Στα ανοιχτά του πέλαγου

17:21 13/4/2012 - Πηγή: AEK365

«Στα ανοιχτά του πέλαγου με καρτέρεψαν» ο στίχος από τη μεγαλειώδη δημιουργία ήρθε να παρακάμψει με δύναμη τους γκρίζους κροτάφους του και να καρφωθεί στη κεντρικότερη αρτηρία του νου του. Πάντα το Άξιον Εστί το είχε συνδεδεμένο με τη Μεγάλη Παρασκευή. Θυμόταν τη μαγική ένωση των λόγων με τις νότες από το ράδιο να μάχεται ρωμαλέα με τη μεθυστική μυρωδιά των πασχαλινών κουλουριών που ψήνονταν ταυτόχρονα στο φούρνο σε μια αμφίρροπη σύγκρουση που τρόπαιο είχε τη προσοχή του. Έκτοτε το ποίημα του νομπελίστα γι' αυτόν μύριζε ελαφρά αμμωνία και φρέσκο βούτυρο.


Καθώς στο βλέμμα του η

σκούρα μπλε έκταση του Αιγαίου απλωνόταν σε ένα επαναλαμβανόμενο νυσταγμένο μοτίβο αναρωτήθηκε αν ήταν το θέαμα ή το επετειακό της ημέρας που του έφεραν το συγκεκριμένο συνειρμό. Ο συρτός χορός των σκέψεων πήρε ν' αγριεύει απότομα. «Ζωή είναι μόνο όσα θυμάσαι, όσα σου έμειναν γιατί το άξιζαν». Αυτή η μικρή φράση που λες και οι λέξεις που την απάρτιζαν ζύγιζαν εκατό τόνους η καθεμία ίσως και να ήταν η μεγαλύτερη αλήθεια που έμαθε στη ζωή του. Την είχε ακούσει σε μικρή ηλικία από ένα πρόσωπο που πολύ αγαπούσε αλλά τότε όπως ήταν φυσικό δεν είχε δώσει την απαραίτητη σημασία.
Γύρισε προς τα πίσω διερευνητικά το βλέμμα. Στο πολύβουο κατάστρωμα ήταν σχετικά δύσκολο να εντοπίσει τη γυναίκα και τα παιδιά του. Μετά από λίγο τα κατάφερε. Εκείνη όπως πάντα είχε πιάσει κουβέντα με μια άγνωστη παρέα. Τον εκνεύριζε αυτή της η συνήθεια. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι μπορεί να συζητάς με ανθρώπους που δεν είχες ποτέ ως τώρα δει και κατά πάσα πιθανότητα δεν επρόκειτο ποτέ να ξαναδείς. Αλλά δεν έλεγε τίποτα γιατί ήξερε πως θα ακολουθούσε ένα άκρως θυμωμένο λογύδριο περί αντικοινωνικότητας και παραξενιάς που δεν είχε καμία όρεξη να ξανακούσει.


«Ο Μαΐστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής, ο Πουνέντες, ο Γραίγος , ο Σιρόκος, η Τραμουντάνα, η Όστρια» ένα αλμυρό χάδι από την τελευταία στο μέτωπο τον υποδέχτηκε καθώς γύρισε πάλι προς τη θάλασσα. Τί σήμαινε αλήθεια Πάσχα για αυτόν; Όσο και να προσπάθησε να θυμηθεί κάθε Μεγάλη Κυριακή του παρελθόντος του λίγα πράγματα του ήρθαν στο μυαλό. Τραπέζια γεμάτα φαγητά σε ένα θολό τοπίο μπουχτίσματος και υπερβολής. Αντίθετα κρυστάλλινες λες ξεπηδούσαν εικόνες από το παρελθόν που είχαν σχέση με την Σαρακοστή. Η Καθαρά Δευτέρα και η αρχή της νηστείας. Ναι, έφηβος όταν ήταν νήστευε όχι από θρησκοληψία αλλά επειδή θεωρούσε πως προσέδιδε ατμόσφαιρα και πως καταλάβαινε λίγο καλύτερα τη γιορτή. Η Βαγιοφορία που συμμετείχε μικρός και ξελαρυγγιαζόταν :«Βάγιο, βάγιο το βαγιό τρώμε ψάρι και κολιό...». Τα Δώδεκα Ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης στην εκκλησία της γειτονιάς. Όταν ανάμεσα στο αντιφέγγισμα των κεριών την ώρα του Εσταυρωμένου ζωντάνευαν όσα διάβαζε ο παπάς. Περίεργο πράγμα. Πιο πολύ πασχαλινή θεωρούσε τώρα πια μια φανταστική εικόνα που αναπαριστούσε τον Πέτρο να κόβει το αυτί του Μάλχου, δούλου του Αρχιερέως, παρά οτιδήποτε άλλο. Κι εκείνος ο υπόκωφος ήχος μετά την ανάγνωση του τελευταίου Ευαγγελίου. Τι αγαλλίαση που ένιωθε ότ

Keywords
Τυχαία Θέματα