Αύγουστος 1967: Όταν ανακαλύφθηκε ξανά το ναυάγιο Κερύνειας

Μισός αιώνας έχει περάσει από τον Αύγουστο του 1967, όταν ο δύτης Ανδρέας Καριόλου εντοπίζει ξανά, μετά το 1965, το αρχαίο καράβι της Κερύνειας, με τα αμύγδαλα και τους αμφορείς χωμένα ακόμα στα σπλάχνα του, ένα περίπου ναυτικό μίλι Βορειοανατολικά από το λιμανάκι της αχαϊκής πόλης της Κερύνειας στα βόρεια παράλια της Κύπρου.

Πέρα από την συναισθηματική αξία που έχει για όλο τον Ελληνισμό το αρχαίο αυτό ναυάγιο που βρίσκεται μέχρι σήμερα στο κάστρο της Κερύνειας,

αποτελώντας το σύμβολο για επιστροφή, τεράστια και οικουμενική είναι η αρχαιολογική του αξία. Είναι το καλύτερα διατηρημένο καράβι στον κόσμο της ελληνιστικής περιόδου (323 - 30 π.Χ.) στο οποίο γίνεται αναφορά διεθνώς εκεί όπου διδάσκεται η ενάλια αρχαιολογία.

Σε συνέντευξή του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) ο Γλαύκος Καριόλου, γιος του δύτη Ανδρέα Καριόλου, που εντόπισε το αρχαίο ναυάγιο και τέως Δήμαρχος Κερύνειας, τονίζει ότι «δεν γίνεται, δεν επιτρέπεται και απαγορεύεται» να αφήσουμε το πλοίο της Κερύνειας στο έλεος του Τούρκου εισβολέα, ενώ αναφέρεται στην προσπάθεια που καταβάλλεται, με βάση τέσσερις άξονες, για τη διαχρονική ανάδειξη της αξίας του ναυαγίου.

Αναφέρει, επίσης, ότι «το αρχαίο καράβι της Κερύνειας έχει πολυσχιδείς και τρισδιάστατους στόχους, αλλά συμβολίζει και πολλά.


Ο κ. Καριόλου δήλωσε ότι «ξεκινώντας από την Κύπρο, είναι ένα καράβι που δείχνει τις ρίζες μας, δείχνει την ελληνιστική περίοδο, δηλαδή το 338π.Χ., ήταν περίπου η ηλικία που κόπηκαν τα πεύκα για την κατασκευή του καραβιού της Κερύνειας και από 288π.Χ. χρονολογούνται τα αμύγδαλα που έχουν βρεθεί μέσα στο καράβι που ενδεχομένως να είχαν κοπεί από τις αμυγδαλιές της Κερύνειας».

Πρόσθεσε ότι «δεν είναι το μοναδικό σημάδι της ελληνικής ρίζας που έχουμε σε ολόκληρη την Κύπρο και ειδικά στην Αχαιών Ακτή, την επαρχία δηλαδή της Κερύνειας».

Ο κ. Καριόλου είπε ότι η αξία του καραβιού αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι αυτό απεικονίζεται στα νομίσματα των δέκα και των πενήντα ευρωσέντ, ταξιδεύοντας έτσι σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Σημείωσε ότι «εκτός όμως από τους συμβολισμούς τους δικούς μας, τους κυπριακούς, της Κύπρου μας, στο εξωτερικό δεν υπάρχει περίπτωση κανένα πανεπιστήμιο με κλάδο στην ενάλια αρχαιολογία να μην κάνει ευρύτατη αναφορά και να μην διαβάσουν οι φοιτητές για το αρχαίο καράβι της Κερύνειας το οποίο είναι το αρχαιότερο καλύτερα διατηρημένο καράβι στον κόσμο, περίπου του 300 π.Χ.».

Επομένως, είπε ο κ. Καριόλου, «υπάρχουν πάρα πολλοί συμβολισμοί, είναι το καράβι της ελπίδας της επιστροφής μας πίσω στα πατρογονικά μας εδάφη, αλλά είναι επίσης και ένα εργαλείο τεράστιας μελέτης».

Ανακαλύφθηκε από τον δύτη Ανδρέα Καριόλου το 1965 κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες και επανεντοπίστηκε το 1967 και τον Αύγουστο του 1968 άρχισαν οι πρώτες καταδύσεις, με τη συναρμολόγηση του να ακολουθεί στο κάστρο της Κερύνειας όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

Όπως είπε ο κ. Καριόλου, η διάσωση του καραβιού μέσα στο Κάστρο της Κερύνειας οφείλεται σε δύο κυρίες.

Πρώτη η Σούζαν Κάτσεφ, της οποίας ο σύζυγος, Μάικλ Κάτσεφ, ήταν επικεφαλής της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Αποστολής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβανίας, η οποία ανέλαβε το επιστημονικό μέρος της ανακάλυψης του αρχαίου ναυαγίου.

