Ανοσία στον κορονοϊό – εμβόλιο: Πότε θα έρθει το τέλος της εφιαλτικής Covid

Παρά τη μεγάλη πρόοδο πουν έχει σημειωθεί, ο ρυθμός εμβολιασμού για τον κορωνοϊό σε παγκόσμιο επίπεδο παραμένει πολύ πίσω από τις ανάγκες της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, κάθε μέρα χορηγούνται παγκοσμίως 6,057,485 δόσεις εμβολίων. Με αυτόν τον ρυθμό και δεδομένου ότι για τα περισσότερα διαθέσιμα εμβόλια για τον κορωνοϊό απαιτούνται δύο δόσεις, θα χρειαστούν… 5,1 χρόνια για να εμβολιαστεί το 75% του πληθυσμού, ούτως ώστε να επιτευχθεί η συλλογική ανοσία. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Τζο Μπάιντεν ότι οι ΗΠΑ

δεν θα έχουν πριν το τέλος του καλοκαιριού επαρκή ποσότητα εμβολίων για όλους τους πολίτες τους. Στην ΕΕ η επίτροπος Υγείας Στέλλα Κυριακίδου δήλωσε ότι ενώ οι εμβολιασμοί κατά το πρώτο τρίμηνο του 2021 προχωρούν αργά, το δεύτερο τρίμηνο θα σημειωθεί επιτάχυνση και μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου η ΕΕ αναμένει να έχει επαρκείς δόσεις για να καλύψει πάνω από το 70% του πληθυσμού της.

Κατά συνέπεια, καθίσταται αναγκαία η μεγάλη αύξηση στην παραγωγή των ήδη εγκεκριμένων εμβολίων, καθώς και η αδειοδότηση καινούργιων. Προφανώς όσο περνάνε οι μήνες, η διαθεσιμότητα θα μεγαλώνει. Ωστόσο, η καθυστέρηση στον εμβολιασμό σημαίνει ακόμα περισσότερες απώλειες και ακόμα μεγαλύτερη οικονομική ζημιά, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ελλάδα, που εξαρτώνται από τον τουρισμό. Στη σχετική λίστα του Bloomberg που καταγράφει τις χορηγηθείεσες δόσεις ανά 100 κατοίκους, φαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μείνει πίσω. Επαναλαμβάνουμε ότι για τα περισσότερα εμβόλια απαιτούνται δύο δόσεις για θεωρηθεί ότι έχει ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός.

Οι 10 πρώτες θέσεις είναι οι εξής:

1 Ισραήλ με 69.32 δόσεις ανά 100 κατοίκους

2 Σεϋχέλλες 54,04

3 Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα 46,56

4 Μεγάλη Βρετανία 22,59

5 ΗΠΑ 15,84

6 Μπαχρέιν 15,67

7 Σερβία 10,33

8 Μάλτα 9.81

9 Χιλή 9,80

10 Μαλβίδες 8,90

Βλέπουμε ότι μέσα στην πρώτη δεκάδα η μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η Μάλτα. Ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 4,75. Στο πλαίσιο του κακού αποτελέσματος της ΕΕ, η Ελλάδα τα έχει πάει σχετικά καλά, αφού με 4,91 δόσεις ανά 100 κατοίκους βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο των κρατών μελών. Τα εμβόλια έχουν όμως και γεωπολιτική διάσταση. Ο Μπόρις Τζόνσον χρησιμοποιεί ως επιχείρημα για την επιτυχία του Brexit, το ότι ο εμβολιασμός τρέχει στη Μεγάλη Βρετανία πάνω από 4 φορές γρηγορότερα από ό,τι στην ΕΕ.

Παράλληλα, βλέπουμε ότι η Κίνα με 2,89 δόσεις ανά 100 κατοίκους και η Ρωσία με 1,5, εμφανίζονται εξαιρετικά πρόθυμες να εξαγάγουν εμβόλια στο εξωτερικό. Η μεγάλη επιτυχία της Σερβίας (10,33 δόσεις ανά 100 κατοίκους) στηρίζεται ακριβώς στη χρησιμοποίηση εμβολίων από την Κίνα και τη Ρωσία. Στην εποχή του κορωνοϊού η διείσδυση των μεγάλων δυνάμεων γίνεται και με τα εμβόλια.

Ανοσία στον κορονοϊό: Τι γίνεται στο Ισραήλ;

Η εκστρατεία εμβολιασμού στο Ισραήλ, που έχει μεγάλο προβάδισμα σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, δείχνει ότι το εμβόλιο μειώνει σε σημαντικό βαθμό τον κίνδυνο νόσησης από την Covid, αλλά δεν επιτρέπει την εξαγωγή συμπερασμάτων για την συλλογική ανοσία, σύμφωνα με τους ειδικούς. Το Ισραήλ διαθέτει ψηφιακές τράπεζες ιατρικών δεδομένων για το σύνολο του πληθυσμού, γεγονός που δημιούργησε ευνοϊκές προϋποθέσεις για την συμφωνία με την αμερικανική Pfizer: Η εταιρεία δεσμεύθηκε για ταχεία τροφοδοσία σε εμβόλια και το Ισραήλ δεσμεύθηκε να δίνει στην εταιρεία λεπτομερή στοιχεία για τις συνέπειες του εμβολιασμού.

Από τον Δεκέμβριο, το Ισραήλ έχει εμβολιάσει περί 3,2 εκατομμύρια ανθρώπους (το 35% του πληθυσμού), ανάμεσά τους 1,8 εκατομμύριο με δεύτερη δόση, επί συνόλου 5 εκατομμυρίων δόσεων που έχουν χορηγηθεί στην χώρα, αρχής γενομένης από τους ηλικιωμένους. Nωρίτερα, το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε ότι επεκτείνει τον εμβολιασμό σε όλα τα άτομα άνω των 16 ετών.

