Πώς η επιδείνωση της τουρκικής οικονομίας επηρεάζει το Κυπριακό

Τη θέση ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να διαφοροποιήσει τη στάση της έναντι του Κυπριακού, ακόμα και αν αντιμετωπίσει τις μεγάλες οικονομικές δυσκολίες οι οποίες διαφαίνονται στον ορίζοντα μετά τα δημοσιεύματα που θέλουν τη χώρα να βρίσκεται στα πρόθυρα της προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και την επιβολή capital controls

στις τράπεζες, σύμφωνα με τον Καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρο του Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Ανδρέα Θεοφάνους.

Μιλώντας στην εκπομπή «Όλα στο φως» του Ράδιο Πρώτο, ο κος Θεοφάνους υποστήριξε ότι μια αλλαγή στάσης θα συμβεί μόνο αν η ίδια θεωρήσει ότι κάτι τέτοιο θα εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα ή αν υπάρξει μεγαλύτερη στήριξη από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΗΠΑ ή και άλλων κρατών υπέρ των κυπριακών συμφερόντων, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει διαφανεί.

Στην παρατήρηση ότι υπάρχει και το χαρτί της τελωνειακής ένωσης με την ευρωπαϊκή αγορά, κάτι που η Τουρκία επιθυμεί διακαώς, προκειμένου να ενισχύσει την οικονομική της θέση και δραστηριότητα, ο κος Θεοφάνους συμφώνησε, λέγοντας ότι την ίδια στιγμή η κυπριακή πλευρά θα πρέπει να αποκτήσει ένα αφήγημα, το οποίο δεν φαίνεται να έχει μέχρι σήμερα.

«Ακόμα και χωρίς οικονομική κρίση ή χωρίς διολίσθηση της λίρας στην Τουρκία, μια διευθέτηση (στο Κυπριακό) στη βάση του διαπραγματευτικού κεκτημένου με δύο συνιστώντα κράτη και μια ασθενή κεντρική κυβέρνηση όπου όλες οι σημαντικές αποφάσεις θα περνούν από διπλές πλειοψηφίες, θα έλεγα ότι είναι αδύνατο να λειτουργήσει. Η διολίσθηση του νομίσματος και η μείωση των εισοδημάτων στους Τουρκοκύπριους και στους έποικους στα κατεχόμενα, δημιουργεί μια επιπρόσθετη επιπλοκή στην όλη συζήτηση. Αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει και να μην το προσπερνάμε», είπε.

Όσον αφορά στη δημιουργία συνθηκών επανέναρξης του διαλόγου, προκειμένου το Κυπριακό να μπει σε κατάσταση «τελικής ευθείας», σύμφωνα με τον κο Θεοφάνους πρόκειται για ένα «επικίνδυνο» ενδεχόμενο, καθώς οι κατοχικές αρχές μέχρι τώρα δεν έχουν δεχτεί να ασκηθεί έλεγχος στις δομές της οικονομίας και στις τράπεζες.

«Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι δεν υπάρχει έλεγχος. Σε πολύ μεγάλο βαθμό, ο χρηματοπιστωτικός τομέας (στα κατεχόμενα) είναι ένα πλυντήριο. Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει φορολογική συνείδηση. Αν εμείς νομίζουμε ότι έχουμε πρόβλημα με τη φοροδιαφυγή και τη μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων των “πολιτών” σε αυτόν τον τομέα, τότε τα προβλήματα στην κατεχόμενη Κύπρο είναι δυσανάλογα πολύ μεγαλύτερα. Θα ήταν τεράστια ανοησία να αγνοείται αυτή η διάσταση στο Κυπριακό», είπε και επανέλαβε την ανάγκη για μια «εξελικτική προσέγγιση» ως βάση για τις συνομιλίες, θεωρώντας την ως «στρατηγικό μονόδρομο».

Όπως τόνισε, το διαπραγματευτικό κεκτημένο ως έχει και σε όλες του τις διαστάσεις, θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα, αν κάποια στιγμή εφαρμοστεί.

