Τι προκάλεσε τον πανικό στις παγκόσμιες χρηματαγορές;

Αναμενόμενη χαρακτηρίζουν τη «βουτιά» στις διεθνείς χρηματαγορές οι διεθνείς αναλυτές, λέγοντας ότι η μαζική ρευστοποίηση μετοχών στην οποία προχώρησαν οι επενδυτές, ίσως και «να άργησε να έρθει».

Παρά ταύτα, η ανωτέρω διαπίστωση στηρίζεται μάλλον περισσότερο στη λογική του «ό,τι ανεβαίνει, κάποια στιγμή θα πέσει», παρά σε εμπεριστατωμένη ανάλυση για τον πανικό που έχει προκληθεί διεθνώς. Η αντίδραση, όπως αναφέρουν οι αναλυτές, οφείλεται και στην ανησυχία για την πορεία των αμερικανικών επιτοκίων τους επόμενους

μήνες.

Παράλληλα, πτώση καταγράφεται στις αποδώσεις των ευρωπαϊκών κρατικών ομολόγων, καθώς η επισφάλεια στην αγορά των μετοχών ωθεί τους επενδυτές να αναζητήσουν ασφαλέστερα λιμάνια, αρχής γενομένης από τον χρυσό, αλλά και τα κρατικά ομόλογα ή το γεν.

Όπως σημείωσε νωρίτερα στο πρακτορείο Reuters ο αναλυτής της Weeden &CO, Michael Purves, το ύψος του sell-off ήταν μεν «φυσιολογικό», αλλά η ταχύτητα με την οποία πραγματοποιήθηκε δεν ήταν. Τόνισε δε ότι παραμένει άγνωστο πού θα σταματήσει αυτό, γεγονός που καταμαρτυρεί τη ρευστότητα της κατάστασης ανά το παγκόσμιο.

Εξάλλου, ο αμερικανικός δείκτης S&P 500 ο οποίος περιλαμβάνει τις 500 μεγαλύτερες εταιρίες εντός και εκτός ΗΠΑ και για πολλούς αποτελεί μια ξεχωριστή ένδειξη της κατάστασης της οικονομίας των ΗΠΑ, καθώς και της μελλοντικής της πορείας, είχε καταγράψει μέχρι πρότινος 8 χρόνια συνεχούς ανόδου, έχοντας τριπλασιάσει τις αποδόσεις του από το 2009.

Σημειώνεται ότι με βάση τα στοιχεία του πρακτορείου, μέσα σε τέσσερις ημέρες έχουν γίνει «καπνός» από τις αγορές περισσότερα από $4 τρισ.

Καθησυχαστικός ο Λευκός Οίκος

Από την πλευρά του, ο Λευκός Οίκος, όπως μετέδωσε νωρίτερα το ΚΥΠΕ, εμφανίστηκε καθησυχαστικός, διαβεβαιώνοντας ότι ο Τραμπ είναι βέβαιος πως τα "θεμελιώδη" μακροοικονομικά στοιχεία της οικονομίας των ΗΠΑ είναι "εξαιρετικά ισχυρά", σύμφωνα με την εκπρόσωπό του Σάρα Χάκαμπι Σάντερς.

Δεν ενεργοποιήθηκε η επιλογή της προσωρινής αναστολής των συναλλαγών (circuit breaker), κάτι που συμβαίνει συνήθως μόλις η πτώση του S&P 500 ξεπεράσει το 7%. Αυτή η διόρθωση καταγράφηκε την ημέρα που ανέλαβε την προεδρία της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας ο Τζερόμ Πάουελ, διαδεχόμενος την Τζάνετ Γέλεν.

Τι μπορεί να οδήγησε στη βουτιά;

Τόσο οι αναλυτές όσο και οι επενδυτές δεν είναι σίγουροι αναφορικά με το τι προκάλεσε τη «βουτιά» στην Αμερική, η οποία παρέσυρε τα ευρωπαϊκά και τα ρωσικά χρηματιστήρια.

Πάντως, το sell-off πυροδοτήθηκε από την απότομη αύξηση των yields των αμερικανικών ομολόγων, μετά την ανακοίνωση την Παρασκευή των στοιχείων για τους μισθούς στις ΗΠΑ, οι οποίοι αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό από το 2009, εγείροντας συναγερμό για τον πληθωρισμό και το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων.

Μια εξήγηση επιχειρεί να δώσει ο οικονομολόγος και χρηματιστηριακός αναλυτής Βασίλης Παζόπουλος, ο οποίος, σε άρθρο του στο euro2day, αναφέρει ότι υπό την προεδρία του Τραμπ, η ανεργία έφτασε σε χαμηλά 17 ετών, η καταναλωτική εμπιστοσύνη ανέβηκε κι άλλο, οι μισθοί συνεχίζουν να αυξάνονται.

«Αυτά είναι καλά νέα για τους οικονομολόγους. Όμως στον κόσμο των χρηματιστηρίων, οι έννοιες του καλού και του κακού νέου είναι σχετικές. Η πτώση άρχισε στη συνεδρίαση της Παρασκευής, μόλις ανακοινώθηκαν αυτά ακριβώς τα καλά νέα! Τρελάθηκαν οι επενδυτές; Όχι. Φοβούνται τις πληθωριστικές πιέσεις, γιατί σημαίνουν υψηλότερα επιτόκια. Δηλαδή το τέλος της άνετης πρόσβασης σε κεφάλαια», σημειώνει.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον κο Παζόπουλο, υπάρχει και ο αντίλογος.

«Η πτώση των ομολόγων και το ενδεχόμενο πληθωρισμού κοντά στο 2%, υπό κανονικές συνθήκες είναι καλά νέα για την οικονομική δραστηριότητα. Σημαίνει περισσότερες επενδύσεις σε αυτό που ονομάζουμε πραγματική οικονομία ή έστω στις μετοχές. Οι επενδυτές θα απομακρυνθούν από τα ομόλογα, καθώς οι πραγματικές αποδόσεις (επιτόκιο μείον πληθωρισμός) θα γίνουν έως και αρνητικές. Παρ' όλα αυτά, ίσως αυτή τη φορά να είναι διαφορετικά. Έχει προηγηθεί μια μακρά περίοδος μηδενικών επιτοκίων, όπου ανέβασε τις χρηματιστηριακές αξίες όπως η παλίρροια τα πλεούμενα».

Επικαλούμενος δε την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), σημειώνει ότι για τις ΗΠΑ το χρέος και οι νομισματικές πολιτικές δεν μπορούν να είναι πλέον μοντέλο ανάπτυξης, βασιζόμενος στη θέση ότι θα πρέπει να σταματήσει η εμμονή με τον πληθωρισμό και τη διατήρησή του.

«Το γεγονός ότι παραμένει χαμηλός, ίσως δεν έχει σχέση με την «ελλιπή» ζήτηση, αλλά με τεχνολογικές βελτιώσεις που μειώνουν το κόστος των παραγόμενων αγαθών. Τα παραπάνω ερωτήματα, λοιπόν, συνοψίζονται στο εξής ένα: Η οικονομία των ΗΠΑ είναι αρκετά ισχυρή για να αποφύγει την ύφεση; Αν απαντήσουμε ναι, αγοράζουμε με την πρώτη ευκαιρία, γιατί οι χρηματιστηριακές τιμές θα ανακάμψουν σύντομα. Αν απαντήσουμε όχι, περιμένουμε», καταλήγει.

Keywords
Τυχαία Θέματα