Η δεύτερη κυρία στην οποία το ναυάγιο της Κερύνειας οφείλει τη μέχρι σήμερα παραμονή του στο κάστρο της πόλης, είναι η Λάινα Σουίνι, σύζυγος του αρχαιολόγου Στιούαρτ Σουίνι, ο οποίος διενήργησε ανασκαφές στον Αετόκρεμμο, στο Ακρωτήρι της Επισκοπής στη Λεμεσό.

«Είναι σε αυτές τις δύο κυρίες που οφείλουμε το γεγονός ότι επιβιώνει ακόμη το καράβι της Κερύνειας και δεν το έχουν διαλύσει ή δεν το έχουν μεταφέρει και αυτό στην Τουρκία όπως έχουν κατακλέψει άλλες 546 εκκλησίες μας στα κατεχόμενα», είπε ο κ. Καριόλου.

Πρόσθεσε ότι οι εισβολείς «αντιλαμβάνονται την αξία του και έχουν επίβλεψη από τις δύο κυρίες αυτές, οι οποίες αποτελούν ένα βραχίονα της αμερικανικής κυβέρνησης και της πρεσβείας της στην Κύπρο και είναι λιγάκι πιο δύσκολο, όχι όμως αδύνατο, να μεταφερθεί το ναυάγιο στην Τουρκία όπως έγινε και με άλλες σημαντικές αρχαιότητες».

Ο Καριόλου είπε ότι για να μεταλαμπαδεύσουμε τα μηνύματα που φέρει το αρχαίο ναυάγιο της Κερύνειας, κινούμαστε σε τέσσερις τομείς.

Εξήγησε ότι «ο πρώτος τομέας είναι ο φιλικός τομέας, δηλαδή με διάφορες δράσεις είτε εδώ στην Κύπρο είτε στην Αγγλία είτε στην Αμερική είτε οπουδήποτε υπάρχει φιλικό έδαφος».

Ο δεύτερος τομέας είναι «ο εχθρικός τομέας, δηλαδή οι δράσεις μέσα στην ίδια την κατοχή, με συγκεκριμένες αποστολές παιδιών μέσα στο Κάστρο της Κερύνειας ως προσκύνημα, διότι είναι δύο τα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε εμείς στα κατεχόμενα, αποστολές και προσκυνήματα», είπε ο κ. Καριόλου, προσθέτοντας ότι «η αποστολή έχει κάποιο συγκεκριμένο στόχο και το προσκύνημα συνήθως γίνεται σε εκκλησίες και σε κοιμητήρια».

Για το καράβι της Κερύνειας, είπε ότι «γίνεται επίσκεψη στον χώρο όπου είναι τοποθετημένο το καράβι, γίνεται επεξήγηση στα παιδιά της κάθε λεπτομέρειας τόσο για το καράβι όσο και για τον περιβάλλοντα χώρο που είναι το κάστρο».

«Οι αντιδράσεις των νέων μας είναι απίστευτες και τα παιδιά των 13 και 14 ετών χτυπούν το ποδαράκι τους κάτω και να λένε ότι δεν θα τους τα αφήσουμε», είπε ο κ. Καριόλου.

Συνέχισε λέγοντας ότι «ο τρίτος άξονας και ο πιο δύσκολος από όλους είναι η ίδια η Τουρκία το υπέρ εχθρικό περιβάλλον, όπου όμως, έχουμε αρκετούς συμμάχους, θέλει, όμως, εξαιρετικά δύσκολη δουλειά για να τους ανακαλύψουμε και να μπορέσουμε να προωθήσουμε το γεγονός ότι είναι ντροπή μια χώρα να εισβάλλει σε μια άλλη χώρα».

Σας διαβεβαιώ, είπε ο κ. Καριόλου, «ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί στην Τουρκία που ντρέπονται που η δικιά τους η χώρα εισβάλλει στη δικιά μας, θέλει όμως απίστευτα επικίνδυνη και δύσκολη δουλειά να εργαστούμε μέσα στην Τουρκία».

Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι «όλα τα τούρκικα πανεπιστήμια που διδάσκουν ενάλια αρχαιολογία είναι αναγκασμένα να διδάξουν το καράβι της Κερύνειας και από εκεί είναι μια μικρή - μικρή θυρίδα εισδοχής μας μέσα στο υπέρ εχθρικό περιβάλλον της Τουρκίας».

Ο τέταρτος τομέας που χρησιμοποιείται για να παραμείνει ζωντανή η ιστορία του ναυαγίου της Κερύνειας είναι το διαδίκτυο, το οποίο μαζί με τους άλλους τρεις τομείς χρησιμοποιείται για να μεταλαμπαδεύονται όλα αυτά τα μηνύματα τα οποία περιέχει το καράβι.