Παράλληλα, διευκρίνισε ότι η πορεία που έχει πάρει η τουρκική οικονομία σήμερα δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει.

«Η Τουρκία για χρόνια έχει πάρει μια πορεία με υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, κάτι που διαρκεί περισσότερα από 15 χρόνια. Αυτός ο ρυθμός δεν μπορεί να συνεχιστεί. Επίσης, υπήρξε μια πορεία επεκτατικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, κάτι που επίσης δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον χωρίς τις συνεχείς υποτιμήσεις της τουρκικής λίρας που είχαμε και τους υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος και η κοινωνία ξοδεύουν περισσότερα από όσα εισπράττουν, ενώ τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στις ΗΠΑ οι αντίστοιχες πολιτικές που ακολουθούνται είναι πιο “σφιχτές”, κάτι το οποίο εκ των πραγμάτων δημιουργεί τα δεδομένα για την υποτίμηση της αξίας της τουρκικής λίρας, που τους τελευταίους 18 μήνες έχει χάσει πέραν του 25% της αξίας της σε σχέση με το ευρώ και το δολάριο», τόνισε.

Όσον αφορά τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σύμφωνα με τον κο Θεοφάνους, αυτός δεν επιθυμεί να ακολουθήσει περιοριστικές πολιτικές, αλλά ούτε να παραχωρήσει στην Κεντρική Τράπεζα σχετική ανεξαρτησία, όπως συμβαίνει στις πλείστες των δυτικών χωρών.

Σημείωσε, επίσης, ότι η χώρα κατά το παρελθόν ήρθε αντιμέτωπη με μεγαλύτερες κρίσεις και προκλήσεις, όπως εκείνη του 2001, όταν όλοι μιλούσαν για κατάρρευση της τουρκικής οικονομίας, την ώρα που τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση «έσωσαν την παρτίδα» χωρίς να την υποβάλουν σε πρόγραμμα διάσωσης.

Στην παρατήρηση ότι η συγκυρία σήμερα είναι διαφορετική, συν τοις άλλοις λόγω της τεταμένης σχέσης ανάμεσα στην Τουρκία και τη Δύση, ο κος Θεοφάνους συμφώνησε, λέγοντας ότι η οικονομική κρίση ενισχύεται και λόγω αυτής.

Διευκρίνισε μεν ότι, αν η χώρα προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκείνο θα συμβάλει στη διάσωση, ωστόσο ο ίδιος αμφιβάλλει κατά πόσο η κυβέρνηση επιθυμεί μια τέτοια εξέλιξη, καθώς κάτι τέτοιο θα προκαλούσε εμπλοκή στην πολιτική Ερντογάν, με την επιβολή μιας πολύ περιοριστικής ατζέντας, κάτι που θα είχε πολιτικές διαστάσεις και θα μπορούσε να θεωρηθεί προσωπική ήττα για τον Τούρκο Πρόεδρο.

Ερωτηθείς κατά πόσο το ενδεχόμενο επιβολής capital controls, συνδυάζεται αποκλειστικά με την υπαγωγή σε πρόγραμμα διάσωσης του ΔΝΤ, ο κος Θεοφάνους ανέφερε ότι τα δύο ενδεχόμενα είναι ανεξάρτητα και διατύπωσε την αναγκαιότητα η Τουρκία να αλλάξει φιλοσοφία και πολιτική, προκειμένου να επανέλθει η ομαλότητα, τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο, μειώνοντας την επιθετική ρητορική, κάτι που δεν φαίνεται προς το παρόν να είναι στις προθέσεις του Τούρκου Προέδρου.

Σημείωσε δε ότι θύμα της κατάστασης, αλλά και της αντιπαράθεσης με τη Δύση, είναι και ο Τουρισμός, καθώς δημιουργείται τάση για χαμηλότερη ζήτηση από το εξωτερικό.

Keywords
Τυχαία Θέματα