Στουρνάρας: Οι επενδύσεις βασικός παράγοντας για την περαιτέρω ανάπτυξη της Ελλάδας

Τον ρόλο των επενδύσεων στην περαιτέρω αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας.

Aυτό δήλωσε σε ομιλία του στην εκδήλωση για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας ΕΙΒ INVESTMENT SURVEY 2023 για την Ελλάδα

με τίτλο: «Ελληνική οικονομία: επενδυτικό κενό και χρηματοδότηση των επενδυτικών αναγκών».

Η ομιλία Στουρνάρα:

« Κυρίες και κύριοι,

Σας καλωσορίζω στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην εκδήλωση για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας επενδύσεων της ΕΤΕπ για το 2023 σε σχέση με την ελληνική οικονομία. Στην ομιλία μου θα αναφερθώ εν συντομία στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και στον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο των επενδύσεων.

Ελληνική οικονομία, τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές

Ηελληνική οικονομία κατέγραψερυθμόανάπτυξης1,2%το δ΄τρίμηνο του 2023, έναντι 2,1% το προηγούμενοτρίμηνο. Η επιβράδυνση αυτήαποδίδεταιστη μείωση τουρυθμού ανόδου τωνεπενδύσεων και των εξαγωγών αγαθών. Στοσύνολο του έτους 2023,η οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεταιμε ικανοποιητικό ρυθμό (2%), αλλάβραδύτερο σε σύγκριση με τονπολύ υψηλό ρυθμό το2022 (5,6%). Ωστόσο, παρά τις διαδοχικέςδιεθνείς κρίσεις και την υψηλή αβεβαιότηταλόγω τωνγεωπολιτικώνεντάσεων, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεταιταχύτερα από ό,τιη ζώνητου ευρώ από το 2021 και μετά. Η ιδιωτικήκατανάλωση, οι εξαγωγές αγαθών καιυπηρεσιών και οι ακαθάριστες επενδύσειςπάγιου κεφαλαίου παρέμειναν οι κύριεςσυνιστώσες της ανάπτυξηςτο 2023, παρότιεπηρεάστηκαν αρνητικά από την επιβράδυνσηπουκατέγραψαν οιοικονομίες βασικώνεμπορικώνεταίρων τηςχώρας καιαπότον υψηλόπληθωρισμό.

Συνολικά, τα επόμενα χρόνια η ελληνική οικονομία προβλέπεται να καταγράψει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ. Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς ενισχύει τη διαδικασία σύγκλισης του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδος προς τα μέσα επίπεδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), διαδικασία η οποία διακόπηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης δημόσιου χρέους. Οι κύριες κινητήριες δυνάμεις της οικονομικής δραστηριότητας θα συνεχίσουν να είναι οι επενδυτικές δαπάνες, χάρη στη συμβολή των ευρωπαϊκών πόρων και ιδίως του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), καθώς και η ιδιωτική κατανάλωση, λόγω της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος χάρη στην άνοδο της απασχόλησης και στη μείωση του πληθωρισμού.

Ο ρόλος των επενδυτικών δαπανών

Μεδεδομένα τα προβλήματα που συνδέονταιμε τη γήρανσητου πληθυσμού, τηνυπογεννητικότητακαι τη χαμηλή συμμετοχή στο εργατικόδυναμικό, ο ρόλος των επενδύσεων σευλικόκαι ανθρώπινο κεφάλαιο καθίσταταικαθοριστικός για τη μελλοντική πορείατης οικονομίας τόσο βραχυπρόθεσμα όσοκαι μακροπρόθεσμα. Βραχυπρόθεσμα, οιεπενδυτικές δαπάνες ενισχύουντη ζήτηση και το ρυθμό ανάπτυξης.Μακροπρόθεσμα, αυξάνουντοκεφαλαιακό απόθεμα της οικονομίας καιεπιταχύνουντορυθμό αύξησης του δυνητικού προϊόντος.

Οιεπενδυτικές δαπάνες μπορούν να συμβάλουνστην οικονομική ανάπτυξη, είτε αφορούνβελτιώσεις στις υποδομές, την εκπαίδευσηκαι την υγεία, είτε επενδύσεις σεπαραγωγικό εξοπλισμό, μηχανήματα, καθώςκαι σεάυλαστοιχεία ενεργητικού και σετεχνολογίεςαιχμής. Ως αποτέλεσμα της αύξησης τουαποθέματος υλικούκαι ανθρώπινου κεφαλαίου, η παραγωγικότητατης εργασίας βελτιώνεται και καθίσταταιδυνατή η διατηρήσιμη αύξηση τωνπραγματικών μισθών και του βιοτικούεπιπέδου των εργαζομένων.

