«Μια ζωή χωρίς μέλλον στο Κέντρο Υποδοχής στην Κοφίνου»(pic)

Το Κέντρο Υποδοχής και Φιλοξενίας Αιτητών Διεθνούς Προστασίας στην Κοφίνου έγινε θέμα στο διεθνές πρακτορείο Aljazeera, αναδεικνύοντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν πρόσφυγες και αιτητές ασύλου.

Kατά την επίσκεψη του συνεργείου του διεθνούς πρακτορείου στο Κέντρο Υποδοχής, έριξαν φως στις ανθρώπινες ιστορίες των αιτητών που διαμένουν στις εγκαταστάσεις του.

Η πρώτη εικόνα που βλέπει ο δημοσιογράφος είναι ένας καυγάς που ξεσπάει μεταξύ αιτητών κοντά

στην πύλη. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι έπεφταν γροθιές, αλλά οι παρευρισκόμενοι δεν ασχολήθηκαν, αλλά ανέφεραν απλώς ότι οι εμπλεκόμενοι είναι «ψυχοπαθείς». Μάλιστα, μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο.

Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι το Κέντρο, όταν άνοιξε το 2004, προγραμματιζόταν να φιλοξενεί μέχρι και 120 άτομα. Μια δεκαετία μετά, οι Αρχές αποφάσισαν να αυξήσουν τη χωρητικότητά του και σήμερα είναι το «σπίτι» 400 και πλέον ατόμων.

Πρόσφυγες και αιτητές ασύλου περιμένουν την απόφαση για το αίτημά τους για άσυλο, αλλά δεν τους έχει δοθεί κάποιο χρονικό περιθώριο, παραμένοντας έτσι στο Κέντρο για πολλούς μήνες, ίσως και πολλά χρόνια, όπως αναφέρει το aljazeera.

Αναφορά γίνεται επίσης στην υπερχείλιση νερών, τα οποία καταλήγουν να γίνονται «λιμνούλες», ενώ ο αέρας είναι αποπνικτικός από τη δυσοσμία των σκουπιδιών.

Ενώ οι περισσότεροι κάτοικοι αποφεύγουν το σημείο (με τις λιμνούλες), ο 41χρονος Bassam δεν έχει άλλη επιλογή από το να ζει εκεί, αφού ο χώρος διαμονής αυτού και της εξαμελούς οικογένειάς του είναι μερικά βήματα μακριά.

«Πήγα τα παιδιά μου δυο φορές στον γιατρό εξαιτίας των λιμνάζοντων νερών», αναφέρει στο aljazeera ο Bassam.

«Κάθε μέρα η κατάσταση γίνεται χειρότερη. Ο γιος μου μια μέρα μού είπε ότι δεν μπορούμε να βγούμε πλέον έξω, μοιάζει να ζούμε σε μια φυλακή», συμπληρώνει.

«Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Ξυπνάμε, τρώμε κάτι και κοιμόμαστε ξανά. Τίποτε άλλο. Δεν έχουμε πραγματική ζωή», αναφέρει ο Bassam.

Από την επέκταση του 2014, το κέντρο μοιάζει να είναι γεμάτο, αλλά, παρά τη δραστική αύξηση των «κατοίκων» του, το προσωπικό δεν έχει αυξηθεί, αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα.

Αυτό οδηγεί τους αιτητές να καταγγέλλουν σοβαρά προβλήματα υγείας και θέματα ασφάλειας, ενώ γίνονται παράπονα για τα ανύπαρκτα κλιματιστικά και σώματα θέρμανσης.

«Αυτές οι εγκαταστάσεις μοιάζουν με φούρνους τα καλοκαίρια και ψυγεία τον χειμώνα», αναφέρει εθελόντρια που δουλεύει στο Κέντρο.

«Υπάρχουν τουαλέτες που δεν λειτουργούν και μητέρες με μικρά παιδιά πρέπει να περπατούν 100 μέτρα στη μέση της νύχτας, για να πάρουν τα παιδιά τους για τις βασικές τους ανάγκες», συμπληρώνει.

«Προκαλώ οποιονδήποτε να μείνει σε αυτό το Κέντρο για 48 ώρες», προσθέτει.

Αναφορά γίνεται, επίσης, στα πρόσφατα γεγονότα της «εξέγερσης», συνδέοντάς τα με τη συσσωρευμένη αγανάκτηση για «τις άθλιες συνθήκες του Κέντρου, τις αναβολές στην εξέταση των αιτήσεων για άσυλο, αλλά και την απουσία προοπτικής για το μέλλον».

Το δημοσίευμα συνοδεύουν πλήθος φωτογραφιών, με μπάνια και τουαλέτες σε άθλια κατάσταση, ξεκολλημένες πόρτες, αλλά και τις κοινές κουζίνες, που είναι «εξίσου κακές».

«Πώς μπορεί κάποιος να μαγειρέψει εδώ», διερωτάται ένας 50χρονος Αλβανός αιτητής. «Τα πάντα είναι σάπια».

Τους φόβους για το μέλλον των παιδιών του μέσα στο Κέντρο εξέφρασε στον δημοσιογράφο ο 46χρονος Mohammed, με τη γυναίκα του να συμφωνεί.

Συνέχισε αναφέροντας ότι θέλει να ξεκινήσει μια νέα ζωή έξω από το Κέντρο, το οποίο χαρακτηρίζει «σπίτι ναρκωτικών».

«Το όνειρό μας είναι να βρούμε ένα σπίτι έξω και να φύγουμε από εδώ». Όμως, η «έξοδος» από το Κέντρο και η ένταξη στην κυπριακή κοινωνία, δεν είναι τόσο εύκολο.

Ο Mohammed περιέγραψε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην ανεύρεση σπιτιού, αναφέροντας ότι «είμαστε οικογένεια, υποτίθεται ότι παίρνουμε 280 ευρώ τον μήνα για ένα σπίτι, αλλά το ενοίκιο αγγίζει τα 400 με 500 ευρώ».

Keywords
Τυχαία Θέματα