Παιχνίδι επιβολής

Γιώργος Θεοτοκάς

Είμαστε ήδη σχεδόν τρεις μήνες από το ξεκίνημα της νέας κυβέρνησης και όσο περνάει ο καιρός τόσο ενισχύεται η εντύπωση ότι οι δανειστές της χώρας επιδιώκουν και επιτυγχάνουν μία συνεχή υποχώρηση της κυβέρνησης από τις θέσεις της, με προφανή στόχο την απαξίωσή της και την εξομοίωσή της με την προηγούμενη διακυβέρνηση, αλλά και την απομυθοποίηση κάθε άλλης αριστερής προοπτικής στην Ευρώπη. Δεν δείχνουν να βιάζονται καθόλου, αφού γνωρίζουν ότι ο χρόνος λειτουργεί ασφυκτικά σε βάρος της Ελλάδας

που έχει την πίεση της έλλειψης ρευστότητας, ενώ προφανώς έχουν καταλάβει πως όσο παρατείνεται η διαπραγμάτευση, τόσο περισσότερο δεκτική και ευάλωτη σε υποχωρήσεις γίνεται η ελληνική κυβέρνηση.

Ακόμη χειρότερα, οι δανειστές δίνουν πλέον την εντύπωση ότι πρώτη προτεραιότητά τους είναι η πολιτική και όχι η οικονομική διάσταση και διαχείριση του θέματος του ελληνικού χρέους. Είναι εκείνοι που με πρόσχημα την ανάγκη για νέα σκληρά μέτρα, κάνουν στην ουσία πολιτική διαπραγμάτευση και προσπαθούν να αποδυναμώσουν πολιτικά τη νέα ελληνική κυβέρνηση και να αποδομήσουν με αυτό τον τρόπο κάθε εναλλακτική αριστερή πρόταση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Διότι μικρή αξία και ελάχιστο αντίκτυπο στη (μη) βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχουν τα μέτρα στα οποία εξακολουθούν να επιμένουν, μη συνεκτιμώντας ότι οι αντοχές της χώρας και των πολιτών της έχουν εξαντληθεί. Παιχνίδι επιβολής είναι αυτό που παίζουν και προφανώς δεν είναι πλέον απαρέγκλιτη επιδίωξή τους να κρατήσουν μέσα από τη διαπραγμάτευση την Ελλάδα στο ευρώ, αλλά αν είναι να γίνει αυτό, επιθυμούν να γίνει με τους δικούς τους όρους ταπείνωσης και υποταγής της χώρας, ειδάλλως να χρεωθεί η νέα κυβέρνηση το κόστος της χρεοκοπίας και της εξόδου από την ευρωζώνη. Ετσι όπως καταγράφονται τα πράγματα, win-win για τους δανειστές φαίνεται η κατάσταση, από πολιτική άποψη, αφού και οι δύο εκδοχές έχουν ως συνέπεια τη φθορά της νέας ελληνικής κυβέρνησης και ενδεχομένως, την κατάρρευσή της. Προτιμότερη για αυτούς και χωρίς κανένα κόστος, θα ήταν βέβαια η βελούδινη εξέλιξη, η πλήρης υποχώρηση και υποταγή της ελληνικής κυβέρνησης στις απαιτήσεις τους και η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη. Με τον τρόπο αυτό θα έχουν επιβεβαιώσει την κυριαρχία τους και θα έχουν εξορκίσει κάθε αριστερή προοπτική, χωρίς να προκαλέσουν καμία αναταραχή.

Το ζήτημα όμως μπροστά σε όλα αυτά τα δυσάρεστα, είναι το τι θέλει τελικά η νέα κυβέρνηση και όχι το τι θα ήθελε. Ασφαλώς και θα ήθελε να υποχωρήσουν οι δανειστές, έστω και εν μέρει, κυρίως στο ασφαλιστικό και τα εργασιακά και να επιτευχθεί μία συμφωνία που θα διασώζει πολιτικά την κυβέρνηση, θα τηρεί τα προσχήματα και θα είναι σχετικά διαχειρίσιμη, κυρίως στο εσωτερικό του Σύριζα. Απ’ότι φαίνεται όμως, οι δανειστές αυτό ακριβώς δεν θέλουν, να βοηθήσουν πολιτικά τη νέα κυβέρνηση, αλλά αντίθετα φαίνονται αποφασισμένοι να μην υποχωρήσουν και να φτάσουν τα πράγματα στα άκρα.

Δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες και τα ακριβή σημεία στα οποία έχει επικεντρωθεί η διαπραγμάτευση, όσο όμως η ελληνική κυβέρνηση συμβάλλει στο να παρατείνεται, διατρέχει τον κίνδυνο να απωλέσει την κυριαρχία της στις εσωτερικές εξελίξεις και να εξανεμισθεί τελικά το πολιτικό κεφάλαιο που ακόμη διαθέτει (και το οποίο όπως καταγράφεται στις μετρήσεις βαίνει συνεχώς μειούμενο), εξέλιξη που θα την κάνει ακόμη πιο ευάλωτη και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, θα της στερήσει την ουσιαστική πολιτική νομιμοποίηση που τώρα διαθέτει και θα της περιορίσει τη δυνατότητα εναλλακτικών κινήσεων. Εκτός και αν η κυβέρνηση έχει αποφασίσει, σε κάθε περίπτωση, να συμβιβασθεί, οπότε η καθυστέρηση ίσως να φτιάχνει «κλίμα» προς αυτή την κατεύθυνση. Μόνο με αυτή την εκδοχή μπορεί να γίνει κατανοητή η τακτική της συνεχούς παράτασης της διαπραγμάτευσης και η λογική εξήγηση είναι ότι αυτό έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση όσο μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τις προθέσεις της, δεδομένου ότι σε αυτούς τους τρεις μήνες διακυβέρνησης, δεν δίνει πάντοτε την εντύπωση ότι ενεργεί βάσει σχεδίου.

Αν παραταύτα στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης μένει ανοικτό και το ενδεχόμενο της σύγκρουσης, ίσως ο χρόνος σε αυτή την περίπτωση να λειτουργεί σε βάρος της. Σε αυτή την περίπτωση, αν έχει αποφασίσει να είναι αμετακίνητη σε κάποια συγκεκριμένα θέματα, ας τα θέσει ανοικτά, πειστικά και τεκμηριωμένα ως κόκκινες γραμμές και ας πάρει τις αποφάσεις της. Οσο περνάει ο καιρός, θα κινδυνεύσει (με την σταδιακή μείωση του πολιτικού κεφαλαίου που ακόμη διαθέτει) να μην έχει καν εναλλακτικές, ενώ ταυτόχρονα θα χειροτερεύει καθημερινά η κατάσταση στην οικονομία και στη θέση της χώρας.

Κατηγορία: Πολιτική
Keywords
Τυχαία Θέματα