Υπόθεση Δημοτικού Γραμματέα Λάρνακας: Συνεχίστηκε η δίκη

Συνεχίστηκε σήμερα ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λάρνακας – Αμμοχώστου η ακροαματική διαδικασία, στην οποία ο Λευτέρης Εμπεδοκλής, Δημοτικός Γραμματέας Λάρνακας, ο οποίος τελεί σε διαθεσιμότητα, κατηγορείται για υποθέσεις κλοπής από δημόσιο λειτουργό, απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με το Δικαστήριο να ορίζει την 8η Νοεμβρίου 2018 ως ημερομηνία κατά την οποία θα αποφανθεί αν αποδεικνύεται εκ πρώτης όψεως υπόθεση και αν θα καλέσει τον κατηγορούμενο σε απολογία.

Ο κ. Εμπεδοκλής κατηγορείται ότι στις 8/9/2015 έλαβε

από επιχειρηματία το ποσό των 35 χιλιάδων ευρώ για νομιμοποίηση παρανομιών στο υποστατικό του στην περιοχή Μακένζι στη Λάρνακα, χωρίς όμως, σύμφωνα με την καταγγελία, να γίνει οτιδήποτε.

Κατά την σημερινή διαδικασία, η Κατηγορούσα Αρχή κατέθεσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου γραπτή αγόρευση, απαντώντας στα όσα ανέφερε στην προηγούμενη δικάσιμο ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, ο οποίος είχε παρουσιάσει τις θέσεις του στις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο πελάτης του.

Για την 1η κατηγορία, δηλαδή της κλοπής από δημόσιο λειτουργό, η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής Άντρη Κωνσταντίνου αναφέρθηκε στον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι «αυτό που κλάπηκε (35 χιλιάδες ευρώ) δεν ήταν κρατική περιουσία ή δεν ανήκε σε δημόσιο φορέα», λέγοντας πως ουδέποτε ήταν η θέση της Κατηγορούσας Αρχής ότι αυτό που κλάπηκε ήταν κρατική περιουσία.

Πρόσθεσε πως «είναι προφανές ότι το χρηματικό ποσό των 35 χιλιάδων ευρώ, περιουσία του παραπονούμενου, περιήλθε στην κατοχή του κατηγορουμένου από την θέση την οποία κατείχε. Στη βάση μαρτυρίας προκύπτει ότι, ενώ ο κατηγορούμενος κατείχε την υψηλότερη θέση στην πυραμίδα του προσωπικού του Δήμου Λάρνακας, δηλαδή ως Δημοτικός Γραμματέας, εκμεταλλευόμενος την θέση του, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, έλαβε το ποσό των 35 χιλιάδων ευρώ».

Είναι «ξεκάθαρο από την μαρτυρία ότι αν ο κατηγορούμενος δεν κατείχε την συγκεκριμένη θέση, δεν θα του έδινε ποτέ το ποσό αυτό ο παραπονούμενος», εισηγήθηκε η ίδια και απέρριψε τον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι το γεγονός πως ο παραπονούμενος πίστευε πως το ποσό των 35 χιλιάδων ευρώ επρόκειτο να καταχωρηθεί στα δημόσια ταμεία, σημαίνει ότι δεν προκύπτει κλοπή από δημόσιο λειτουργό.

Εξήγησε ότι ο παραπονούμενος «συνεπεία της συνάντησης του 2013 είχε κάθε βάσιμο λόγο να πιστέψει τον κατηγορούμενο, ανώτερο λειτουργό του Δήμου Λάρνακας, ο οποίος εκμεταλλεύθηκε το τι είχε λεχθεί στην συγκεκριμένη συνάντηση και στις 7/9/2015 επικαλέστηκε απόφαση του Δήμου για καθορισμό του ποσού σε 35 αντί 15 χιλιάδες ευρώ που είχε αρχικά εισηγηθεί ο τέως Δήμαρχος».

Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος, συνέχισε η Κατηγορούσα Αρχή, «έπεισε τον παραπονούμενο, εκ της θέσεώς του και κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να καταβάλει το συγκεκριμένο ποσό για τα ταμεία του Δήμου, αποδεικνύει και την κλοπή από δημόσιο λειτουργό».

Απαντώντας στον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι στην 1η κατηγορία θα έπρεπε να αναγράφεται στις λεπτομέρειες «περιουσία του Δήμου Λάρνακας», η κ. Κωνσταντίνου είπε πως «το κατηγορητήριο αποκαλύπτει πλήρως όλες τις λεπτομέρειες του αδικήματος», εξηγώντας πως ο ιδιοκτήτης των 35 χιλιάδων ευρώ ήταν ο παραπονούμενος και άρα επρόκειτο για δική του περιουσία.

Όσον αφορά τη 2η κατηγορία, της απόσπασης χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, η Κατηγορούσα Αρχή απάντησε στον ισχυρισμό της υπεράσπισης ότι «δεν στοιχειοθετείται η κατηγορία, καθότι η παράσταση του κατηγορουμένου αφορούσε υπόσχεση στο μέλλον, ενώ παράλληλα δεν γνωρίζουν πότε και ποια ήταν η ψευδής παράσταση».

