Δικαστική δικαίωση της «Σ»… 9 χρόνια μετά

Αίσιο τέλος είχε τελικά μία υπόθεση που «έτρεχε» τη «Σημερινή» στις δικαστικές αίθουσες, επί εννέα συναπτά έτη. Η Ενάγουσα, για την οποία έγινε πολύς ντόρος το 2014, αφού από έκτακτη υπάλληλος που ήταν, πήρε απόσπαση στις Βρυξέλλες διπλασιάζοντας τις απολαβές της, με την αγωγή της αξίωνε εναντίον του Συγκροτήματος «ΔΙΑΣ», γενικές, τιμωρητικές και/ή παραδειγματικές αποζημιώσεις. Η αγωγή της αφορούσε δημοσιεύματα της εφημερίδας «Σ», τα οποία ουσιαστικά αναφέρονταν σε έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, ημερ. 23.10.2014.

Εν τέλει, την Πέμπτη, 13 Ιουνίου 2024, το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή της, αποφασίζοντας, παράλληλα, όπως τα έξοδα της εκδίκασης της υπόθεσης κληθεί να τα καλύψει η Ενάγουσα.

Το ιστορικό της υπόθεσης

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Η υπόθεση έχει ως εξής: Η Ενάγουσα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν εργοδοτούμενη αορίστου χρόνου (διοικητική λειτουργός) στη Δημόσια Υπηρεσία. Κατά ή περί τις 2.1.2012, κατόπιν εισηγήσεων του Υπουργείου Εσωτερικών και με τη σύμφωνη γνώμη του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, η Ενάγουσα μετακινήθηκε στη Μόνιμη Αντιπροσωπία της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΜΑΕΕ).

Κατά ή περί τις 23.10.2014, ο Γενικός Ελεγκτής, κατόπιν σχετικής ανώνυμης καταγγελίας, από άλλους δημόσιους υπαλλήλους - συναδέλφους της Ενάγουσας, προέβη σε έρευνα σε σχέση με την τοποθέτηση της τελευταίας στη ΜΑΕΕ, την οποία κοινοποίησε, μαζί με τις σχετικές του συστάσεις, στους αρμόδιους κρατικούς φορείς και υπουργεία, με σχετική του επιστολή. Η εν λόγω ανώνυμη καταγγελία ανέφερε ότι η αρχική απόσπαση της Ενάγουσας στη ΜΑΕΕ έγινε παράνομα και παράτυπα από την προηγούμενη κυβέρνηση, καθότι κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν από τον σχετικό Νόμο για εργοδοτουμένους αορίστου χρόνου, ενώ επιχειρείτο και η ανανέωση/παράταση αυτής. Ανέφερε, επίσης, ότι η Ενάγουσα βρισκόταν στις Βρυξέλλες με τον σύζυγό της, ο οποίος υπήρξε οδηγός πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, και ότι αυτή ήταν με άδεια μητρότητας, και συνέχιζε να απολαμβάνει όλα τα οικονομικά οφέλη που απέρρεαν από την εν λόγω απόσπαση. Τέλος, γινόταν λόγος για εξασφάλιση από την Ενάγουσα ωφελημάτων και/ή ευνοϊκής μεταχείρισης της, με αδιαφανείς διαδικασίες και κομματική στήριξη, σε βάρος άλλων συναδέλφων της.

Εκ των συστάσεων του Γενικού Ελεγκτή -όπως αυτές παρουσιάζονται στη σχετική του έκθεση- ήταν όπως, ενόψει της λήξης της περιόδου απασχόλησης της Ενάγουσας στη ΜΑΕΕ, στις 30.11.2014, το αρμόδιο Υπουργείο τερματίσει την εκεί «παράνομη τοποθέτησή της» και προβεί στη διερεύνηση πιθανής κατάχρησης εξουσίας από τα εμπλεκόμενα τμήματα/ υπουργεία. Τα αποτελέσματα, η έκθεση του Γενικού Ελεγκτή και οι συστάσεις του δημοσιεύτηκαν από τη εφημερίδα «Σημερινή» ως θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος. Η Ενάγουσα θεώρησε ότι πλήγηκε η φήμη και η αξιοπρέπειά της από τα δημοσιεύματα και κατέθεσε την εν λόγω αγωγή. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, με απόφασή του στις 13 Ιουνίου 2024, απέρριψε την αγωγή καταδεικνύοντας ότι τυγχάνει εφαρμογής η υπεράσπιση του προνομίου υπό επιφύλαξη που επικαλέστηκαν οι εναγόμενοι.

«Αποτελούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος»

Το Δικαστήριο, απορρίπτοντας την αγωγή, σημείωσε τα εξής: «Στην προκειμένη περίπτωση, το ζήτημα των επίδικων δημοσιευμάτων ήταν δημοσίου ενδιαφέροντος και για τούτο δεν υπάρχει αμφιβολία. Μετέφεραν, ουσιαστικά, τα επίδικα δημοσιεύματα, τα αναγραφόμενα στην έκθεση του Γενικού Ελεγκτή, η οποία ήταν και το αποτέλεσμα της έρευνας που διενήργησε ο Γενικός Ελεγκτής, στη βάση της καταγγελίας που έλαβε, και στα όσα αυτός κατέγραφε ως ευρήματά του για πιθανή κατάχρηση εξουσίας από τους εμπλεκόμενους κρατικούς φορείς. Στη βάση, μάλιστα, των οποίων τους καλούσε να λάβουν διορθωτικά μέτρα, με τον τερματισμό της τοποθέτησης της Ενάγουσας στη ΜΑΕΕ κατά την ημερομηνία λήξης της πρώτης τοποθέτησής της, ως επίσης και τον τερματισμό καταβολής επιδομάτων και/ή των όποιων πλεονεκτημάτων αποκόμιζε η Ενάγουσα».

