Θεοπέμπτου: Η ιστορία της μαυροφορεμένης που την βίασαν

«Έγινε πραξικόπημα, μετά η εισβολή των τούρκων χάσαμε τον τόπο μας και ξεριζώθηκαν 200000 άνθρωποι και δεν τιμωρήθηκε κανένας για όλα αυτά», είπε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων, Χαράλαμπος Θεοπέμπτου στην ομιλία του κατά τη διάρκεια της ειδικής συνεδρίας της Βουλής για τη μαύρη επέτειο του πραξικοπήματος.

Η ομιλία του Χαράλαμπου Θεοπέμπτου 

Η πρώτη φορά στη ζωή μου που αντιλήφθηκα το μεγάλο διχασμό της κυπριακής κοινωνίας σε Μακαριακούς και δεξιούς ή Γριβικούς, ήταν το 1971, όταν ήμουν

Πέμπτη τάξη, (Δευτέρα λυκείου για τους νεότερους), στο παγκύπριο γυμνάσιο στη Λευκωσία.

Ήταν τα χρόνια που δρούσε η ΕΟΚΑ Β, ήταν η εποχή των μαθητικών διαδηλώσεων ήταν η εποχή του μεγάλου διχασμού, ήταν τα χρόνια που οδήγησαν στο πραξικόπημα.

Το κλίμα εκείνη την εποχή ήταν πάρα πολύ άσχημο …

Κάθε λίγες μέρες έβγαινε το μισό σχολείο διαδήλωση για το Μακάριο και λίγες μέρες μετά, το άλλο μισό σχολείο εναντίον του Μακαρίου.

Οι υποκινητές των διαδηλώσεων ήταν πάντα τα ίδια γνωστά άτομα.

Εδώ πρέπει να πω ότι όταν πριν κανένα χρόνο ξεκίνησαν οι διαδηλώσεις και ο διαχωρισμός του κόσμου σε υποστηρικτές ή σε πολέμιους των εμβολίων, ήρθαν αμέσως στο μυαλό μου οι μέρες διχασμού που ζούσαμε τότε πριν το πραξικόπημα και άρχισα να ανησυχώ πολύ!!

Μέσα στην τάξη είχαμε και καθηγητές που με έντεχνο τρόπο μας μιλούσαν και φανάτιζαν μαθητές εναντίον του Μακαρίου.

Επίσης. όταν έβγαιναν οι μαθητές έξω για διαδήλωση υπέρ του Μακαρίου, υπήρχαν άτομα που περίμεναν έξω μαζί με άλλους μαθητές που τους βοηθούσαν να γράφουν τα ονόματα των μαθητών που έβγαιναν έξω για διαδήλωση υποστηρίζοντας τον Μακάριο.

Αυτή καταγραφή γινόταν και στα χωριά και στις πόλεις. Υπήρχαν άτομα που τους ανάθεταν τη δουλειά να σημειώνουν ποιοι ήταν οι αριστεροί, ποιοι ήταν οι δεξιοί ή ποιος δεν πήγαινε στο καφενέ των δεξιών.

Εγώ επειδή δεν πήγαινα στον καφενέ των δεξιών δεν με θεωρούσαν δεξιό αλλά η πραγματικότητα ήταν ότι δεν πήγαινα ούτε και στους αριστερούς γιατί δεν ασχολούμουν με τέτοια.

Οι πληροφορίες αυτές τους ήταν πολύ χρήσιμες όταν γινόταν η κατάταξη στο στρατό και το ανακάλυψα όταν το καλοκαίρι του 1973 κατατάγηκα στο στρατό. Οι δεξιοί έπαιρναν αξιώματα και βασάνιζαν τους υπόλοιπους.

Δεν είχα ιδέα τι μας περίμενε όταν το καλοκαίρι του 1973 μας φόρτωσαν από το ΓΣΠ και μας πήραν στο ΚΕΝ Λάρνακας με το φορτηγό του στρατού.

Όταν ήμουν μαθητής, άκουγα που μιλούσαν για το καψόνι αλλά δεν είχα αντιληφθεί τι ακριβώς γινόταν.

Πρώτα - πρώτα οι νεοσύλλεκτοι, μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού, απαγορευόταν να περπατούν και έπρεπε όλα να γίνονται με τροχάδην. Ούτε και να στέκεις επιτρεπόταν, έπρεπε να τρέχεις σημειωτόν.

Τα βάσανα ήταν πολλά …

Μας έβαζαν για παράδειγμα μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού να φορούμε τα παλτά του στρατού και να τρέχουμε γύρο από το γήπεδο μέσα στη ζέστη.

