Τα χάρτινα σπίτια

Στέφανος Δάνδολος

Τους ξέρεις πια. Τους βλέπεις καθημερινά, τον καθένα στη γωνιά του. Είναι ένας στα μισά της Πανεπιστημίου, λίγο πιο κάτω από τον Ελευθερουδάκη. Νέος, κοντά στα τριάντα. Αναρωτιέσαι ποια τραγωδία τον άφησε πεταμένο εκεί, σαν φτυμένο κουκούτσι. Είναι ένας άλλος απέναντι από την παλιά Βουλή, επί της Σταδίου. Πιο μεγάλος αυτός, πενηντάρης. Φαγωμένος από το αγέρι. Κάθε φορά που περνώ από δίπλα του και τον βλέπω να σαλεύει μέσα στο χάρτινο σπίτι του, σκέφτομαι πως κάποτε θα ήταν το αγαπημένο μωρό κάποιας μάνας, που

ήθελε να τον κρατάει ζεστό κάθε στιγμή της ημέρας. Είναι κι άλλοι. Πολλοί. Και καθημερινά ξεφυτρώνουν περισσότεροι. Κάθε δρόμος στο κέντρο είναι πλέον μια στέγη. Χθες το πρωί, πρώτη μέρα του χρόνου, μια βουβή καταχνιά απλωνόταν πάνω από τα έρημα πεζοδρόμια. Μόνο αστέγους έβλεπες. Εσένα σου χαλάει μια ηλεκτρική συσκευή και απορρυθμίζεσαι εντελώς. Εκείνοι είναι ευχαριστημένοι και μόνο που το φαγωμένο σχοινί συγκρατεί τα χαρτόνια του σπιτιού τους.

Τις τελευταίες μέρες, με τον χιονιά, έκαναν τα κουμάντα τους. Βρήκαν χαρτόνια, τα έκοψαν, τα κόλλησαν με ταινίες και τα έδεσαν μεταξύ τους με σχοινιά. Η περίπτωσή τους δεν υπάγεται σε κατηγορίες προεκλογικών εκστρατειών, δεν απασχολεί τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, δεν συγκινεί τα εργατικά συνδικάτα, δεν αφορά κανέναν, γιατί πολύ απλά, ως άστεγοι, θεωρούνται περιττοί. Δεν ανήκουν πουθενά. Δεν έχουν τίποτα στην κατοχή τους σε ένα σύστημα που σε μετράει με βάση τα υπάρχοντά σου. Παρ’ όλα αυτά, όπου κι αν κοιτάξεις αυτές τις μέρες θα δεις χάρτινα σπίτια. Την ώρα που μια δημόσια αντιπαράθεση καταντάει να εκτρέπεται στο αν ένας πολιτικός θέλει να πηγαίνει στην εκκλησία, την ίδια ώρα η πληγωμένη αυτή χώρα καθρεφτίζει τις πληγές της στα ανθρώπινα ερείπια των δρόμων. Το παρήγορο είναι ότι βλέπεις πολίτες να ευαισθητοποιούνται, να κάνουν ό,τι δεν θέλει να κάνει η πολιτική και ό,τι αποφεύγει να κάνει η εκκλησία. Τους βλέπεις να αφήνουν τσάντες στο πλάι των κάδων σκουπιδιών. Τις κρεμούν στη μικρή προεξοχή κάτω από το καπάκι για να τις δουν οι ιδιοκτήτες των χάρτινων σπιτιών. Έχοντας δει κάμποσες τέτοιες τσάντες την τελευταία βδομάδα, συνειδητοποιώ πως τούτος ο λαός δεν έχει χάσει την ανθρωπιά του. Ίσως να φταίει και η εποχή. Όταν περνάς δυσκολίες συλλογίζεσαι και τις δυσκολίες του άλλου, είσαι πιο δεκτικός στην δυστυχία.

Τις τελευταίες σαράντα οκτώ ώρες άκουσα και διάβασα μυριάδες δημόσια μηνύματα. Μιλούσαν όλα για πίστη, ελπίδα, αισιοδοξία. Είδα πολιτικούς να προβαίνουν σε δηλώσεις έξω από φωταγωγημένους ναούς, να διαλαλούν την βεβαιότητά τους ότι η κοινωνία θα αποδώσει δικαιοσύνη στους μεν, θα τιμωρήσει τους δε. Είδα λαμπερές φωτογραφίες στα social media, λόγια «από καρδιάς», βλέμματα σφιγμένα που προσπαθούσαν να γίνουν χαμόγελα, χιλιάδες λέξεις πεταμένες σε τοίχους και μαντρότοιχους, όλος ο κόσμος είχε μεταμορφωθεί σε ένα ακάουντ από ευχολόγια. Άλλοι πετσόκοβαν την φράση ενός ποιητή και την αναρτούσαν, άλλοι κοίταζαν την κάμερα σαν χαμένοι, άλλοι πόζαραν με σουφρωμένα χείλη και βαριεστημένα μάτια. Κανείς δεν με έκανε να νιώσω όπως ο ιδιοκτήτης του χάρτινου σπιτιού χαμηλά στην Πανεπιστημίου. Είχα παρκάρει επί της Μπενάκη και κατηφόριζα τον δρόμο, ψάχνοντας να βρω ανοιχτό μαγαζί για να πάρω έναν καφέ στο χέρι. Ώσπου τον είδα κάτω από την τσαλακωμένη στέγη του να προσπαθεί με δάχτυλα παγωμένα από το κρύο να στερεώσει το χαρτόνι που είχε ξεκολλήσει. Κρατούσε μια από κείνες τις τσάντες που σας έλεγα προηγουμένως, θα την είχε βρει στον κάδο που βρίσκεται λίγο παρακάτω, κοντά στην Πατησίων. Και φαινόταν ευτυχισμένος γιατί μέσα στην τσάντα είχε βρει ένα ψαλίδι, κάμποσες ταινίες σελοτέιπ και μια κόλλα σε μεγάλη συσκευασία. Περπατούσα λοιπόν βιαστικά μες στο κρύο, λίγο κακοδιάθετος από την καταχνιά, μέχρι που το βλέμμα μου έπεσε πάνω στα μάτια του που ξαφνικά γύρισαν και με κοίταξαν. Και τότε ήταν που το ωραιότερο μήνυμα για τη νέα χρονιά ήχησε στα αφτιά μου. Σταμάτησε για μια στιγμή να παλεύει με το χαρτόνι, κατένευσε χαμογελώντας και μου είπε, «Καλημέρα». Ύστερα συνέχισε να επισκευάζει το σπίτι του.

Κατηγορία: Πολιτική
Keywords
Τυχαία Θέματα