«Κερδισμένοι» οι τρεις της συγκυβέρνησης με τον αντιρατσιστικό νόμο

Tου Στράτου Ιωακείμ (ioakim@attikipress.gr)

Αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης και μεγάλη σύγχυση προκαλεί το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, για το οποίο χύθηκαν τόνοι μελάνης χωρίς κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Τα τρία κόμματα που αποτελούν τη συγκυβέρνηση -το καθένα για τους δικούς του λόγους- μπορούν να υποστηρίζουν πως κέρδισαν στη μάχη εντυπώσεων και όχι της ουσίας, που δόθηκε τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: ενώ αρχικά η Νέα Δημοκρατία

είχε συναινέσει στο να έρθει στο Βουλή το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που προετοίμασε ο υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης, στην πορεία αποφάσισε πως είναι επαρκές το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις στα άλλα δύο κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση.

Στις 27 Μαΐου, οι Ευάγγελος Βενιζέλος και Φώτης Κουβέλης συναντήθηκαν με τον Αντώνη Σαμαρά και συμφώνησαν πως διαφωνούν, με τον πρωθυπουργό να τηρεί σκληρή γραμμή επιμένοντας το νομοσχέδιο να μην περάσει από τη Βουλή. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ να πάρουν πρωτοβουλία από κοινού καταθέτοντας (στις 30 Μαΐου) δική τους πρόταση νόμου «καταπολέμησης εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας», προκειμένου να συζητηθεί στην αρμόδια Επιτροπή και την Ολομέλεια της Βουλής. Η ενέργεια αυτή προκάλεσε την αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, που κατέθεσε προσθήκες στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για τον ρατσισμό, επιχειρώντας να αμβλύνει τις εντυπώσεις που προκλήθηκαν από τη στάση που κράτησε.

Στη σχετική ανακοίνωσή της η ΝΔ υποστηρίζει εκ νέου πως το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των φαινομένων ρατσιστικής βίας, συμπληρώνοντας πως προσδοκά ότι όλα τα κόμματα θα το ψηφίσουν. Το κυβερνών κόμμα, δεχόμενο πίεση από τα δεξιά του και λοξοκοιτάζοντας τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, προτίμησε να βγει από το κάδρο και να μην προκαλέσει προτείνοντας ένα αντιρατσιστικό νόμο που μάλιστα ήταν προϊόν ζύμωσης από τα δύο μικρότερα κυβερνητικά κόμματα. Έτσι, στη Συγγρού αποφάσισαν να αποτραβηχτούν, θεωρώντας πως θα αποκομίσουν οφέλη από το δεξιό χώρο μακροπρόθεσμα.

Στον αντίποδα, στο ΠΑΣΟΚ, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν χαμηλά το κόμμα της Ιπποκράτους, διαφοροποιούν την πολιτική τους, προσπαθώντας να πείσουν πως αντιστέκονται στην πολιτική που εφαρμόζει η Νέα Δημοκρατία. Έτσι, παρουσιάστηκαν ανένδοτοι με αφορμή τον αντιρατσιστικό νόμο και μάλιστα ανέλαβαν την πρωτοβουλία να φέρουν νομοσχέδιο προς ψήφιση στη Βουλή. Σε ανάλογη θέση βρίσκεται και η Δημοκρατική Αριστερά. Δημοσκοπικά και παρά το «νερό που έχει βάλει στο κρασί της», η τακτική αυτή δεν αποδίδει καρπούς και τα ποσοστά στην Αγ. Κωνσταντίνου δείχνουν καθοδική πορεία του κόμματος. ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ λοιπόν, διαφοροποιούν τη μέχρι τώρα στάση τους απέναντι στη Νέα Δημοκρατία και υιοθετούν για πρώτη φορά την τακτική της «ρήξης», θεωρώντας και αυτοί πως από τη «μάχη» αυτή βγήκαν κερδισμένοι.

