Πώς η υποβάθμιση τουρκ. οικονομίας επηρεάζει τα κατεχόμενα

Άμεσα επηρεάζεται η οικονομία των κατεχομένων μετά το κατρακύλισμα της τουρκικής λίρας και τις όποιες άλλες επιπτώσεις, καθώς οι δυο οικονομίες να είναι πολύ στενά συνδεδεμένες με τον πληθωρισμό μεταφέρεται απευθείας από την μια πλευρά στην άλλη.

Μιλώντας στην εκπομπή «Όλα στο φως» του Ράδιο Πρώτο ο οικονομολόγος Μιχάλης Φλωρεντιάδης με αφορμή την υποβάθμιση των τουρκικών κρατικών ομολόγων στην κατηγορία «σκουπίδια» από τον οίκο αξιολόγησης Standard &Poor’s ανέφερε ότι όταν πηγαίνει καλά η τουρκική οικονομία, πηγαίνει καλά και η οικονομία των κατεχομένων, με οποιοδήποτε σοκ

να μεταδίδεται άμεσα.

Ωστόσο, τόνισε ότι περισσότερο πρόκειται για «ανησυχίες» παρά για μια πιθανή έντονη κρίση.

Όσον αφορά στην υποβάθμιση, σύμφωνα με τον ίδιο, ναι μεν πρόκειται για μια δυσάρεστη εξέλιξη για την χώρα, ωστόσο αυτό μάλλον δεν προκάλεσε έκπληξη, καθώς ο συγκεκριμένος οίκος αξιολόγησης ήδη είχε την οικονομία της «χαμηλά».

Διαβάστε επίσης: Ο S&P έριξε στα "σκουπίδια" το αξιόχρεο κρατικών ομολόγων Τουρκίας

«Αυτό που συμβαίνει στην Τουρκία είναι η μεγάλη υποχώρηση της τουρκικής λίρας, η οποία για τους τελευταίους 12 μήνες φτάνει μέχρι το 15% έναντι του δολαρίου και περίπου κατά 27% έναντι του ευρώ. Όταν το νόμισμα μιας χώρας υποχωρεί σημαίνει ότι αυξάνονται οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων κι αυτό έχει αντίκτυπο στον πληθωρισμό, ο οποίος στην Τουρκία έχει υπερβεί το 10% την ώρα που στην Ευρωζώνη ο μέσος πληθωρισμός είναι 1,3% αν και οι οικονομίες είναι πολύ διαφορετικές», είπε προσθέτοντας ότι η οικονομία της Τουρκίας και της Ρωσίας κατατάσσονται στις αναδυόμενες.

Πρόσθεσε δε ότι ο πληθωρισμός της Τουρκίας είναι «χρόνιο πρόβλημα».

Σύμφωνα με τον κο Φλωρεντιάδη, αυτές οι πληθωριστικές τάσεις ίσως να μπορούσαν να καταπολεμηθούν καλύτερα αν η Κεντρική Τράπεζα είχε την ανεξαρτησία να αυξήσει τα επιτόκια με μεγαλύτερη άνεση, κάτι που δεν έκανε μετά από τις φερόμενες συνεχείς παρεμβάσεις του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

«Υπάρχει η υποψία ότι υπάρχουν έντονες πολιτικές πιέσεις στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας, ώστε τα επιτόκια να μην ανέβουν, η οικονομία να συνεχίσει να αναθερμαίνεται, κάτι που όμως έχει αντίκτυπο στον πληθωρισμό, ενώ μειώνει την αξιοπιστία της χώρας και την εμπιστοσύνη των επενδυτών», ανέφερε προσθέτοντας ότι αυτό είναι σημαντικό επειδή η Τουρκία έχει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών δηλαδή καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει κατά περίπου 4% του ΑΕΠ.

Αυτό, είπε, πρέπει να καλυφθεί με εισροές ξένων κεφαλαίων μέσω επενδύσεων σημειώνοντας ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας πέρσι ήταν σχετικά ψηλός, φτάνοντας το 7,5% ενώ φέτος θα αγγίξει το 4,5%.

«Ναι υπάρχουν τα προβλήματα και η αβεβαιότητα γύρω από την Τουρκία, αλλά η οικονομία εξακολουθεί να μεγεθύνεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς, ενώ δεν παύει να μπορεί να προσελκύει κεφάλαια», ανέφερε τονίζοντας ότι σε αυτό το στάδιο δεν υπάρχει κίνδυνος να καταφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αλλά θα κληθεί να πληρώσει υψηλό κόστος όταν δανείζεται από τις αγορές σε ξένο συνάλλαγμα.

Τόνισε επίσης ότι το κρατικό χρέος είναι αρκετά χαμηλό, γύρω στο 28% του ΑΕΠ, αλλά εκείνο που κάνει το πρόβλημα πιο έντονο είναι ότι πολλές επιχειρήσεις και δη μεγάλες έχουν δανειστεί σε ξένα νομίσματα, με τα έσοδά τους να είναι σε τουρκική λίρα κάτι που επιβαρύνει την εξυπηρέτηση του χρέους.

Στην ερώτηση ποιες είναι οι πολιτικές επιδιώξεις του Ερντογάν σε αυτή την διαδικασία, ο κος Φλωρεντιάδης απάντησε ότι μια αύξηση επιτοκίων θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και θα επιβάρυνε σε όρους «δημοφιλίας» το προφίλ του.

«Αυτό το είδαμε περισσότερο μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία. Επιχειρήθηκε να υπάρξει μια αναθέρμανση της οικονομίας, ώστε να μην προκύψει οικονομική επιβράδυνση λόγω αυτής. Σε αυτό το πλαίσιο ασκήθηκαν και οι πιέσεις στην Κεντρική Τράπεζα», σημείωσε διευκρινίζοντας ότι υπάρχουν σαφείς υποψίες των επενδυτών ότι τα επιτόκια θα έπρεπε να είναι ψηλότερα.

Keywords
Τυχαία Θέματα