Ο κ. Καριόλου βρέθηκε ξανά μπροστά από το ναυάγιο, όταν μετά την τουρκική εισβολή του 1974 «η γερμανική ραδιοτηλεόραση πήρε έγκριση να της επιτρέψουν να μπει όχι απλά στο σαλόνι που έχουν για να βλέπει ο κόσμος το καράβι, αλλά μέσα στην ίδια την αίθουσα που βρίσκεται το καράβι» και προσκάλεσαν και εμένα, έτσι άγγιξα ξανά στο ίδιο το ξύλο του καραβιού».

« Έκλαψα, θυμήθηκα, είδα και έδωσα κάποιες υποσχέσεις στον εαυτό μου και σε αυτούς που έχουν αποχωρήσει ότι δεν γίνεται, δεν επιτρέπεται, απαγορεύεται να τους τα αφήσουμε», είπε ο κ. Καριόλου.

Έχει, όπως ανέφερε στο ΚΥΠΕ, θύμησες από τον πατέρα του, "ο οποίος ήταν ένας άνθρωπος που ασχολείτο με πάρα πολλά θέματα, είχε κατάστημα καταδυτικού υλικού, ήταν δημοτικός σύμβουλος, ήταν παραγωγός λεμονιών και είχε την πρώτη καταδυτική σχολή στην Κύπρο και από το 1955 – 60 δίδασκε στον κόσμο πώς να καταδύεται με αυτόνομες συσκευές».

«Ήμουν και εγώ πολύ κοντά στη θάλασσα και όταν ανακάλυψε το ναυάγιο για πρώτη φορά, ήταν κάτω από απίστευτες καιρικές συνθήκες, ήταν μόνος του, ήταν αναγκασμένος να ακολουθήσει την άγκυρα του σκάφους που ξώσερνε και πέρασε δίπλα από τους αμφορείς», είπε ο κ. Καριόλου περιγράφοντας το πώς ανακάλυψε για πρώτη φορά το 1965 το αρχαίο ναυάγιο ο πατέρας του.

«Δεν μπορούσε να αφήσει το σκάφος του να καταστραφεί, αλλά ούτε και να αφήσει το ναυάγιο να φύγει, επομένως ακολουθώντας την άγκυρα κατέληξε ένα με ενάμισι χιλιόμετρο πιο μακριά και όταν έβαλε τα σημάδια και ξαναπήγε τις επόμενες μέρες όταν η θύελλα καταλάγιασε, δεν μπορούσε να το βρει φυσικά, αφού τα σημάδια που είχε βάλει είχαν φθάσει στην επιφάνεια», είπε ο Γλαύκος Καριόλου.

Ανέφερε ότι για να επανεντοπίσει ο πατέρας του το ναυάγιο, χρειάστηκαν δύο χρόνια και πέραν των 400 καταδύσεων.

«Το 1967 ο πατέρας μου το ξαναεντόπισε και πλέον ήταν ακριβώς από πάνω του και έτσι δόθηκε στο κράτος ένας αμφορέας, αμέσως κλήθηκε ο αρχαιολόγος Σάββας Καραγιώρης και εκτυλίχθηκε μια πολύ συγκινητική ιστορία, που για τον ίδιο ήταν κάτι μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας», είπε ο κ. Καριόλου.

Πρόσθεσε πως «όταν πρωτοκαταδύθηκα όταν ξαναβρήκε ο πατέρας μου το ναυάγιο, ήταν κάτι φανταστικό να αγγίζεις πάνω σε αντικείμενα τα οποία να ξέρεις ότι τα κρατούσαν κάποιοι άνθρωποι δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν».

Ο κ. Καριόλου είπε ότι με την ίδια συναισθηματική φόρτιση συνεχίζουμε μέχρι σήμερα «και ελπίζουμε να μεταλαμπαδεύσουμε το μήνυμα και στις επόμενες γενιές, γιατί ενδεχομένως εμείς να μην ζούμε».

«Με αυτό τον τρόπο οι ψυχές μας θα μπορέσουν να δουν αυτό το πράγμα να τελειώνει, να τελειοποιείται, δηλαδή η Κύπρος να απελευθερώνεται από μια χώρα που την κατέχει», είπε ο Γλαύκος Καριόλου και ευχήθηκε «το καράβι της Κερύνειας, το Κερύνεια – Ελευθερία, που τώρα ελλιμενίζεται στη Μαρίνα της Λεμεσού, να μπορέσει να πλεύσει, να περάσει τον Κορμακίτη, να περάσει Καραβά και Λάπηθο και να ελλιμενιστεί κάτω από το αδελφό του καράβι, κάτω από το κάστρο της Κερύνειας».

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα