Όταν έφυγαν οι θεοί των βοσκών

Μια ιστορία για τους βοσκούς που σκοτώθηκαν στην Κύπρο και ρίχθηκαν σε λάκκους -Ελληνοκύπριους βοσκούς και Τουρκοκύπριους βοσκούς- αφορά το καταπληκτικό άρθρο της Τουρκοκυπρίας συναδέλφου Sevgul Uludag, της εφημερίδας «Yeniduzen», δημοσιευμένο στον «Πολίτη», την περασμένη Κυριακή. Την έγραψε ο γυναικολόγος γιατρός Dervish Ozer από την Επηχώ, χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, κοντά στο Έξω Μετόχι. Να ένα μικρό απόσπασμα:

«…Σκέφτηκα τα πρόβατά τους που έμειναν πίσω, τα παιδιά τους, τα ττοππούζια τους, τις βούρκες τους,

τα πιθκιαύλια στις τσάντες τους και τα νεροκόλοκα που κουβαλούσαν το νερό τους. Mάθαιναν να φτιάχνουν “τσιακκάρια”, δηλαδή κουδούνια στον λαιμό των προβάτων, που το καθένα είχε διαφορετικό ήχο, και το κάθε κτύπημα του σφυριού στον χαλκό, έκανε τον ήχο του «τσιακκαριού» πιο όμορφο. Με το κάθε κτύπημα του σφυριού, κατάφερναν να δημιουργήσουν ένα κουδούνι, με το οποίο θα διέκριναν τα πρόβατα και θα τα αναγνώριζαν από τον ήχο αυτό, αφού το καθένα έχει εντελώς διαφορετικό ήχο και ακούγεται διαφορετικά, καθώς περπατά…

»Υπήρχαν οι λάκκοι, τα πηγάδια, από όπου πότιζαν τα πρόβατα. Αυτοί που ζουν στο νησί αυτό και οι θεοί ξέρουν ότι ούτε μια πετρούλα δεν πρέπει να ρίχνεται σε πηγάδι, ώστε να μη λερώνεται το νερό - για να μπορεί να ξεδιψάσει ο κάθε περαστικός. H προστασία εκείνου του νερού ήταν δεξιότητα. Ήταν τρόπος ζωής, να διατηρείς το νερό στο μέρος του, τις μεγάλες μέρες και νύχτες του καλοκαιριού, να αντλείς το νερό με τσίγκινους κουβάδες, να βάζεις το νερό σε αυλάκια φτιαγμένα από μάρμαρο ή φύλλα φοινικιάς, να ποτίζεις τα πρόβατα, να γεμίζεις με νερό το νεροκόλοκο και να βάζεις λίγο αλάτι στο στόμα σου, τυλιγμένο σε μια πετσέτα και φυλαγμένο στη βούρκα.

»Για εκατοντάδες και χιλιάδες χρόνια σε αυτό το νησί, ούτε μια πέτρα δεν είχε ριχθεί στα πηγάδια, μέχρι που ήρθαν οι “οργανώσεις”. Τότε όλα άλλαξαν, δεν έμεινε καθόλου σεβασμός. Ήρθαν άντρες με όπλα που άρχισαν να τριγυρίζουν και που αποφάσισαν ότι ο πιο εύκολος στόχος για να σκοτώσεις για προπαγάνδα, ήταν οι βοσκοί. Πήγαιναν κοντά τους και προσποιούνταν τους φίλους και οι βοσκοί τύλιγαν τσιγάρο και τους έδιναν, ψάχνοντας για λίγη φιλία και κουβέντα στη μοναξιά τους.

»Εκείνα τα χρόνια οι βοσκοί έμαθαν άλλους από τους ήχους των “τσιακκαριών” - έμαθαν τον ήχο των πιστολιών, που τραβιούνταν από τη μέση εκείνων που έρχονταν κοντά τους και κάπνιζαν τυλιχτά τσιγάρα μαζί τους. Έμαθαν ότι εκείνοι για τους οποίους τύλιγαν και πρόσφεραν τσιγάρα και που ήξεραν ως φίλους, δεν ήταν πραγματικοί φίλοι. Και οι βοσκοί που είχαν μάθει και δίδαξαν να μη ρίχνουν ούτε μια πέτρα στα πηγάδια, έπρεπε να μάθουν ότι υπήρχαν διαφορετικοί ήχοι από εκείνους των “τσιακκαριών”, ότι ο ήχος των πιθκιαυλιών δεν θα ακουγόταν πλέον στο νησί, ότι οι θεοί της αγάπης και οι θεοί των βοσκών είχαν φύγει από το νησί και ότι τα πηγάδια θα γέμιζαν με νεκρούς βοσκούς».

Keywords
Τυχαία Θέματα