Το Δικαστήριο έκρινε ότι «είναι προφανές ότι τα όσα, σχετικώς, με τα ανωτέρω, αναφέρονται στην έκθεση του Γενικού Ελεγκτή αποτελούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος, εφόσον αναδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησαν συγκεκριμένοι κρατικοί φορείς, ενώ, επίσης, αναδεικνύουν πιθανή υπόθεση κατάχρησης εξουσίας, διασπάθισης δημόσιου χρήματος και ευνοϊκής μεταχείρισης της Ενάγουσας. Συνεπώς, τα επίδικα δημοσιεύματα αφορούν ζητήματα για τα οποία το κοινό είχε δικαίωμα να λάβει σχετική πληροφόρηση, ενώ οι Εναγόμενοι, ως δημοσιογράφοι, είχαν καθήκον να κοινοποιήσουν στο κοινό, και ότι τούτα δημοσιεύθηκαν στο πλαίσιο ενός τέτοιου καθήκοντος εκ μέρους των Εναγομένων». «Είναι, θεωρώ, μια κλασική περίπτωση εφαρμογής της υπεράσπισης του προνομίου υπό επιφύλαξη», προσθέτει ο δικαστής στην απόφασή του.

«Εύλογα σχόλια»

Πέραν των πιο πάνω, το Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ότι πετυχαίνει και η υπεράσπιση του εύλογου σχολίο,υ αναφέροντας τα εξής: «Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, σε πρώτο στάδιο, θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον τα σημεία των επίδικων δημοσιευμάτων για τα οποία παραπονιέται η Ενάγουσα αποτελούν δηλώσεις γεγονότων ή σχόλια, καθότι, αν πρόκειται για γεγονότα, δεν τίθεται ζήτημα επίκλησης της υπεράσπισης του έντιμου σχολίου, ως αναφέρθηκε ανωτέρω. Η Ενάγουσα, εν προκειμένω, παραπονιέται για τις ακόλουθες φράσεις: “Πήγε προσωρινά και έμεινε”, “διπλασίασε τον μισθό της”, “Χαμός Κυρίου στις Βρυξέλλες λόγω των φημών για επέκταση της απόσπασης έκτακτης λειτουργού που διπλασίασε τον μισθό της μετά την τοποθέτησή της στις Βρυξέλλες αρχές του 2012”, και “παράνομη και παράτυπη απόσπαση της λειτουργού στις Βρυξέλλες”, “Υπάλληλος που πήγε προσωρινά και ξεχάστηκε”, “συνεχείς παρατάσεις”».

Έχοντας μελετήσει προσεκτικά τα επίδικα δημοσιεύματα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, «οι φράσεις αυτές δεικνύουν, ξεκάθαρα, ότι αποτελούν την κρίση ή το σχόλιο του Εναγόμενου δημοσιογράφου, στη βάση των αναγραφόμενων στην έκθεση του Γενικού Ελεγκτή και παραπέμπουν τον μέσο συνετό αναγνώστη στο ν' αντιληφθεί ότι πρόκειται περί σχολίων και όχι γεγονότων. Τούτη δε η εντύπωση μεταδίδεται ακόμα πιο έντονα όταν ιδωθούν στο σύνολό τους τα επίδικα δημοσιεύματα, με το πρώτο επίδικο δημοσίευμα να καταγράφει τα όσα η έρευνα του Γενικού Ελεγκτή αποτύπωσε, κατόπιν της καταγγελίας των ανώνυμων συναδέλφων της Ενάγουσας και της απάντησης του Υπουργείου Οικονομικών σε αυτήν».

Το Δικαστήριο θεωρεί ότι όλες οι ουσιώδεις λέξεις, όπως και αν παρουσιάζεται ή παραφράζεται το νόημά τους, εάν ιδωθούν, υπό το φως του συνόλου των επίδικων δημοσιευμάτων, όπως επιβάλλεται από τη νομολογία, αποτελούν εκφράσεις γνώμης ή αξιολογικές κρίσεις του δημοσιογράφου. Στην προκειμένη περίπτωση, έχοντας εξετάσει προσεκτικά τα επίδικα δημοσιεύματα, αλλά και όπως εξήγησε και ο δημοσιογράφος, το δικαστήριο καταλήγει ότι «ο τελευταίος παρέθεσε σε αυτά (τα δημοσιεύματα) το υπόβαθρο των γεγονότων επί των οποίων στηρίχθηκε για να προβεί στα σχόλιά του, που δεν ήταν άλλο, από την έκθεση του Γενικού Ελεγκτή και τα όσα αυτός εκεί κατέγραφε, σε σχέση με την τοποθέτηση της Ενάγουσας στην ΜΑΕΕ, ως επίσης και τις απολαβές της, την καταγγελία των συναδέλφων της». Καταληκτικά το Δικαστήριο, αφού απέρριψε την αγωγή, αποφάσισε ότι τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των εναγομένων και εναντίον της Ενάγουσας.

Την υπόθεση από πλευράς του Συγκροτήματος Δίας την χειρίστηκε ο δικηγόρος κ. Αυγουστίνος Τσάρκατζιης, συνεταίρος στη δικηγορική εταιρεία Χρίστος Πατσαλίδης Δ.Ε.Π.Ε..

Keywords
Τυχαία Θέματα
Δικαστική, Σ… 9,dikastiki, s… 9