Υπάρχει ακόμη χρόνος;

Το κράτος, είμαστε εμείς. Για να μπορέσει να υπάρξει πραγματική ελπίδα αλλαγής σ’ αυτό τον τόπο και απεγκλωβισμός του από τη σήψη και τη διαφθορά, χρειάζεται πρώτα να υπάρξει ριζική αναμόρφωση της κοινωνίας μας. Και αυτό το πράγμα, δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσα από μια πρόσκαιρη προσπάθεια «βελτίωσης» των θεσμών, η οποία θα μοιάζει με τη χορήγηση παυσίπονων για την αντιμετώπιση ενός καρκινώματος. Το κλειδί της επιβίωσης μας ως κράτος και ως κοινωνία, βρίσκεται στην παιδεία μας. Απαιτούνται τέτοιες τομές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, έτσι ώστε, πέραν της αναθεωρημένης και της στοχευμένης εκπαίδευσης
που πρέπει να παρέχεται στα παιδιά και τους νέους μας, η εκπαιδευτική διαδρομή που προσφέρει ο τόπος -από το Δημοτικό μέχρι και το Πανεπιστήμιο, να παρέχει πρώτα και κύρια, παιδεία. Να μπορεί δηλαδή σταδιακά και μεθοδικά, να οικοδομεί ανθρώπους που να καθιστούν αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητας τους, τις ανθρώπινες αξίες, τις αρχές της ισοπολιτείας και την ανάπτυξη μιας δημιουργικής και παραγωγικής σκέψης που να εξυμνεί την προσφορά προς το σύνολο, προτάσσοντας το «εμείς» αντί το «εγώ». Ανθρώπους που να αγαπούν και να νοιάζονται πραγματικά για τον τόπο τους, αλλά επίσης, ανθρώπους που να μπορούν να καθορίζουν τις προτεραιότητες τους, με βάση αυτά που εξασφαλίζουν την αληθινή ευτυχία στη ζωή και όχι με αυτά που χαρακτηρίζονται από τον άκρατο εθισμό στα υλικά αγαθά και τον ακόρεστο πλουτισμό. Να μεγαλώνουν μαθαίνοντας να επιδεικνύουν αποδοχή προς το διαφορετικό και σεβασμό, ο ένας προς τον άλλον. Να μαθαίνουν να προάγουν το δίκαιο αλλά και να αναπτύσσουν πρωτοβουλίες που θα παραγάγουν ιδέες και έργα, που θα βελτιώνουν το επίπεδο ζωής και πολιτισμού τους. Δυστυχώς, μια τέτοια προσπάθεια, δεν μπορεί να δώσει άμεσα αποτελέσματα. Θα απαιτηθεί χρόνος. Θα χρειαστεί τουλάχιστον μια 20ετία προτού ο τόπος μπορέσει να αισθανθεί θετική αλλαγή στη δομή της κοινωνίας του. Θα χρειαστεί αυτά τα παιδιά να μεγαλώσουν και να καταστούν οι ίδιοι, οι νέοι ενεργοί πολίτες της κοινωνίας, αλλά αργότερα και γονείς, οι οποίοι, επίσης θα καλλιεργήσουν και θα διαφυλάξουν τα ίδια πρότυπα και αρχές, στα δικά τους παιδιά. Ταυτόχρονα, μαζί με την αναδιοργάνωση της παιδείας, αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της προσπάθειας, θα πρέπει να είναι και η ριζική μεταρρύθμιση του κράτους. Θα χρειαστεί να υπάρξει μια «γενιά αλλαγής» η οποία θα είναι πλήρως συνειδητοποιημένη, ότι στην ουσία, θα «θυσιαστεί» για να σώσει τον τόπο από τον κύριο εχθρό του, δηλαδή εμάς. Μια γενιά, η οποία θα αναλάβει να συγκρουστεί με το κατεστημένο, τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία. Μια γενιά, η οποία θα έχει επίγνωση ότι, ενώ στα πρώτα χρόνια θα απολαμβάνει της στήριξης της κοινωνίας, στη συνέχεια θα αποδοκιμαστεί, θα διαπομπευτεί και θα διαλυθεί, από τα μέλη αυτής της ίδιας της κοινωνίας, τα οποία, συμπεριφερόμενα ως «στερημένοι τοξικομανείς» που θα έχουν πια απολέσει τα οφέλη της πελατειακής τους σχέσης, της αναξιοκρατίας και των κομπίνων με τις οποίες μεγάλωσαν, αναπόφευκτα, θα στραφούν εναντίον της. Ωστόσο, μια τέτοια μάχη δεν είναι χαμένη. Αντίθετα, μπορεί να κερδηθεί. Η μεγάλη πρόκληση που θα έχει να αντιμετωπίσει αυτή η «γενιά της αλλαγής» -εφόσον αναλάβει, θα είναι να προλάβει τουλάχιστον να «κλειδώσει» για τις μελλοντικές γενιές, τη δημιουργία ενός «φυτώριου παιδείας» όπου οι άνθρωποι του, σταδιακά, θα μπορέσουν να θεμελιώσουν την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, αλλά και την κατοχύρωση ενός νέου, σύγχρονου, διαφανούς και αξιοκρατικού τρόπου λειτουργίας των θεσμών. Η πρόκληση αυτής της «νέας γενιάς της αλλαγής» θα είναι να προλάβει να το πετύχει, προτού οδηγηθεί από την ίδια την κοινωνία στο… εκτελεστικό απόσπασμα. Σαφώς, το ερώτημα που προκύπτει, δεν είναι εάν η γενιά του 60’ που σήμερα μας διοικεί, μπορεί ή έχει τη θέληση να ξεκινήσει αυτή την αλλαγή. Το ερώτημα αυτό, έχει ήδη απαντηθεί και έχει ήδη ξεπεραστεί από το χρόνο και τα γεγονότα που συντελούνται γύρω μας. Το ερώτημα είναι, εάν η νέα γενιά προλαβαίνει και επιθυμεί να αναλάβει να «βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά». Το ερώτημα είναι, εάν η νέα γενιά αλλά και όλοι μαζί, συνειδητοποιούμε ότι τώρα πια, «παίζουμε στις καθυστερήσεις». Ότι ο χρόνος εξαντλείται. Ότι εάν δεν υπάρξει σύντομα στην Κύπρο η «γενιά της αλλαγής», τότε θα κλάψουμε όλοι μαζί επί ερειπίων. Σε μια τέτοια περίπτωση, αναπόφευκτα, το κυπριακό κράτος θα το έχει καταπιεί η ιστορία, κατατάσσοντας όλους εμάς που ζήσαμε σ’ αυτόν τον τόπο, στο κεφάλαιο των λαών, που ενώ είχαν την ευκαιρία να ζήσουν και να κάνουν σπουδαία πράγματα, χάθηκαν μέσα στο χρόνο, εξ υπαιτιότητας τους -επειδή απλά, επέλεξαν να ζουν στο βούρκο της αέναης ανωριμότητας, ανηθικότητας, απληστίας και ανομίας τους. Υπάρχει ακόμα χρόνος για την αλλαγή. Υπάρχει ακόμα χρόνος για την ελπίδα. Αδάμος Ασπρής*MA in Diplomacy
Keywords
Τυχαία Θέματα