Επιχειρηματολόγησε ότι στην βάση μαρτυρίας προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος προφορικά παρουσίασε στον παραπονούμενο ένα, κατά τον ίδιο, γεγονός, ότι δηλαδή λήφθηκε απόφαση του Δήμου Λάρνακας για καθορισμό του ποσού προστίμου ή εξαγοράς χώρων στάθμευσης σε 35 χιλιάδες ευρώ, κάτι που στην πραγματικότητα δεν υφίστατο.

«Με βάση αυτή την ψευδή παράσταση ο παραπονούμενος αποξενώθηκε την περιουσία του στις 8/9/2015 και η μαρτυρία επί του ζητήματος είναι ξεκάθαρη», είπε η κ. Κωνσταντίνου και πρόσθεσε πως «η ψευδής παράσταση του κατηγορουμένου που έγινε στις 7/9/2015 δεν αφορούσε μελλοντική υπόσχεση αλλά αναφερόταν στο παρόν», αφού την δεδομένη στιγμή πληροφορούσε τον παραπονούμενο ότι είχε ήδη ληφθεί μια απόφαση από τον Δήμο και ότι αν έπαιρνε το καθορισμένο ποσό τότε θα γινόταν η νομιμοποίηση.

Η Κατηγορούσα Αρχή σημείωσε, επίσης, ότι «αυτή η δήλωση για την απόφαση του Δήμου, που τελικά αποδείχθηκε ψευδής, ώθησε τον παραπονούμενο να καταβάλει το συγκεκριμένο ποσό» και πως «η ψευδής παράσταση είναι το μέσο που χρησιμοποίησε ο κατηγορούμενος για να αποσπάσει τα χρήματα από τον παραπονούμενο στις 8/9/2015».

Για την 3η κατηγορία, της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η Κατηγορούσα Αρχή αναφέρθηκε στην εισήγηση της υπεράσπισης ότι δεν υπάρχει δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να την εκδικάσει, αφού δεν αποκαλύπτει αδίκημα και ότι έχει εκτροχιαστεί η δίκαιη δίκη λόγω της απουσίας καταδίκης στις κατηγορίες 1 και 2.

Η κ. Κωνσταντίνου ανέφερε ότι «αδυνατώ να αντιληφθώ πού βασίζεται η επιχειρηματολογία της υπεράσπισης», σημειώνοντας πως «αν αποδειχθούν τα γενεσιουργά αδικήματα στις κατηγορίες 1 και 2, τότε έπεται η 3η κατηγορία».

Όσον αφορά τη θέση της υπεράσπισης ότι η ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία «είναι αντιφατική και τόσο αντινομική που δεν θα πρέπει ο κατηγορούμενος να κληθεί σε απολογία», η Κατηγορούσα Αρχή είπε πως «σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε αντιφατικότητα στις μαρτυρίες των μαρτύρων» και ότι «δεν υπήρξε καμία αντίφαση η οποία να αξιολογηθεί σ’ αυτό το στάδιο και να οδηγήσει στην μη κλήση του κατηγορούμενου σε απολογία».

Πρόσθεσε ότι «υπήρξε πλήρης, ολοκληρωμένη και αντικειμενική διερεύνηση της υπόθεσης, με απώτερο σκοπό την ανάδειξη της αλήθειας στο Δικαστήριο και πως έγιναν όλες οι απαραίτητες αστυνομικές ενέργειες και η υπόθεση εξιχνιάστηκε πλήρως».

Αναφορικά με την θέση της υπεράσπισης για ύπαρξη «σκοτεινών πτυχών» της υπόθεσης, η κ. Κωνσταντίνου εισηγήθηκε πως «δεν προκύπτει καμία σκοτεινή πτυχή, τα γεγονότα είναι ξεκάθαρα και έλαβαν χώρα όπως τα περιγράφουν οι μάρτυρες», ότι έχει ξεκαθαρίσει η συνάντηση Μαΐου 2013 και όσα είχαν λεχθεί σ’ αυτήν, οι συναντήσεις του παραπονούμενου με τον κατηγορούμενο στις 7/9/2015 και στις 8/9/2015 όταν παρέδωσε τις 35 χιλιάδες ευρώ, αλλά και η τελευταία συνάντηση στις 20/5/2016, πριν την καταγγελία.

«Η μόνη σκοτεινή πτυχή που παραμένει, είναι η αδυναμία του κατηγορουμένου μέχρι και σήμερα να θυμηθεί πού βρισκόταν στις 8/9/2015 μεταξύ των ωρών 11.00 – 13.30, αν όπως ισχυρίζεται δεν βρισκόταν στο γραφείο του».

Ανέφερε, επίσης, ότι θέση της Κατηγορούσας Αρχής είναι πως «καμία θεμελιακή αντίφαση ή αναξιοπιστία δεν έχει διαπιστωθεί από την προσαχθείσα μαρτυρία, αλλά αντίθετα η μαρτυρία είναι απολύτως πειστική και τα γεγονότα έχουν απόλυτη συνοχή» και κάλεσε το Κακουργιοδικείο όπως κρίνει εκ πρώτης όψεως ένοχο τον κατηγορούμενο και να τον καλέσει σε απολογία.

Το Κακουργιοδικείο όρισε την 8η Νοεμβρίου 2018 ως ημερομηνία κατά την οποία θα εκδώσει την εκ πρώτης όψεως απόφασή του για την υπόθεση. Μέχρι τότε, ο κατηγορούμενος θα τελεί υπό κράτηση.

Keywords
Τυχαία Θέματα