Τάδε έφη Οδυσσέας για Χάρη, Σάβια και Λουξεμβούργο

«Το Υπουργείο Οικονομικών ενήργησε έχοντας ως κριτήριο των ενεργειών του, όχι πως θα εξυπηρετηθεί το δημόσιο συμφέρον, αλλά πως θα ικανοποιηθεί η επιθυμία της λειτουργού να αποσπαστεί στην ΕΤΕπ, με όρους μάλιστα στους οποίους η ίδια είχε λόγο και τους οποίους κακώς αφέθηκε να διαπραγματευτεί με την ΕΤΕπ».

Αυτό είναι το συμπέρασμα της Ελεγκτικής Υπηρεσίας αναφορικά με την υπόθεση απόσπασης της υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και το οποίο περιλαμβάνεται

στην τελική έκθεση, η οποία δημοσιεύτηκε σήμερα Παρασκευή.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, εφόσον ο Υπουργός επιβεβαιώνει στην επιστολή του της 16ης Μαΐου 2017 ότι όλα έγιναν γιατί η ίδια η υπάλληλος εκδήλωσε το ενδιαφέρον της προς την ΕΤΕπ, σε μία θέση για την οποία όμως διαχρονικά το Υπουργείο επιθυμούσε να αποσπάσει κάποιο Κύπριο δημόσιο υπάλληλο, η Υπηρεσία θεωρεί τον όλο χειρισμό εκ μέρους του Υπουργείου ως παντελώς απαράδεκτο, ως συγκρουόμενο με τη θεμελιώδη υποχρέωση του να τηρεί τις αρχές ίσης μεταχείρισης και διαφάνειας.

«Η ευνοϊκή μεταχείριση μιας υπαλλήλου, στενής συνεργάτιδας του Υπουργού στο Υπουργείο του, πολιτικά στενά συνδεδεμένης με αυτόν, και συμμετέχουσας (κατά παράνομο μάλιστα τρόπο, όπως διαφάνηκε, αλλά με την ανοχή του ίδιου του Υπουργού) στο πολιτικό γραφείο του ίδιου πολιτικού κόμματος, εύλογα πιστεύουμε κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος και τους θεσμούς του, και ως εκ τούτου ήταν απαράδεκτη», επισημαίνει ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης.

Επιπλέον, κάνει λόγο για αθέτηση της διαδικασίας που έχει να κάνει με τα επιδόματα του εξωτερικού.

Στην έκθεση γίνεται αναφορά για «παραπλανητική αναφορά» του Υπουργού ότι δήθεν δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί ανοικτή διαδικασία επιλογής, την ώρα που σύμφωνα με την άποψη της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, θα έπρεπε, το Υπουργείο Οικονομικών να ακολουθήσει ανοικτή διαδικασία επιλογής.

«Θεωρούμε δε προφανές ότι, αν γνωστοποιούνταν οι τόσο ευνοϊκοί όροι απόσπασης που εξηγούνται πιο κάτω, θα υπήρχε ενδιαφέρον και από άλλους, ίσως πιο κατάλληλους ή/και πιο προσοντούχους λειτουργούς του Υπουργείου Οικονομικών, ή/και άλλων Υπουργείων. Εναλλακτικά, θα μπορούσε το Υπουργείο Οικονομικών, αφού πρώτα συμφωνούσε με την ΕΤΕπ τους όρους απόσπασης, να ενημέρωνε όλους του δημόσιους υπαλλήλους για το θέμα αυτό ώστε όλοι όσοι ενδιαφέρονταν (και είχαν τη συγκατάθεση των προϊσταμένων τους) να υπέβαλλαν την αίτηση τους απευθείας προς την ΕΤΕπ (δηλαδή με την ίδια διαδικασία όπως γίνεται με τους Εθνικούς Εμπειρογνώμονες)», αναφέρει, προσθέτοντας ότι το παραπάνω δεν αφορά την ΕΤΕπ αλλά πρώτιστα τη Δημοκρατία, αφού η λογική τέτοιων αποσπάσεων Εθνικών Εμπειρογνωμόνων, με τις οποίες η Δημοκρατία «χάνει» ένα υπάλληλο της για κάποιο χρονικό διάστημα (ενώ η ίδια η Δημοκρατία συνεχίζει να τον πληρώνει), είναι για να αποκτήσει ο υπάλληλος αυτός συγκεκριμένες εμπειρίες, τις οποίες στη συνέχεια θα μεταφέρει πίσω στην δημόσια υπηρεσία.