Και ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει αντιρατσιστικό νομοσχέδιο

Πρωτοβουλία για κατάθεση αντιρατσιστικού νομοσχεδίου πήρε και ο ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ, προτιθέμενος να το καταθέσει στη Βουλή τη Δευτέρα 3 Ιουνίου, όπως αποκάλυψε ο Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του στη συνεδρίαση της Κ.Ο. της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η Κουμουνδούρου ασκεί σκληρή κριτική στην τρικομματική κυβέρνηση για τους χειρισμούς της και αρχικά στρέφει τα πυρά της εναντίον της Νέας Δημοκρατίας. «Η υιοθέτηση εκ μέρους του κυβερνητικού κόμματος της ατζέντας και των θέσεων της Χρυσής Αυγής, που εκθέτουν και διεθνώς τη χώρα, δεν κρύβεται πίσω από προσθήκες στο υπάρχον νομικό πλαίσιο, στις οποίες σύρθηκε η Ν.Δ., αλλά κάθε άλλο παρά επαρκείς είναι στη σημερινή συγκυρία για να απαντήσουν στην άνοδο της ρατσιστικής βίας», αναφέρει η Κουμουνδούρου και προσθέτει «για το κόμμα όμως, που έχει κάνει σημαία του τη θεωρία των δύο άκρων, αυτά είναι ψιλά γράμματα».

Η αξιωματική αντιπολίτευση εξαπέλυσε πυρά όμως και κατά των δύο μικρών κυβερνητικών εταίρων. «Το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, τελώντας υπό μνημονιακή ομηρεία, διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι δεν σκοπεύουν να αμφισβητήσουν την κυβερνητική συνοχή, παραδεχόμενοι έτσι το πλήρες στρατηγικό τους αδιέξοδο. Η πρόταση νόμου που από κοινού καταθέτουν τα δύο κόμματα, αλλά και η ξεχωριστή πρόταση νόμου της ΝΔ, όχι μόνο δεν κρύβει τις αντιφάσεις και τα κυβερνητικά αδιέξοδα, αλλά τα αναδεικνύει στο έπακρον», σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ.

«Πιέζουν» οι Βρυξέλες

Ενώ στο εσωτερικό της χώρας συμβαίνουν τα παραπάνω, προτροπές προς την ελληνική κυβέρνηση να ψηφίσει νόμο για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είχαμε από την επίτροπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Εσωτερικές Υποθέσεις, Σεσίλια Μάλμστρομ. Ανάλογη στάση κράτησε και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, που κάλεσε τους πολιτικούς να δώσουν πρώτοι το παράδειγμα στη μάχη εναντίον της ακροδεξιάς.

Σε δηλώσεις της στην «Deutsche Welle», η Επίτροπος επισήμανε ότι οι προσπάθειες της Ελλάδας δεν επαρκούν -αλλά διευκρίνισε ότι η κυβέρνηση «κάνει αρκετά»- και πρόσθεσε ότι η Επιτροπή βρίσκεται σε συνεχείς συνομιλίες, προκειμένου να βοηθήσει, αλλά και να παρακολουθεί τη διαδικασία.

Από την πλευρά του, ο κ. Σουλτς τόνισε ότι «οι νόμοι προσδιορίζουν κανόνες και αυτοί οι κανόνες είναι το θεμέλιο της ειρηνικής συμβίωσης μιας κοινωνίας» και ανέδειξε την σημασία των νόμων, οι οποίοι θέτουν το πλαίσιο της συμβίωσης. «Αν υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να καταστρέψουν αυτό το πλαίσιο, πρέπει να ψηφιστούν νόμοι που θα τους περιθωριοποιήσουν», δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου και κάλεσε τους πολιτικούς να δίνουν πρώτοι το παράδειγμα: «Την ακροδεξιά την νικάς, όταν οι πολιτικοί έχουν το θάρρος να ορθώσουν δημόσια το ανάστημά τους», υποστήριξε.

Keywords
Τυχαία Θέματα