Ωστόσο, το σταθερά χαμηλό επίπεδο συσσώρευσης παραγωγικού κεφαλαίου αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην αύξηση της παραγωγικότητας και τη σύγκλιση με το μέσο όρο της ΕΕ. Ειδικότερα, από την κρίση δημόσιου χρέους και εξής οι επενδύσεις στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ παρουσιάζουν σημαντική απόκλιση από το μέσο όρο της ΕΕ. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,1 οι επενδύσεις σε πραγματικούς όρους το 2022 ήταν κατά 50% περίπου χαμηλότερες σε σχέση με το 2008.

Ο λόγος των επενδύσεων προς το ΑΕΠ, ο οποίος κυμαινόταν γύρω στο 24% πριν από το 2008 (δηλαδή σε επίπεδο συγκρίσιμο με το μέσο όρο της ΕΕ), κατέρρευσε κατά τη διάρκεια της κρίσης και διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε 11,9% την περίοδο 2010-2020. Σημειώνεται ότι πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ εκτιμά ότι το επενδυτικό κενό στην Ελλάδα, σύμφωνα με κάποιες μετρήσεις, έφτασε έως 8% του ΑΕΠ για το 2019. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι παράγοντες που έχουν επηρεάσει ανασταλτικά τις επενδύσεις περιλαμβάνουν, στην περίπτωση των επιχειρηματικών επενδύσεων, διαρθρωτικά εμπόδια, ενώ, όσον αφορά τις επενδύσεις των νοικοκυριών, τις εξελίξεις του οικονομικού κύκλου και των εισοδημάτων.

Οιεπενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠέχουναυξηθείτα τελευταία χρόνια,ωςαποτέλεσμα της έντονης αύξησης τωνεπενδύσεων τηδιετία 2021-2022.Οιεπιχειρηματικέςεπενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως καιέχουν επανέλθει στα προτου 2010 επίπεδα, ενώ οι επενδύσεις σεκατοικίες είναι χαμηλές,εντούτοιςαυξάνονταιμε ταχύ ρυθμό λόγω της ισχυρής ζήτησηςαπόπλευράς εγχώριων επενδυτών, καθώς καιεπενδυτών από χώρες της ΕΕ αλλά και απότρίτες χώρες στο πλαίσιο του προγράμματοςGoldenVisa.Οιεπενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουνόμωςχαμηλότερεςαπό το μέσο όρο της ΕΕ (14,3%,έναντι 22,0% στην ΕΕ το 2023).

Σημειώνεται πάντως ότι το επενδυτικό κενό δεν είναι γνώρισμα μόνο της ελληνικής οικονομίας. Επενδυτικό κενό έχει και η ΕΕ στο σύνολό της σε σύγκριση με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της ΕΤΕπ, το επενδυτικό κενό της ΕΕ σε σύγκριση με τις ΗΠΑ αποδίδεται, μεταξύ άλλων, στη δυναμική του προϊόντος, το υψηλό κόστος κεφαλαίου, τους χρηματοοικονομικούς περιορισμούς, τη δανειακή επιβάρυνση των επιχειρήσεων και την αβεβαιότητα. Ειδικότερα, υπάρχει μεγάλο κενό στις επενδύσεις σε εξοπλισμό πληροφορικής και επικοινωνιών (ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών) και σε προϊόντα πνευματικής ιδιοκτησίας. Στην περίπτωση της Ελλάδος, το κενό στις παραγωγικές επενδύσεις σε σύγκριση με τις ΗΠΑ είναι το μεγαλύτερο στην ΕΕ.

Ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα

Η έγκαιρη απορρόφηση και η εκταμίευση των πόρων του RRF προς τον ιδιωτικό τομέα είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη των προβλεπόμενων ρυθμών αύξησης των ακαθάριστων επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου κατά την περίοδο 2024-2026. Μέχρι στιγμής, το ποσοστό απορρόφησης των πόρων του RRF είναι ικανοποιητικό (41% από συνολικό ποσό 36 δισεκ. ευρώ) και η Ελλάδα είναι 4η στη σχετική κατάταξη των χωρών σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό (14% του συνόλου), γεγονός που καθυστερεί την πραγματοποίηση επενδυτικών δαπανών.

