Επανέρχεται στο ζήτημα του Γεν. Ελεγκτή η Λοϊζίδου

Στο ζήτημα που προέκυψε με τον Γενικό Ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη επανέρχεται η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Ειρήνη Λοϊζίδου, "με αφορμή δημοσιεύματα και δηλώσεις", σημειώνοντας ότι η ουσία του θέματος παραμένει ότι του ζήτησε να της παράσχει κάποιες πληροφορίες για διερεύνηση παραπόνου, το οποίο είχε υποχρέωση να εξετάσει και αρνήθηκε.

Σε ανακοίνωσή της η κ. Λοϊζίδου αναφέρει ότι «ναι, ο πληροφοριοδότης, πρέπει να προστατεύεται και να ενθαρρύνεται, μέσα από ασφαλή κανάλια και ταυτόχρονα να καθίσταται

αποτρεπτικό το κακόβουλο και εκδικητικό “κάρφωμα”».

«Η διερεύνηση των καταγγελιών, οι οποίες υποβάλλονται στο Γραφείο μου αποτελούν καθήκον και υποχρέωσή μου», σημειώνει.

Προσθέτει ότι «ο κάθε θεσμός θα πρέπει να ενεργεί εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων του. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο διερεύνησης συγκεκριμένης καταγγελίας ζήτησα πληροφορίες ως είχα υποχρέωση».

Σύμφωνα με την Επίτροπο, «η ενθάρρυνση του “καρφώματος” από οποιοδήποτε πρόσωπο, χωρίς να υπάρχουν τα κατάλληλα εχέγγυα και αντισταθμιστικά μέτρα π.χ εσωτερικοί ενδοεταιρικοί μηχανισμοί υποβολής καταγγελιών και ειδικοί μηχανισμοί υποβολής καταγγελιών σε αρμόδιες Δημόσιες Αρχές για παράβαση ενωσιακών ή εθνικών νομοθεσιών, θα οδηγήσει σε καταστάσεις ανεξέλεγκτες και αδιαφανείς».

«Η ουσία του θέματος με τον Γενικό Ελεγκτή παραμένει ότι, του ζήτησα να μου παράσχει κάποιες πληροφορίες για διερεύνηση παραπόνου, το οποίο είχα υποχρέωση να εξετάσω και αρνήθηκε», αναφέρει. Ο Νόμος, συνεχίζει, «προβλέπει ότι, άρνηση παροχής των ζητούμενων πληροφοριών συνιστά αδίκημα. Εξήγησα στο Γενικό Ελεγκτή αυτή την διάσταση, αλλά δεν συμμορφώθηκε».

Η Ειρήνη Λοϊζίδου ενημερώνει επίσης ότι «τον Απρίλιο του 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε Πρόταση Οδηγίας για το "whistleblowing", η οποία καλύπτει οργανισμούς τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα.

Η πρόταση αυτή, καθορίζει «τους μηχανισμούς και τη διαδικασία της νόμιμης υποβολής καταγγελιών σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με σκοπό την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς σε συγκεκριμένους τομείς του δικαίου και των πολιτικών της ΕΕ».

Η πρόταση, αναφέρει, «παραπέμπει στο Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Δεδομένων (ΕΕ), 2016/679, για τον καθορισμό των απαραίτητων διαδικασιών προστασίας των προσωπικών δεδομένων των καταγγελλόντων, των καταγγελλομένων και τυχόν τρίτων προσώπων προκειμένου να αποφεύγεται τυχόν άδικη αντιμετώπιση ή βλάβη για τη φήμη λόγω της αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων τους και δεδομένων που αποκαλύπτουν την ταυτότητα του καταγγελλομένου».

Σύμφωνα με την ίδια, «αντίστοιχες πρόνοιες που αποσπασματικά είδαν το φως της δημοσιότητας περιλαμβάνονται στις Καθοδηγητικές Γραμμές που εξέδωσε το 2016, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων προς τα Όργανα της ΕΕ». Διευκρινίζει επίσης ότι «ο Ευρωπαίος Επόπτης, είναι η αρμόδια Εποπτική Αρχή των Θεσμικών Οργάνων της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων και όχι των εποπτικών αρχών των κρατών – μελών, όπως λανθασμένα αναφέρθηκε».

Στη χώρα μας, σημειώνει, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη εθνική νομοθεσία κάποιοι Οργανισμοί έχουν υιοθετήσει εσωτερικούς μηχανισμούς και διαδικασίες “whistleblowing” με την καθοδήγηση του Γραφείου μου στη βάση της σχετικής Γνώμης 1/2006 της Ομάδας Εργασίας του Άρθρου 29.

Για παράδειγμα, αναφέρει, «υπάρχει σχετική εγκύκλιος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και εκκρεμεί η ψήφιση του περί Αναφοράς Παραβάσεων Νόμου του 2018, για τον οποίο το Γραφείο μου ήδη έχει υποβάλει θετικά σχόλια».

Ανεξάρτητα όμως από τη θεσμοθέτηση των διαδικασιών για την υποβολή των καταγγελιών (whistleblowing), η ανεξάρτητη και παράλληλη εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων όλων των εμπλεκόμενων προσώπων, καταγγέλλοντα, καταγγελλόμενου ή τρίτου, είναι δεδομένη και επιτακτική, αφού αυτό εξάλλου προνοείται και στην Πρόταση Οδηγίας, προσθέτει.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα