Επιστρέφουν οι θεσμοί με «άγριες» διαθέσεις!

Του Σταύρου Μονεμβασιώτη

Το «αγκάθι» του ασφαλιστικού αναμένεται να κυριαρχήσει στον νέο γύρο των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους των δανειστών, οι οποίοι επιστρέφουν στην Αθήνα από τις 18 Ιανουαρίου. Η απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές παραμένει μεγάλη, με τα «κλειδιά» της λύσης να κρατάει για μια ακόμη φορά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Ίσως

για αυτό η Ντέλια Βελκουλέσκου να ετοιμάζεται να έρθει στην Ελλάδα συνοδευόμενη από μια δεκαμελή ομάδα έμπειρων τεχνοκρατών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η δουλειά που τους περιμένει είναι πολλή και δύσκολη. Μέχρι το τέλος του μήνα θα πρέπει να έχουν κλείσει τη διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση, ώστε να μπορέσει πάει το ασφαλιστικό στη Βουλή και να προχωρήσει η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του νέου Μνημονίου.

Αν κρίνει κανείς από τις «διαρροές» που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες ημέρες, καταλαβαίνει ότι οι θεσμοί επιστρέφουν με «άγριες» διαθέσεις, απαιτώντας:

Περικοπές ασφαλιστικών δαπανών που ανεβαίνουν στα 2,4 δισ. ευρώ (1,8 δισ. που προβλέπει ο προϋπολογισμός και άλλα 600 εκ. που η Αθήνα ευελπιστεί να εξασφαλίσει αυξάνοντας τις εισφορές και ψαλιδίζοντας τις επικουρικές συντάξεις).
Να μην αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές, γιατί θα πληγεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Να περιοριστούν οι συντελεστές αναπλήρωσης για τη χορήγηση των συντάξεων μεταξύ 45% και 55%, που σημαίνει νέες μειώσεις σε κύριες και επικουρικές.

Στα «excel» των τεχνοκρατών δεν αποτυπώνονται οι ολέθριες επιπτώσεις της σκληρής λιτότητας που έχει γονατίσει μισθωτούς, συνταξιούχους και επαγγελματίες στην Ελλάδα. Για τους τεχνοκράτες του ΔΝΤ, το ασφαλιστικό, κυρίως στο σκέλος της δημοσιονομικής του απόδοσης, φαίνεται ότι δεν έχει να κάνει ούτε με την «αλληλεγγύη των γενεών», ούτε με τον «αναδιανεμητικό χαρακτήρα» της κοινωνικής ασφάλισης, ούτε με την «αρχή της αναλογικότητας και της ανταποδοτικότητας». Έχει να κάνει με τους στόχους των… πρωτογενών πλεονασμάτων που καλείται να καταγράψει η ελληνική οικονομία στα επόμενα χρόνια, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της απέναντι στους δανειστές της, χωρίς να οδηγήσει την Ευρώπη σε νέες περιπέτειες.

Ακόμη και οι σκληρές προτάσεις που περιλαμβάνει το σχέδιο του Γ. Κατρούγκαλου απέχουν πολύ από τη φιλοσοφία τους, που εστιάζει στην αποτελεσματικότητα των αριθμών και τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις. Ως αντιστάθμισμα, το ΔΝΤ προτείνει «ελάφρυνση του ελληνικού χρέους», που για την Ευρώπη σημαίνει επιμήκυνση, μείωση επιτοκίων και μεγαλύτερη περίοδο χάριτος.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ντέλια Βελκουλέσκου και η ομάδα της θα μεταφέρουν στην ελληνική κυβέρνηση την ξεκάθαρη βούληση του ΔΝΤ να παραμείνει στο πρόγραμμα μόνο εφόσον ολοκληρωθούν οι γενναίες μεταρρυθμίσεις, ζητώντας ταυτόχρονα από τους Ευρωπαίους εταίρους αποφάσεις για το χρέος. Τότε, εκτιμάται, ότι το Ταμείο θα μπορούσε να παραμείνει στο πρόγραμμα, συνεισφέροντας και οικονομικά άλλα 6 δις. ευρώ μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Οι «κόκκινες γραμμές» που βάζει στη διαπραγμάτευση η κυβέρνηση, προοιωνίζονται ένα νέο διαπραγματευτικό θρίλερ.

ΠΙΕΡ ΜΟΣΚΟΒΙΣΙ, Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων: «Η ελληνική κρίση ανήκει στο παρελθόν και όσα έχουμε πετύχει με την ελληνική κυβέρνηση από το καλοκαίρι είναι πραγματικά μια επιτυχημένη πορεία. Η ελληνική κυβέρνηση μέχρι τώρα έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Παράλληλα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, όσον αφορά το ασφαλιστικό σύστημα ώστε να υπάρξει μια πραγματική μεταρρύθμιση του».

ΒΑΛΝΤΙΣ ΝΤΟΜΠΡΟΦΣΚΙΣ, Αντιπρόεδρος Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Υπήρξε μια μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ της έγκρισης του προγράμματος, το οποίο προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού της τάξης του 0,5%. Αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα τηρήσει αυτή τη δέσμευση. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να συνεισφέρει και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Αναμένουμε ότι το ΔΝΤ θα συνεχίσει να συμμετέχει στο πρόγραμμα πιστώσεων στην Ελλάδα -και οικονομικά. Η απόφαση του ΔΝΤ ωστόσο ανήκει στους ίδιους».

ΜΟΡΙΣ ΟΜΠΣΤΦΕΛΝΤ, Επικεφαλής Οικονομολόγος του ΔΝΤ: «Σε ορισμένες χώρες υπάρχει μία επικάλυψη πολιτικής ή γεωπολιτικής έντασης, που μεγεθύνει τα αμιγώς οικονομικά προβλήματα. Το πώς θα εξελιχθούν οι εντάσεις αυτές το 2016 θα είναι ένας βασικός προσδιοριστικός παράγοντας των περιφερειακών και παγκόσμιων μακροοικονομικών αποτελεσμάτων».

Ο «γρίφος» της ελληνικής οικονομίας
Από την άλλη, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προσπαθούν να λύσουν τον «γρίφο» της ελληνικής οικονομίας με προβολές στο μέλλον. Οι αισιόδοξοι θεωρούν ότι «τα πολύ δύσκολα βρίσκονται πίσω μας», προβλέποντας ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2016 η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, που θα επαναληφθούν το 2017 και το 2018 οπότε θα φανεί και μια μικρή μείωση της ανεργίας. Ακόμη και αυτοί, όμως, δεν βλέπουν την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης γρήγορα…

Οι πιο απαισιόδοξοι θεωρούν ότι η Ελλάδα είναι μια «ανοιχτή πληγή» για την Ευρωζώνη, εκτιμώντας ότι ακόμη και αν διαγράφονταν το σύνολο του χρέους της χώρας, σε δώδεκα μήνες θα ήταν και πάλι χρεωμένη. Για αυτούς «ελάφρυνση» αποτελεί μια παραλλαγή των όσων είχαν συμφωνηθεί από το 2012, από την οποία δεν περιμένουν πολλά, αφού δεν περιμένουν πολλά ούτε από τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας στο μέλλον.

Μια τρίτη προσέγγιση της ελληνικής κρίσης θέλει -ακόμη και αν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση στην ώρα της- με την Αθήνα να «προσαρμόζεται» στις απαιτήσεις για ακόμη πιο επώδυνα μέτρα, να μην καταλήγει η συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους. Στην περίπτωση αυτή εγείρεται και πάλι το θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ, της αποχώρησής του και της αναζήτησης μιας νέας λύσης, που θα πρέπει να έρθει μέσα από μια νέα συμφωνία, η οποία θα πρέπει να φέρει μια συμπληρωματική χρηματοδότηση…

Σύμφωνα με αξιωματούχο στις Βρυξέλλες, «όλα δείχνουν λοιπόν ότι η διαπραγμάτευση που ξεκινάει σύντομα δεν θα είναι εύκολη». Για αυτό και τις επόμενες ημέρες ξεκινά ένας διπλωματικός μαραθώνιος με συναντήσεις σε Βερολίνο, Παρίσι και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Μπροστά στις δύσκολες αποφάσεις που θα κληθεί να πάρει η κυβέρνηση, επισημαίνει, «θα αναδειχθεί και πάλι ο παράγοντας του «πολιτικού κλίματος» και της διακομματικής συνεννόησης». Ένας αστάθμητος παράγοντας που θα δοκιμάσει και πάλι τις αντοχές και την ψυχραιμία τόσο εκείνων που εμπλέκονται άμεσα στη διαπραγμάτευση, όσο και των πολιτών που καλούνται στο «τέλος της ημέρας» να πληρώσουν τον λογαριασμό. Και τώρα πια τους έχουν μείνει ελάχιστα για να το κάνουν…

Keywords
Τυχαία Θέματα