Για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό και να επιταχυνθεί ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας πρέπει να υλοποιηθεί ένα ευρύ φάσμα φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να αποσκοπούν στην εξάλειψη διαρθρωτικών αδυναμιών, όπως οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία στη δημόσια διοίκηση και το έλλειμμα ψηφιακών δεξιοτήτων. Ταυτόχρονα όμως, είναι αναγκαίο να εξαλειφθούν οι περιοριστικές πρακτικές που εμποδίζουν τη λειτουργία των αγορών, με την κατάργηση των φραγμών εισόδου και το άνοιγμα των αγορών αγαθών και υπηρεσιών στον ανταγωνισμό.

Οι μεταρρυθμίσεις θα συμβάλουν στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων και θα διευκολύνουν τη μεγαλύτερη συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Αυτό με τη σειρά του θα συμβάλει στην υιοθέτηση καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και νέων τεχνολογιών, που θα επιτρέψουν στις ελληνικές επιχειρήσεις να παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και έντασης γνώσης. Το αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και της συνολικής παραγωγικότητας στην ελληνική οικονομία.

Αποφασιστικός παράγοντας για την αύξηση των επενδύσεων και την επίτευξη ταχύτερης ανάπτυξης είναι ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που μπορεί να παρέχει χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Την τελευταία δεκαετία έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος ως προς την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος. Ειδικότερα, έχουν βελτιωθεί η κερδοφορία, η ρευστότητα, η κεφαλαιακή επάρκεια και η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών, ενώ έχει επίσης προχωρήσει η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τη συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος, μεταξύ άλλων με την ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της κεφαλαιακής βάσης των ελληνικών τραπεζών και τη μείωση των ΜΕΔ τους ώστε να συγκλίνει προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Εξάλλου, η περαιτέρω ενίσχυση του ανταγωνισμού στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα με τη δημιουργία του λεγόμενου “πέμπτου πόλου” θα μπορούσε να βελτιώσει τις συνθήκες χρηματοδότησης.

Η τραπεζική χρηματοδότηση των επενδυτικών αναγκών των επιχειρήσεων θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω με τη χρήση όλων των εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως αυτών της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (EAT) και του RRF.

Εκτός από την τραπεζική χρηματοδότηση, θα πρέπει να διερευνηθούν δυνατότητες χρήσης όλων των διαθέσιμων μορφών ιδιωτικής χρηματοδότησης των επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές. Τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital), τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity), η συμμετοχική χρηματοδότηση (crowdfunding), οι επιχειρηματικοί άγγελοι (business angels), οι επιταχυντές νεοφυών επιχειρήσεων (startup accelerators) και οι μικροχρηματοδοτήσεις (microfinance) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δεν διαθέτουν επαρκή πάγια στοιχεία ενεργητικού ως εξασφαλίσεις για τη λήψη τραπεζικών δανείων.

Καταληκτικές παρατηρήσεις

Κλείνοντας,θα ήθελα να επισημάνω ότι η πρόοδος πουέχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια καιοι θετικές προοπτικές της οικονομίαςαντανακλώνται στην αναβάθμιση τηςπιστοληπτικής διαβάθμισης των ελληνικώνκρατικών ομολόγων στηνεπενδυτική κατηγορία.Ωστόσο, απαιτούνται συνεχείς προσπάθειεςγια την επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξηςτα επόμενα χρόνια. Αυτό απαιτεί τηνυλοποίηση μεταρρυθμίσεων και τηναξιοποίηση όλωντων διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων, πουείναι καθοριστικήςσημασίαςγια τη χρηματοδότηση των επενδύσεων.

Περιμένω με ενδιαφέρον να ακούσω τις απόψεις της ΕΤΕπ και τα αποτελέσματα της έρευνας επενδύσεων, καθώς και τις προτάσεις όλων των διακεκριμένων ομιλητών μας σχετικά με τις προοπτικές των επενδύσεων και τη χρηματοδότηση των επενδυτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας».

Διαβάστε περισσότερα στο iefimerida.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα
Στουρνάρας, Ελλάδας,stournaras, elladas