Στη συνέχεια, στην έκθεση ο Γενικός Ελεγκτής επισημαίνει ότι το ίδιο το Υπουργείο δεν προέβη σε οποιαδήποτε αξιολόγηση των αναγκών του, προκειμένου να αποστείλει τον καταλληλότερο υπάλληλο για την εν λόγω θέση. Καταγράψαμε το γεγονός ότι, στα απαιτούμενα προσόντα της θέσης (“Terms of Reference”), που απέστειλε η ΕΤΕπ στο Υπουργείο Οικονομικών, ήταν η κατοχή πτυχίου σε συγκεκριμένες ειδικότητες, κάτι για το οποίο το Υπουργείο δεν προέβη καν στον στοιχειώδη έλεγχο προς επιβεβαίωση του, αφού, όπως διαπιστώθηκε κατά τον έλεγχο, τα ακαδημαϊκά προσόντα της εν λόγω λειτουργού ουδέποτε είχαν καταχωρηθεί στον προσωπικό της φάκελο και ως εκ τούτου δεν ήταν στη διάθεση του Υπουργείου.

Ως εκ τούτου, κατά την άποψη της Υπηρεσίας, οι ενέργειες του Υπουργείου Οικονομικών, όχι μόνο αφίστανται των γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, αλλά συνιστούν και παραβίαση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου.

Σε επιστολή της Υπηρεσίας ημερομηνίας 10 Μαρτίου 2017 προς τον Υπουργό Οικονομικών περιλαμβανόταν καταγγελία κατά της συγκεκριμένης λειτουργού, για εκ μέρους της παραβίαση του άρθρου 71 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου, αφού από την ημερομηνία που αυτή ανέλαβε κομματικό αξίωμα μέχρι τις 10 Ιουλίου 2015, η εν λόγω λειτουργός δεν μπορούσε νόμιμα να κατέχει κομματικό αξίωμα, ενώ μετά την ημερομηνία αυτή, θα μπορούσε μόνο αν εξασφάλιζε έγκριση από την Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας.

«Δεν σχολιάζουμε περαιτέρω το θέμα αυτό, αφού η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 28 Απριλίου 2017 έχει επιβεβαιώσει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την υποχρέωση του Υπουργού Οικονομικών για διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας εναντίον της λειτουργού, όπως και εναντίον οποιουδήποτε άλλου υπαλλήλου του Υπουργείου του για τον οποίο έχει υποπέσει στην αντίληψη του ότι δυνατόν να έχει διαπράξει το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα», αναφέρεται στην έκθεση.

Επιπλέον, τίθεται σοβαρό θέμα σύγκρουσης συμφερόντων, κι αυτό σε περίπτωση που η συγκεκριμένη λειτουργός διαπραγματευόταν με την ΕΤΕπ τους όρους της απόσπασης της ταυτόχρονα με τη διαπραγμάτευση δανειακών συμβάσεων της Δημοκρατίας με την ΕΤΕπ που έχουν αρθεί μετά τη γραπτή διαβεβαίωση του Υπουργού με την επιστολή του της 16ης Μαΐου 2017 ότι, κατά την εξάμηνη περίοδο που η εν λόγω λειτουργός ενεργούσε ως «Desk Officer» για να ασχολείται με θέματα που αφορούσαν την ΕΤΕπ, δεν συμμετείχε στη διαπραγμάτευση για τη σύναψη οποιουδήποτε δανείου.

Keywords
Τυχαία Θέματα