«Πόσοι εθνοσωτήρες δεν ήταν τελικά Πίου;»

Τον αγάπησε όλη η Ελλάδα σαν τον δαιμόνιο πρόεδρο ποδοσφαιρικής ομάδας που με λαμογιές έκανε τους δημοσιογράφους να τρέχουν πίσω του. Κι ενώ όλη η χώρα φωνάζει Πίου, Πίου, Πίου, ο Τάκης Σπυριδάκης… εκνευρίζεται.

«Υπάρχουν ηθοποιοί που εργάζονται επί χρόνια, που έχουν κάνει σηµαντικές δουλειές και ο κόσµος τούς µαθαίνει τώρα µέσα από µια διαφήµιση. Είναι κρίµα. Σε πιάνει το γαµώτο», λέει στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα ο ηθοποιός που υποδύεται τον πρόεδρο στην καμπάνια γνωστής

εταιρίας κινητής τηλεφωνίας.

Η συνέντευξη ξεκινά από τα παιδιά χρόνια στην Αίγινα όπου γεννήθηκε: «Και µάλιστα σε µια φτωχική οικογένεια. Ο πατέρας µου ήταν οικοδόµος και µε έβαλε από νωρίς στο γιαπί. Οχι επειδή ήθελε να µε ταλαιπωρήσει, αλλά γιατί είχε έντονο το άγχος της επιβίωσης. Το µυστρί αποδείχτηκε εξαιρετικά σκληρό για τα δικά µου χέρια και έτσι ύστερα από µερικά χρόνια θέλησα να ακολουθήσω τα δικά µου όνειρα. Εκοψα τον οµφάλιο λώρο µε την οικογένεια και έγινα ηθοποιός».

Ο Τάκης Σπυριδάκης παραδέχεται πως τώρα πια πιο πολλοί τον προσφωνούν «πρόεδρο» παρά με το όνομά του και γελάει στη διαπίστωση ότι δεν βλέπουµε συχνά προέδρους να κάνουν τόσες δουλειές όσες εκείνος: «Eγώ είµαι άνθρωπος της επιβίωσης. Για παράδειγµα, τα έπιπλα του σπιτιού τα φτιάχνω µόνος µου, επισκευάζω οποιοδήποτε υδραυλικό χαλάσει και λατρεύω τις βόλτες µε τη βάρκα – έστω κι αν δεν ψαρεύω ο ίδιος»…

Δεν διστάζει επίσης να πει ότι σαν ηθοποιός έχει περάσει κι εποχές μεγάλης οικονομικής δυσκολίας: «Yπήρξαν εποχές που ακόµη και ο Πίου ήταν πλουσιότερος από µένα. Είναι κωµικοτραγικό: µετά την πρώτη µου ταινία, τη «Γλυκιά Συµµορία», η οποία απέσπασε δέκα βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, δεν µε έπαιρνε κανείς για δουλειά. Στην Ελλάδα δεν σου συγχωρούν εύκολα το να µπαίνεις σε χωράφια άλλων. Ηταν η εποχή που έκανα τα πάντα για να ζήσω. Δούλεψα σε οικοδοµή και όταν κουράστηκα έγινα σερβιτόρος σε ταβέρνα και αργότερα δούλεψα σε µπαρ. Οποιαδήποτε δουλειά βάζει ο νους σας την έχω κάνει, αυτό όµως είναι κάτι που δεν µε τροµάζει. Προτιµώ να κάνω τις επιλογές µου ελεύθερα, κι ας υπήρχαν εποχές που έψαχνα τα συρτάρια µπας και βρω κάνα ξεχασµένο χαρτονόµισµα για να πάω στο σούπερ µάρκετ».

Εκτιμά επίσης ότι ο «Πρόεδρος» έγινε τόσο αγαπητός στον κόσµο γιατί είναι πολύ οικείο πρόσωπο για τους Ελληνες: «Είναι ο πρόεδρος της λαµογιάς, που όλοι κάποια στιγµή έχουµε συναντήσει. Ενας τύπος µε µηχανάκι, µε δύο κινητά, που είναι το λύσε-δέσε. Ολοι µας ξέρουµε έναν τέτοιο πρόεδρο από κάπου: από την πολιτική, από κάποιο νοσοκοµείο, από το χωριό, ακόµη και από το ΙΚΑ. Η φιγούρα είναι σαφώς µέρος της λαµογιάς. Ξαφνικά όλοι γίναµε πρόεδροι: πούρο, καβαληµένο ύφος και πάµπολλα κυβικά. Ούτε στο Μόντε Κάρλο δεν κυκλοφορούν τόσες Cayenne όσες στο κέντρο της Αθήνας. Ζούσαµε το παραµύθι µας µε δανεικά και µε χρήµατα βγαλµένα από λαµογιές. Μαύρο χρήµα, βρόµικες δουλειές. Κάποιοι προτιµούσαν να έχουν υπερπολυτελές αυτοκίνητο και να µην έχουν σπίτι. Αλλά το παραµύθι τελείωσε, εικονική πραγµατικότητα τέλος».

Keywords
Τυχαία Θέματα