Τραμπ – Ουκρανία: Σε δύσκολη θέση το ευρωπαϊκό μπλοκ, εκτιμά το Bloomberg

Εξελίξεις σημειώνονται στο μέτωπο της Ουκρανίας, μετά τις τελευταίες διπλωματικές κινήσεις του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, το βράδυ της Τετάρτης. Αν και ο στόχος φαίνεται να είναι η επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, η διαδικασία αποδεικνύεται περίπλοκη και γεμάτη προκλήσεις, ιδιαίτερα για τους Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα δύσκολο δίλημμα.

Σύμφωνα με το

Bloomberg, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ήδη ξεκινήσει να ενημερώνει τους Ευρωπαίους ηγέτες για τις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν, προκειμένου να διασφαλιστεί η ειρήνη στην Ουκρανία. Ωστόσο, το σχέδιο που περιγράφει, το οποίο περιλαμβάνει αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες για την Ευρώπη, πιέζει τις ευρωπαϊκές χώρες στα όριά τους. Η κατάσταση πήρε νέα τροπή μετά την τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο Τραμπ με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, όπου οι δύο ηγέτες φέρεται να συμφώνησαν στην ανάγκη για άμεση έναρξη συνομιλιών. Παράλληλα, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ ξεκαθάρισε στους Ευρωπαίους συμμάχους ότι αυτοί θα πρέπει να αναλάβουν το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικού και στρατιωτικού βάρους μιας ενδεχόμενης ειρηνευτικής διαδικασίας. Η εκτίμηση του Bloomberg είναι ότι η προστασία της Ουκρανίας, καθώς και η ενίσχυση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων, θα μπορούσε να κοστίσει στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες επιπλέον 3,1 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία. Αυτή η προοπτική προκαλεί έντονες ανησυχίες, καθώς αποκαλύπτει τη στρατηγική αδυναμία της Ευρώπης και την ανάγκη της να αντιμετωπίσει πιο ενεργά τις απειλές στα ανατολικά της σύνορα.

Αιφνιδιασμένη η Ευρώπη – «Ξεπούλημα» ή διπλωματική στρατηγική;

Το τηλεφώνημα μεταξύ Τραμπ και Πούτιν αιφνιδίασε τους Ευρωπαίους συμμάχους, καθώς έγινε χωρίς προηγούμενη ενημέρωση των βασικών εταίρων των ΗΠΑ. Πηγές από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εκφράζουν ανησυχία για το γεγονός ότι ο Τραμπ φαίνεται διατεθειμένος να ικανοποιήσει τις βασικές απαιτήσεις της Ρωσίας πριν καν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, γεγονός που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ως «ξεπούλημα». Παρόλα αυτά, η Ουάσιγκτον απορρίπτει τις κατηγορίες περί προδοσίας, υποστηρίζοντας ότι στόχος του Αμερικανού προέδρου είναι μια ταχεία και βιώσιμη λύση. Η ανησυχία των Ευρωπαίων εστιάζεται και στον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ διαχειρίζεται τις επαφές του. Η σειρά των τηλεφωνημάτων – πρώτα στον Πούτιν και μετά στον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι – εντείνει τους φόβους ότι μια πιθανή συμφωνία θα επιτευχθεί χωρίς τη συναίνεση της Ουκρανίας και της Ευρώπης. Ο Ζελένσκι έχει ήδη δηλώσει ότι δεν θα δεχτεί οποιαδήποτε συμφωνία γίνει ερήμην του, ενώ Ευρωπαίοι αξιωματούχοι προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο δεν θα έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας.

Αμυντικές δαπάνες και ο ρόλος της Ευρώπης

Ο υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Τραμπ, εν μέσω αυτών των εξελίξεων, διαμόρφωσε το πλαίσιο της αμερικανικής πολιτικής, ξεκαθαρίζοντας ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν είναι ρεαλιστική, όπως επίσης και ότι η πλήρης ανάκτηση των κατεχόμενων περιοχών της χώρας θεωρείται απίθανη. Επίσης, υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να στείλουν στρατεύματα για να ενισχύσουν μια ειρηνευτική δύναμη.

Η Ευρώπη βρίσκεται πλέον μπροστά σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι, καθώς καλείται να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και να αναλάβει την πρωτοβουλία στην υποστήριξη της Ουκρανίας. Σύμφωνα με την ανάλυση του Bloomberg Economics, το κόστος ανοικοδόμησης της Ουκρανίας και διατήρησης μιας αποτελεσματικής αποτρεπτικής δύναμης θα μπορούσε να φτάσει τα 175 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία, ανάλογα με την κατάσταση του ουκρανικού στρατού και τις περιοχές που θα χρειαστεί να υπερασπιστεί. Παράλληλα, μια ειρηνευτική δύναμη 40.000 στρατιωτών θα μπορούσε να κοστίσει περίπου 30 δισεκατομμύρια δολάρια για την ίδια περίοδο, αν και ο Ζελένσκι υποστηρίζει ότι η χώρα του θα χρειαστεί πολύ περισσότερη στρατιωτική υποστήριξη. Η επιπλέον χρηματοδότηση για τις στρατιωτικές δυνάμεις της Ευρώπης θα χρησιμοποιηθεί για την αύξηση των αποθεμάτων πυροβολικού, την ενίσχυση των συστημάτων αεράμυνας και την προετοιμασία των στρατών των κρατών-μελών της ΕΕ για ταχεία ανάπτυξη. Αν τα ποσά αυτά καλυφθούν μέσω δανεισμού, οι δανειακές ανάγκες των πέντε μεγαλύτερων μελών του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη θα αυξηθούν κατά 2,7 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία.

Το μέλλον των διαπραγματεύσεων – Προς μια νέα κρίση;

Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι εάν οι τελευταίες κινήσεις του Τραμπ μπορούν να οδηγήσουν σε μια σταθερή ειρηνευτική συμφωνία ή αν απλώς θα περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Η στάση της Ευρώπης δείχνει να είναι διχασμένη, καθώς ορισμένοι ηγέτες βλέπουν την ανάγκη μιας άμεσης λύσης, ενώ άλλοι φοβούνται ότι μια συμφωνία υπό τις παρούσες συνθήκες θα ευνοήσει δυσανάλογα τη Ρωσία.

Η έλλειψη σταθερής επικοινωνίας μεταξύ της Ουάσιγκτον και των Ευρωπαίων συμμάχων, όπως και η αιφνίδια λήψη αποφάσεων από την κυβέρνηση Τραμπ, ενισχύει τις ανησυχίες ότι η διαπραγμάτευση θα εξελιχθεί σε μια μονομερή συμφωνία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Οι επόμενες εβδομάδες αναμένεται να είναι καθοριστικές, καθώς η Ευρώπη θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα αποδεχτεί τον ρόλο που της επιφυλάσσει η Ουάσιγκτον ή αν θα επιδιώξει μια ανεξάρτητη στρατηγική για την Ουκρανία.

Keywords
Τυχαία Θέματα