Η κόλαση των ξένων

Στέφανος Δάνδολος

Σε έναν τέλειο, ιδανικό κόσμο κάθε άνθρωπος θα μπορούσε να ταξιδέψει όπου θέλει, να βγάλει χαρτιά παραμονής μέσα σε μια μέρα και να ξεκινήσει μια νέα ζωή που θα του επιφύλασσε κάτι καλύτερο ίσως από την παλιά.

Σε έναν τέλειο, ιδανικό κόσμο τα σύνορα δεν θα ήταν παρά γραμμές που επικυρώνουν την δικαιοδοσία ενός κράτους και όχι την εξουσία του. Και σε έναν τέλειο, ιδανικό κόσμο η ιδέα των Κέντρων Κράτησης Μεταναστών -μια δομή τόσο εξόφθαλμα βάναυση και τόσο απάνθρωπη στην σύλληψή της- θα ήταν εξοστρακισμένη

από την λογική της πολιτισμένης κοινωνίας, δεν θα είχε υπάρξει καν. Ζητάμε πολλά όμως. Ο εικοστός πρώτος αιώνας είναι γεμάτος από Γκουαντάναμο που συνθλίβουν ψυχές, είναι γεμάτος από φορτηγά-πλοία που ναυαγούν με δεκάδες παιδιά κρυμμένα στα αμπάρια τους, είναι γεμάτος από νομοτυπίες που δεν θα επιτρέψουν ποτέ στο όνειρο να ανθίσει. Έχεις χαρτιά; Μπορείς να ελπίζεις. Δεν έχεις; Θα είσαι μια ζωή στο φευγιό.

Η αυτοκτονία του νεαρού πακιστανού μετανάστη το βράδυ της Παρασκευής στο κέντρο της Αμυγδαλέζας έφερε στο προσκήνιο τις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν εκατοντάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά που βρέθηκαν στην χώρα μας παράνομα. Έφυγαν από κάπου όπου δεν μπορούσαν να ζήσουν άλλο γιατί θα πέθαιναν, και ήρθαν κάπου όπου επίσης δεν μπορούν να ζήσουν γιατί δεν τους το επιτρέπει ο νόμος. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με δάνεια, μνημόνια, τρόικες και άλλα συναφή. Εδώ έχουμε να κάνουμε με το βασικό, το αρχέγονο ζήτημα της ανθρώπινης ύπαρξης: το δικαίωμα στη ζωή, το δικαίωμα να επιλέξεις έναν νέο τόπο, πηδώντας ακόμη και πλαγιές, όπως έγινε στα σύνορα με την Αλβανία το 1991. Επειδή δεν πάσχω από ξενοφοβία δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να μοιραστώ την χώρα μου με εκατομμύρια ξένους, από όπου κι αν προέρχονται. Καθώς όμως νομοτελειακά υπάρχει ένα πρόβλημα διαχείρισης χώρου, αντιλαμβάνομαι πως η παράνομη μετανάστευση δεν θα μπορούσε ποτέ να πάψει να αποτελεί ένα λογικό αγκάθι. Μόνο αν είσαι αφελής όπως εγώ θα ευελπιστούσες οι άνθρωποι να έπαιρναν ένα πλοίο ή ένα τραίνο και να πήγαιναν όπου τραβάει η ψυχή τους χωρίς να τους στεκόταν το παραμικρό εμπόδιο. Το δέχομαι. Εκείνο που δεν μπορώ να δεχτώ, εκείνο το οποίο με κάνει να αισθάνομαι ντροπή -πέρα από την ξενοφοβία και την προκατάληψη των συμπατριωτών μου- είναι η ύπαρξη τέτοιων χώρων, όπως η Αμυγδαλέζα. Άκουσα τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη να δηλώνει συγκλονισμένος από τις εικόνες που αντίκρισε εκεί και να προαναγγέλει νέα καθεστώτα για την αντιμετώπιση των παράνομων μεταναστών. Δεν ξέρω πόσο αποφασισμένη είναι πραγματικά η κυβέρνηση για κάτι τέτοιο και δεν έχω ιδέα για το ποια μπορεί να είναι αυτά τα νέα καθεστώτα. Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος είναι ότι κολαστήρια βαφτισμένα σε Κέντρα Κράτησης, στρατόπεδα που δέχονται εξαθλιωμένους ανθρώπους και αντί να τους φιλοξενήσουν με στοιχειώδη αξιοπρέπεια τους σπρώχνουν σε ακόμη πιο βαθιά εξαθλίωση -και στην αυτοκτονία, όπως συνέβη προχθές με τον πιτσιρικά που κρεμάστηκε με την πετσέτα του- δεν μπορούν να υπάρχουν σε καμία πολιτισμένη δυτική κοινωνία του εικοστού πρώτου αιώνα.

