Νταραβέρι!..

Αν μετράω καλά, έχουμε μια κυβερνητική πλειοψηφία δύο κομμάτων και 154 βουλευτών - συν μερικές εφεδρείες που την καθιστούν ευρύτερη απ' όσο δείχνει η κοινοβουλευτική αριθμητική...

Γράφει ο Γιάννης Πρετεντέρης

Η ώρα διαθέτει συνεπώς μια νόμιμη και (ελπίζω) υπεύθυνη κυβέρνηση.

Η οποία διεξάγει εδώ και δυόμισι μήνες μια δύσκολη αλλά κυρίως κρίσιμη διαπραγμάτευση με την Τρόικα.

Κρίσιμη επειδή από την έκβασή της θα εξαρτηθούν όχι μόνο τα δημοσιονομικά μεγέθη του επόμενου χρόνου ή το ύψος των επικουρικών

συντάξεων, αλλά γενικότερα οι όροι του «ελληνικού προβλήματος».

Από τη διαπραγμάτευση αυτή θα προκύψει, με άλλα λόγια, το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η χώρα τα επόμενα χρόνια.

Και το οποίο θα είναι δεδομένο για όποιον κυβερνήσει εφεξής την Ελλάδα - εφόσον φυσικά θέλει να τη διατηρήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ερώτηση. Υπάρχει έστω και ένας Έλληνας τον οποίο συμφέρει να πάει άσχημα η διαπραγμάτευση; Ε, λοιπόν, ούτε ένας!

Ό,τι και αν προκύψει, θα ισχύει για όλους και όλοι μαζί θα το υποστούμε.

Γιατί λοιπόν δεν διαμορφώνουμε τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις γι' αυτήν τη ρημάδα;

Γιατί δεν περιμένουμε να κρίνουμε το αποτέλεσμα εκ του αποτελέσματος, όπως επιβάλλουν η κοινή λογική και μια στοιχειώδης ευθύνη;

Γιατί η ακατάπαυστη λογοδιάρροια και η ακατάσχετη φλυαρία μεταξύ μας όταν ο καβγάς είναι με τους άλλους;

Τι σχέση έχει μια διαπραγμάτευση που μας αφορά όλους με τις πιθανές (και θεμιτές...) φιλοδοξίες ή επιδώσεις του κάθε πολιτικού, του κάθε κόμματος, της κάθε παράταξης;

Ομολογώ ότι δεν διαθέτω απάντηση. Αλλά έχω εξήγηση.

Πολύ φοβάμαι ότι το κακόγουστο θέατρο που ζούμε υποκινείται από έναν και μοναδικό υπολογισμό: όχι πώς θα πετύχουμε συνολικά το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, αλλά ποιος θα ωφεληθεί ή θα ζημιωθεί περισσότερο στο εσωτερικό πολιτικό νταραβέρι.

Αρρώστια της φυλής, θα μου πείτε. Σωστό.

Το 1920 ο Βενιζέλος είχε τριπλασιάσει την Ελλάδα και οι άλλοι δεν το δέχονταν όχι επειδή τους κακόπεφτε , αλλά επειδή το είχε κάνει ο Βενιζέλος.

Οδήγησαν έτσι τόπο τόπο στην εθνική καταστροφή προκειμένου να μην αναγνωρίσουν κάτι που έδινε προβάδισμα στον πολιτικό τους αντίπαλο.

Σε τελευταία ανάλυση, το ερώτημα τότε ήταν ακριβώς ίδιο με το ερώτημα τώρα: είναι το μείζον και ποιο είναι το έλασσον;

Διότι, αν ζούμε σε μια χώρα όπου η πολιτική τάξη δεν μπορεί να διαχωρίσει το μείζον από το έλασσον, κακό του κεφαλιού της.

Αλλά αν ζούμε σε μια χώρα όπου η πολιτική τάξη θεωρεί ότι το μείζον είναι το νταραβέρι, τότε κακό του κεφαλιού μας.

Το διαβάσαμε στα Νέα

Φωτογραφία: Eurokinissi

Keywords
Τυχαία Θέματα