Σταύρωση χωρίς Ανάσταση

Του Νίκου Καραμάνογλου

Πλησιάζοντας η Μεγάλη Εβδομάδα αναμφίβολα οι συσχετισμοί και οι αναλογίες μεταξύ των Παθών του Ιησού και της κατάστασης της χώρας τείνουν να γίνουν ένα κλισέ, που ωστόσο η κοινοτοπία του δεν αναιρεί τίποτα από το αληθές του χαρακτήρα του. Με μια ουσιώδη διαφορά όμως: Στην πρώτη περίπτωση προσδοκούμε Ανάσταση, ενώ στη δεύτερη όλο και περισσότεροι από μας εγκαταλείπουμε αυτή την ελπίδα. Κι αυτό ίσως είναι και ένας από τους κύριους λόγους που αυτή δεν θα πραγματοποιηθεί.

Αρκετοί

και περισσότερο εμβαθύνοντες εις τα παρ’ ημίν κοινωνικά και πολιτικά πράγματα έχουν αποπειραθεί να ερμηνεύσουν αυτή την τάση. Και έχουν παράγει μια σειρά από εξηγήσεις που κινούνται από τον χώρο κοινωνικής ψυχολογίας μέχρι και τον χώρο των… αεροψεκασμών. Κατά την ταπεινή μου ωστόσο άποψη, τα πράγματα είναι απλά και συγκεκριμένα. Η απογοήτευση που διαχέεται στη χώρα έχει μία και μοναδική προέλευση, την πολιτική της ηγεσία.

Όταν η κυβέρνηση της χώρας έχει αναγάγει την θεατρικότητα στο βασικότερο στοιχείο της πολιτικής της δράσης, όταν στις ιστορικές μεταβολές που συντελούνται γύρω μας στον γεωπολιτικό χάρτη εμείς αντιπαραθέτουμε υπουργούς που οι πράξεις -και η απραξία τους- εμπεριέχουν την παρωδία και την εσωτερικής κατανάλωσης ψευτομαγκιά, πώς γίνεται να μην προστίθενται ματαιότητα και απογοήτευση στην όποια πολιτική δράση; Όταν η κυβέρνηση θεωρεί την ιδεοληψία παράσημο, την ανικανότητα προσόν και την κρατική μηχανή κομματικό φέουδο, τη στιγμή μάλιστα που η ίδια ευαγγελιζόταν τα εντελώς αντίθετά τους, η πόρτα για την εθνική θλίψη είναι ήδη ανοιχτή.

Ο χρόνος κυλάει κι όμως τίποτε δεν αλλάζει και στην καλύτερη των περιπτώσεων βρισκόμαστε πάντα στο ίδιο σημείο. Αυτή η θυμική κυκλικότητα με την οποία διαπραγματεύεται η κυβέρνηση με τους δανειστές έχει δημιουργήσει ένα μοναδικό παράδοξο. Πρέπει να είμαστε η μοναδική χώρα στα παγκόσμια χρονικά, στην οποία θα μπορούσαν να παιχτούν περσινά δελτία πολιτικών ειδήσεων και κανένας να μην ξενιστεί. Αυτή η ίσως ακραία τοποθέτηση εμπεριέχει παράλληλα δύο αδυσώπητα -και αναπάντητα από πέρυσι το κατ’ εμέ- ερωτήματα. Πόσο θα πρέπει ο ελληνικός λαός να περιμένει να ωριμάσει και να ενηλικιωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να κυβερνήσει με αξιοπρέπεια και τη στοιχειώδη ζητούμενη πλέον σοβαρότητα αυτή τη χώρα; Και κατά δεύτερο, αλλά κύριο λόγο: Τί πραγματικά θέλει ο κ. Τσίπρας; Ήταν η ευρωπαϊκή του κυβίστηση μια παραδοχή ή απλώς ένας τακτικισμός της στιγμής και σιγά-σιγά οδεύουμε πάλι προς το καλοκαίρι του 2015 και -για να μείνω και στην ορολογία της περιόδου- «αντί του ύδατος όξος» και πάλι για τους Έλληνες;

Keywords
Τυχαία Θέματα