Η Ελλάδα δεν αποτελεί φιλικό προορισμό για τους μετανάστες, αυτό το γνωρίζω. Αρνούμαστε την ελληνική ιθαγένεια σε παιδιά που γεννήθηκαν στην χώρα μας πριν από δεκαοκτώ-είκοσι χρόνια, που πήγαν σε ελληνικό σχολείο, που όλα αυτά τα χρόνια οι οικογένειές τους πλήρωναν φόρους μέχρι κεραίας. Αρνούμαστε την εικόνα του μαύρου που περπατάει πλάι μας. Αρνούμαστε την αφομοίωση του ξένου, είτε είναι παράνομος είτε είναι νόμιμος. Είμαστε ένας λαός που ξεχύθηκε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, που ρίζωσε στο εξωτερικό, που συγκρότησε ένα από τα βασικά ρεύματα μετανάστευσης του εικοστού αιώνα, και παραμένουμε βαθύτατα συμπλεγματικοί όταν η μετανάστευση γυρίζει αντίστροφα προς το μέρος μας. Τουλάχιστον, οι συνθήκες που προσφέρουμε σε όσους υπέπεσαν στο έγκλημα ενός ταξιδιού χωρίς άδεια θα πρέπει να είναι ανθρώπινες. Είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε.

Δεν ξέρω τι βλέπεις εσύ όταν κοιτάς έναν Πακιστανό να πέφτει σε μπλόκο αστυνομικών. Έχω δει κάμποσες τέτοιες σκηνές στο κέντρο της Αθήνας. Έχω δει τα όργανα να γελούν, να σπάνε πλακίτσα. Έχω δει τον Πακιστανό να βυθίζεται σε ένα βλέμμα τρόμου, λες και του λείπει μόνο το κίτρινο αστέρι για να κάνεις κάποιο είδος παραλληλισμού. Δεν ξέρω τι βλέπεις εσύ όταν κοιτάς έναν Πακιστανό γενικά. Ίσως βλέπεις μόνο τον τυπάκο που θα σου καθαρίσει τα τζάμια του αυτοκινήτου. Εγώ πριν από λίγο καιρό έβλεπα έναν Πακιστανό που την έστηνε μπροστά σε ένα δασάκι γιατί πούλαγε αναπτήρες και επειδή ήταν παράνομος ήθελε να κρυφτεί έτσι και του την έπεφταν. Μια φορά -ήταν αργά το βράδυ-τον πέτυχα να διαβάζει ένα τσαλακωμένο βιβλίο. Τον ρώτησα τι ήταν. Του Ρόιντον Μίστρι, μου λέει. Δεν ήξερα ποιος ήταν ο Ρόιντον Μίστρι, τον αναζήτησα στα ελληνικά, και διάβασα ένα από τα πιο όμορφα μυθιστορήματα που έχω διαβάσει στη ζωή μου, την Λεπτή Ισορροπία. Μια άλλη φορά, είδα έναν άλλο Πακιστανό σε ένα φανάρι, να σιγοτραγουδάει κάτι ονειρικό. Τον ρώτησα τι είναι αυτό που τραγουδάει. Μου λέει, είναι Νουσράτ Φατέχ Αλ Καν. Την επόμενη μέρα μπήκα στο youtube και ανακάλυψα τον Νουσράτ Φατέχ Αλ Καν, και από τότε τον θεωρώ τόσο απαραίτητο για τα αφτιά μου όσο και τον Μάιλς Ντέιβις, τον Μπιλ Έβανς, τον Τζον Λένον. Δυστυχώς δεν μου δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να τους ευχαριστήσω που μου έμαθαν τον Ρόιντον Μίστρι και τον Νουσράτ Φατέχ Αλ Καν. Από προχθές όμως που ο εικοσιοκτάχρονος Πακιστανός βρέθηκε κρεμασμένος σε κείνη την κόλαση που λέγεται Αμυγδαλέζα, δεν κάνω τίποτε άλλο από το να αναρωτιέμαι εάν ο λαιμός που έσπασε ανήκε σε ένα από τα δύο εκείνα παιδιά.

Κατηγορία: Κόσμος
Keywords
Τυχαία Θέματα