Πηγαίναμε περπατητοί από τη Λάρνακα στο πεδίο βολής στην Αραδίππου και μεγάλο μέρος της διαδρομής το κάναμε γονατιστοί.

Μας έβαλαν να στεκόμαστε προσοχή και μας κτυπούσαν για να βρουν δήθεν ποιος αντέχει πιο πολύ τα κτυπήματα για να πάει λόκατζιης.

Το να χάνει κόσμος τις αισθήσεις του και να πέφτει στο έδαφος ήταν συνηθισμένο πράγμα.

Και υποτίθεται ότι την χρονιά μου ήταν προσεκτικοί γιατί τον προηγούμενο χρόνο έχασε τη ζωή του ένας νεοσύλλεκτος στο ΚΕΝ Λάρνακας από την ταλαιπωρία και αφυδάτωση.

Τα σήματα της Ελληνικής χούντας ήταν παντού και στους θαλάμους είχαν φωτογραφίες των ηγετών της χούντας που έπρεπε να μάθουμε τα ονόματα τους και να τους αναγνωρίζουμε.

Στους ατέλειωτους βηματισμούς φωνάζαμε το συνθήματα υπέρ της χούντας και τα ονόματα των χουντικών συνταγματαρχών.

Και απορούσα και δεν καταλάβαινα γιατί ο έξω κόσμος επέτρεπε όλα αυτά να συμβαίνουν στους 18χρονους.

Εκείνη ήταν η εποχή που η ΕΟΚΑ Β έκανε επιθέσεις σε αστυνομικούς σταθμούς και έκλεβε όπλα από στρατόπεδα.

Αυτή ήταν η κατάσταση πριν το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 1974.

Αυτή ήταν η κατάσταση. Ένας λαός διχασμένος, φανατισμένος, ένας λαός που πήρε τον κατήφορο προς την καταστροφή.

Η αποστροφή του κόσμου προς τους στρατιώτες αλλά και ο φόβος από την ανάμιξη του στρατού στο πραξικόπημα, συνέχισε και τις μέρες μετά την εισβολή.

Είχαν αρχίσει τα πρωτοβρόχια του Σεπτέμβρη και στα χωριά δεν μας άφηναν να κοιμηθούμε ούτε ακόμη έξω στην βεράντα τους. Σε άλλο χωριό μας έβγαλαν έξω από τον καφενέ και μας έστειλαν έξω στα χωράφια.

Μέσα μου ένιωθα ένα απίστευτο πόνο αλλά και θυμό για όλα αυτά, γιατί δεν καταλάβαινα τότε, ότι στο μυαλό τους συνδύαζαν το στρατό με το πραξικόπημα.

Όπου κινούμαστε βλέπαμε συνεχώς πρόσφυγες, ολόκληρες οικογένειες σε αυτοκίνητα κόσμο σαστισμένο και τρομοκρατημένο, γονείς παιδιά και ηλικιωμένους χαμένους. Ορισμένοι μας διηγούνταν τραγικές ιστορίες.

Τους βρίσκαμε κάτω από δέντρα, σε αυλάδες σπιτιών στην άκρια του δρόμου, στα χωριά και σε καφενέδες.

Τότε ένιωσα για πρώτη φορά και την συμπόνια, την αλληλεγγύη του κόσμου μας προς τους πρόσφυγες. Τότε κάτι άλλαξε μέσα μου γιατί έβλεπα από κοντά το μεγαλείο του λαού μας.

Πρόσφεραν απλόχερα στέγαση, φαγητό και βοήθεια σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που έφυγαν από την εμπόλεμη ζώνη με ότι μπόρεσαν να αρπάξουν πριν φύγουν.

Έγινε πραξικόπημα, μετά η εισβολή των τούρκων χάσαμε τον τόπο μας και ξεριζώθηκαν 200000 άνθρωποι και δεν τιμωρήθηκε κανένας για όλα αυτά!

Κλείνοντας θέλω να σας περιγράψω μια εικόνα που έμεινε βαθιά ριζωμένη στο μυαλό μου που την έβλεπα χρόνια στο όνειρο μου.

Ακόμη και τώρα που σας μιλώ την βλέπω καθαρά μπροστά μου.

Σε ένα χωριό είδαμε μια γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, τυλιγμένη με μαύρη μαντήλα να κάθεται μόνη στα σκαλιά έξω από ένα σπίτι, να κλαίει σιωπηλά και να έχει ένα παράξενο ύφος.

Όταν την πλησιάσαμε και τη ρωτήσαμε αν είναι καλά και αν θέλει βοήθεια μας κοίταξε και μας είπε:

Εβιάσαν με.

Keywords
Τυχαία Θέματα