και αβεβαιότητας», είπε.

Όσον αφορά στην ολοκλήρωση του τριετούς προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα, ο κος Ζαχαριάδης επισήμανε ότι πρόκειται για μια σημαντική στιγμή για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, η οποία όπως είπε υπέφερε επί οκτώ χρόνια.

«Παραμένουν αρκετά θέματα τα οποία η κοινωνία θα βρει μπροστά της τα επόμενα χρόνια. Άρα, η στιγμή δεν προσφέρεται για πανηγύρια, ούτε για να πιστέψουμε ότι άλλαξε κάτι δραματικά. Η ανεργία παραμένει γύρω στο 20%, το δημόσιο χρέος παραμένει υψηλό κι αυτό είναι ένα βάρος το οποίο τρομάζει σε σημείο που είναι δύσκολο να ωθήσει τα καλά μυαλά τα οποία έφυγαν να επιστρέψουν στη χώρα. Έφυγαν πάρα πολλοί Έλληνες για άλλες χώρες κι αυτό είναι ένα θέμα το οποίο η Ελλάδα θα το βρει μπροστά της τα επόμενα χρόνια», τόνισε.

Εξηγώντας, ανέφερε ότι η χώρα θα πρέπει να συνεχίζει να έχει πλεονάσματα, κάτι που συνεπάγεται ότι δεν θα μπορεί να ασκήσει επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για τα επόμενα πολλά χρόνια, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Ανάπτυξη θα προκύψει κατά κύριο λόγο από τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες, επαναλαμβάνοντας την ανάγκη δημιουργίας συνθηκών ώστε το ανθρώπινο δυναμικό που έφυγε προς άλλες χώρες, να επιστρέψει.

«Η χώρα πρέπει να τους πείσει με την αξιοπιστία της και με σωστές πολικές, ότι έχει μέλλον», τόνισε.

Κληθείς να σχολιάσει την ελάφρυνση του χρέους η οποία επετεύχθη και η οποία αγγίζει το 55% του ΑΕΠ, ο κος Ζαχαριάδης σημείωσε ότι αυτή τη στιγμή το χρέος ανέρχεται στο 180%, ενώ έχουν τροχιοδρομηθεί κάποιες καταστάσεις έτσι ώστε η Ελλάδα να επωφεληθεί τα επόμενα χρόνια και όσον αφορά στο επίπεδο, αλλά και το κόστος αποπληρωμής, το οποίο ήδη είναι χαμηλότερο σε σχέση με το πώς θα ήταν αν η Ελλάδα αντλούσε χρήματα από τις αγορές.

«Η υπόθεση του χρέους είναι ένα βουνό το οποίο η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να ανεβαίνει», επισήμανε.

Τόνισε δε ότι η χώρα πλέον θα πρέπει να διορθώσει κάποια ζητήματα τα οποία δεν άγγιξε το προηγούμενο διάστημα στο βαθμό που θα έπρεπε. Αυτά έχουν να κάνουν με τη διασφάλιση της αξιοκρατίας, όχι μόνο στο δημόσιο αλλά γενικότερα στην κοινωνία.

«Τέτοια θέματα δεν είναι πολλές φορές ξεκάθαρο ότι επηρεάζουν την ανάπτυξη, αλλά οι οικονομολόγοι που ασχολούνται με αυτά τα ζητήματα, έχουν αποδείξει ότι πρόκειται για ένα από τα πλέον σημαντικά, ότι δηλαδή κανείς να αντιλαμβάνεται ότι οι προσπάθειες και η ικανότητά του. Αυτό ωθεί τη χώρα μπροστά. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, είναι χώρες οι οποίες δεν παρέχουν τα σωστά κίνητρα στους επιχειρηματίες, τους μαθητές και τους φοιτητές», είπε.

Επίσης, ο κος Ζαχαριάδης επισήμανε τη σημαντικότητα της βελτίωσης της Δικαιοσύνης, την οποία χαρακτήρισε «χειρότερη από της Κύπρου», τοποθετώντας τη δίπλα σε χώρες όπως η Νιγηρία, όσον αφορά στην καθυστέρηση δικαστικών αποφάσεων.

«Αυτά τα θέματα επηρεάζουν σημαντικά σε βάθος χρόνου την ανάπτυξη της χώρας. Σε χώρες όπου ο νόμος δεν επιβάλλεται και μάλιστα γρήγορα, είναι χώρες ουσιαστικά χωρίς δίκαιο, όπου τα άτομα αντί να ανταμείβονται βάσει ικανότητας και προσπάθειας, ανταμείβονται βάσει κομματικών ή άλλων παραμέτρων», είπε.

Ερωτηθείς ποια ήταν κατά τη γνώμη του τα σημαντικότερα λάθη που έγιναν στην περίπτωση της Ελλάδας, ο κος Ζαχαριάδης απάντησε ότι πλέον είναι αποδεκτό στους κύκλους των οικονομολόγων και μακροοικονομολόγων το ότι τα λάθη ήταν σημαντικά, τόσο από την πλευρά των ελληνικών κυβερνήσεων, όσο και από την πλευρά της Τρόικας.

«Ένα σημαντικό λάθος από την πλευρά των δανειστών, είναι ότι δεν συνυπολόγισαν σωστά το χρονικό διάστημα που θα χρειαζόταν μια χώρα όπως η Ελλάδα, ώστε να εξέλθει από το βάθος της κρίσης που αντιμετώπιζε. Το υπολόγισαν στα 2-3 χρόνια, αλλά κράτησε τελικά οκτώ», ανέφερε λέγοντας ότι τα επιτόκια και το μέγεθος των δόσεων ήταν πολύ πιο υψηλά απ’ ό,τι θα μπορούσε να αντέξει η ελληνική οικονομία.

Όπως είπε, αυτό έγινε κατανοητό και διορθώθηκε στην πορεία, ωστόσο αποτέλεσε ένα μεγάλο κομμάτι του προβλήματος.

Keywords
Τυχαία Θέματα