Οι «Μιχαηλίδηδες» και η απάντηση στην κρίση

Πριν από 3,5 χρόνια, τον Φλεβάρη του 2008, ο Οτο Ρεχάγκελ έκανε την ύψιστη τιμή στον Χρυσόστομο Μιχαηλίδη (διορθώνοντας συγχρόνως ένα διαχρονικό «λάθος»), καλώντας τον στην Εθνική ομάδα.

Μαζί με τον πολύπειρο τερματοφύλακα από την Πτολεμαΐδα, την κλήση αυτή γιόρταζε και ο Ατρόμητος. Δεν ήταν και λίγο πράγμα ένας εν ενεργεία ποδοσφαιριστής του να φορά τη φανέλα με το εθνόσημο… Ηταν άλλωστε ο πρώτος που τα κατάφερνε.

Τότε ελάχιστοι έξω από το περιβάλλον της ομάδας πίστευαν ότι στο μέλλον θα υπάρξουν κι άλλοι «Μιχαηλίδηδες». Κυρίως, γιατί η επιτυχία αυτή οφειλόταν περισσότερο στον ίδιο

τον Χρυσόστομο, τις ικανότητές του και την γενικότερη πορεία του στα γήπεδα και πολύ λιγότερο έως ελάχιστα στη φιλοσοφία του Ατρομήτου. Σήμερα, 3,5 χρόνια μετά, τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην και αιτία γι αυτό δεν είναι μόνο η έλευση του Φερνάντο Σάντος στην τεχνική ηγεσία (που όπως και να το κάνουμε είναι πιο ανοιχτόμυαλος στις κλήσεις από τον προκάτοχό του), αλλά και τα όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα του Ατρομήτου.

Ο πρώτος που δέχθηκε συγχαρητήρια στο Περιστέρι, ήταν ο Ανδρέας Τάτος. Ο δεύτερος, ο αρχηγός της ομάδας, Γιάννης Σκόνδρας. Και αισίως, ήρθαν και οι κλήσεις για τους Γιαννούλη και Μήτρογλου. Ας εξαιρέσουμε τον τελευταίο, διότι και στην Εθνική έχει ξαναπαίξει και στον Ατρόμητο δεν χρειαζόταν να αγωνιστεί για να καταλάβουμε και εμείς, αλλά και ο Σάντος ότι είναι ικανός γκολτζής. Οι περιπτώσεις των τριών πρώτων, ωστόσο, είναι ενδεικτικές του τι μπορεί να προσφέρει μια ομάδα που δεν συγκαταλέγεται στις μεγάλες, αλλά έχει μάθει να δουλεύει με πλάνο και να εμπιστεύεται γηγενείς ποδοσφαιριστές.

Ο Τάτος αποκτήθηκε στα 19 του από ομάδα Β’ Εθνικής που ήταν από τις κακές της κατηγορίας (Χαϊδάρι). Είχε την τύχη να τον εμπιστευθούν αρχικά και να τον δουλέψουν ο Δώνης με τους συνεργάτες του στη συνέχεια, όπως επίσης και την ευλογία να διαθέτει το απαραίτητο ταλέντο. Ακόμα και αυτό, όμως, δεν θα ήταν αρκετό αν στον Ατρόμητο προτιμούσαν τη συνήθη οδό, να αποκτήσουν δηλαδή έναν κοινοτικό παίκτη, πιο ψημένο και να έχουν τον Τάτο ως μπακ απ.

Ο Σκόνδρας είναι ακόμα καλύτερο παράδειγμα. Βρίσκεται στο Περιστέρι από τα 14 του και ακόμα και όταν είχε τάσεις φυγής ως έφηβος, ο σύλλογος τον στήριξε. Ανθρωποι στάθηκαν στο πλάι του, τον έπεισαν να αλλάξει γνώμη και να αφοσιωθεί πραγματικά σε αυτό που του αρέσει να κάνει. Και αφού πήρε την ευκαιρία, δεν τον πέταξαν εκτός ομάδας ούτε όταν έκανε ένα ανόητο πέναλτι στο ματς με την Ξάνθη (-2 βαθμοί για τον Ατρόμητο), ούτε όταν έγινε αιτία να δεχθούν οι Περιστεριώτες ένα φτηνό γκολ στο παιχνίδι με τον Αρη. Ο Δώνης και οι συνεργάτες του επέμειναν, έχοντας όχι μόνο τη στήριξη, αλλά και την προτροπή της διοίκησης να φτιάξουν ένα πλήρες «φουλ μπακ». Ο Σκόνδρας δεν είναι πλήρης, αλλά δουλεύεται και μπορεί να γίνει.

Ο Γιαννούλης, τέλος, προϋπήρχε στην καθημερινότητά μας καθώς ήταν παίκτης του Ηρακλή. Η διαφορά είναι ότι στη μία περίπτωση έπεσε σε ένα περιβάλλον που δεν ήταν υγιές (δεν φταίει ο Ηρακλής

Keywords
Τυχαία Θέματα