Το κρίσιμο ερώτημα

Καθώς προχωρεί η εκστρατεία εμβολιασμού, στρατιές ερευνητών αναλύουν τεράστιο όγκο δεδομένων για να διαπιστώσουν τα πρώτα αποτελέσματα έχοντας στο μυαλό τους ένα ερώτημα: Πώς συμπεριφέρεται στον πραγματικό κόσμο αυτό το εμβόλιο που βγήκε από κλινικές δοκιμές; Σε πρόσφατη μελέτη, ερευνητές του ινστιτούτου της δεύτερης ασφαλιστικής εταιρείας της χώρας Maccabi, έφθασαν στο συμπέρασμα ότι η πρώτη δόση του εμβολίου επιτρέπει την μείωση κατά 51% των μολύνσεων με την Covid-19 13 έως 24 ημέρες μετά τον εμβολιασμό.

Οι ερευνητές συνέκριναν τα ιατρικά δεδομένα των εμβολιασθέντων 12 ημέρες μετά τον εμβολιασμό, περίοδο κατά την οποία η ανοσολογική απόκριση του συστήματος δεν είναι ακόμη καθοριστική, με τα ιατρικά δεδομένα των επόμενων δώδεκα ημερών.

«Δύο εβδομάδες μετά την χορήγηση της πρώτης δόσης, διαπιστώσαμε σημαντική, αλλά ατελή, μείωση των μολύνσεων», εξηγεί στο AFP ο Gabriel Chodick, ένας από τους ερευνητές που συμμετείχαν στην μελέτη. «Δεν θέτουμε σε αμφισβήτηση το εμβόλιο, αλλά τονίζουμε την σημασία της δεύτερης δόσης», εξηγεί.

Αν ορισμένες χώρες έχουν αποφασίσει να χορηγήσουν μία πρώτη δόση σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων πριν περάσουν στην δεύτερη δόση (όπως το Ηνωμένο Βασίλειο), το Ισραήλ, το οποίο δεν έχει πρόβλημα τροφοδοσίας σε εμβόλια λόγω της ειδικής συμφωνίας που έχει κάνει με την Pfizer, επέλεξε το πρωτόκολλο της δεύτερης δόσης ακριβώς τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, όπως συνιστούν οι Pfizer/BionTech.

Τα προκαταρκτικά συμπεράσματα παραπέμπουν σε αποτελεσματικότητα 92% μία εβδομάδα μετά την δεύτερη δόση, δήλωσε στους δημοσιογράφους η Maccabi, η οποία ανέφερε 66 ελαφρές μολύνσεις που δεν χρειάσθηκαν νοσηλεία επί των 248.000 ατόμων που μελετήθηκαν, αλλά δεν έχει ακόμη δημοσιεύσει λεπτομερή επιστημονική μελέτη για τα δεδομένα αυτά.

Το μυστήριο της ανοσίας

Παρά τα αποτελέσματα αυτά, σε συνδυασμό με ένα lockdown σε ισχύ από το τέλος του Δεκεμβρίου, ο αριθμός των κρουσμάτων της Covid-19 παραμένει υψηλός στο Ισραήλ και οι ισραηλινές αρχές επιρρίπτουν γι’ αυτό την ευθύνη στους υπερορθόδοξους εβραίους και την αραβική μειονότητα για την πραγματοποίηση τεράστιων συναθροίσεων παρά την απαγόρευση. Στην συγκυρία αυτή, η κυβέρνηση ελπίζει σε μείωση του αριθμού των κρουσμάτων, που ανέρχονται σε χιλιάδες ημερησίως, και κυρίως στην μείωση του αριθμού των νοσηλευομένων καθώς θα περνούν οι εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό. Ομως, αν το εμβόλιο μειώνει σε σημαντικό βαθμό τους κινδύνους νόσησης από την Covid-19, το μεγάλο ερωτηματικό παραμένει ως προς το ζήτημα της μετάδοσης του ίδιου του ιού.

«Πρέπει να κάνουμε τον διαχωρισμό ανάμεσα στους δύο τύπους αποτελεσμάτων του εμβολίου. Το απευθείας αποτέλεσμα που συνίσταται στην παροχή προστασίας από τα συμπτώματα που μπορεί να είναι σοβαρά», εξηγεί ο Ran Balicer, επικεφαλής της εθνικής επιτροπής των ειδικών για την Covid-19 και διευθυντής καινοτομίας στην Clalit, την μεγαλύτερη εταιρεία ασφάλισης υγείας του Ισραήλ.

«Το έμμεσο αποτέλεσμα έρχεται όταν ορισμένο ποσοστό του πληθυσμού αποκτά ανοσία και αποτελεί επιδημιολογικό φραγμό που περιορίζει την μετάδοση…Λοιπόν, αυτό το έμμεσο αποτέλεσμα είναι πιο δύσκολο να το μετρήσει κανείς», λέει. «Γνωρίζουμε ότι το εμβόλιο μειώνει τα περιστατικά νόσησης… αλλά δεν γνωρίζουμε εάν το εμβόλιο μειώνει επίσης τη μετάδοση», παραδέχεται ο Gabi Barbash, ερευνητής στο Επιστημονικό Ινστιτούτο Weizmann. «Ο αριθμός των ατόμων που διαγνώσθηκαν θετικά στον κορονοϊό δεν έχει πραγματικά μειωθεί εδώ και ενάμισι μήνα. Είναι γιατί δεν τηρείται το lockdown ή γιατί το εμβόλιο δεν μειώνει την μετάδοση (του ιού). Κανείς δεν μπορεί να βγάλει ένα συμπέρασμα προς το παρόν», λέει.

Keywords
Τυχαία Θέματα