Αναγνωστοπούλου: Αναγνωρίσαμε ιθαγένεια, όχι εθνικότητα - Ανακινούνται ακραίες δυνάμεις με αφορμή το Μακεδονικό

Αποσπάσματα από συνέντευξη της βουλευτού Αχαΐας ΣΥΡΙΖΑ, Σίας Αναγωστοπούλου στην εφημερίδα «Πελοπόννησος»:

Πλείστοι συμπατριώτες έχουν εξεγερθεί επειδή θεωρούν πως εκχωρήσαμε- εκχωρήσατε στους Σκοπιανούς ονομασία, εθνικότητα, γλώσσα «που ανήκαν σε μας». Ηταν τόσο αναπόφευκτη αυτή η υποχώρηση;

Καταρχάς δεν εκχώρησε η κυβέρνηση τίποτα από αυτά. Ονομασία: Τον όρο «Μακεδονία» τον έχει στην ονομασία της η γειτονική χώρα από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ως ομόσπονδο κράτος της Γιουγκοσλαβίας. Μετά τον κατακερματισμό

της Γιουγκοσλαβίας και την ανεξαρτητοποίησή του αυτό το κράτος κράτησε τον όρο «Μακεδονία» στην ονομασία του, και διεκδίκησε μάλιστα να χρησιμοποιεί τον όρο «Μακεδονία» χωρίς άλλο προσδιορισμό («Δημοκρατία της Μακεδονίας»). Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν αμφισβήτησαν τη χρήση του όρου από τη γειτονική χώρα, αμφισβήτησαν τη χρήση χωρίς προσδιορισμό (γεωγραφικό ή χρονολογικό). Με την Ενδιάμεση Συμφωνία το 1995 αναγνωρίστηκε από την ελληνική κυβέρνηση η προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ με τον όρο να βρεθεί μια σύνθετη ονομασία. Έκτοτε η ελληνική εθνική γραμμή, όπως επιβεβαιώθηκε και το 2008 στο Βουκουρέστι, ήταν αυτή της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό («Βόρεια», «Άνω», κλπ. «Μακεδονία»). Στο μεταξύ τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα κράτη του κόσμου είχαν αναγνωρίσει την ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Με τη Συμφωνία των Πρεσπών ανατρέπεται αυτή η κατάσταση και λύνεται μια εθνική εκκρεμότητα που όσο πέρναγε ο καιρός κατοχύρωνε στην άλλη πλευρά την ονομασία «Μακεδονία» χωρίς κανέναν προσδιορισμό. Μάλιστα η ονομασία «Βόρεια Μακεδονία» είναι erga omnes (για εσωτερική και εξωτερική χρήση), που καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν είχε διεκδικήσει στο παρελθόν. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης άλλωστε (και όχι μόνο) μόλις τον περασμένο Ιανουάριο τασσόταν υπέρ της σύνθετης ονομασίας.

Γλώσσα: Είναι εντελώς παράλογο να μιλάμε για εκχώρηση μιας γλώσσας, η οποία είχε αναγνωριστεί και την ελληνική υπογραφή με τον πλέον επίσημο τρόπο (ΟΗΕ) από το 1977, και μάλιστα στην Αθήνα.

Εθνικότητα: Ασφαλώς αναφέρεστε στην ιθαγένεια και όχι στην εθνότητα. Σε διεθνή συμφωνία δεν αναγνωρίζεται εθνότητα αλλά ιθαγένεια, δηλαδή η πολιτική σχέση ενός πολίτη με το κράτος στο οποίο ανήκει. Πρόκειται για την ιθαγένεια που αναγράφεται επί χρόνια στα διαβατήρια των πολιτών της ΠΓΔΜ, τα ίδια διαβατήρια με τα οποία οι πολίτες αυτού του κράτους ταξίδευαν σε όλο τον κόσμο, και στη χώρα μας, χωρίς καμιά από τις ελληνικές κυβερνήσεις να έχει αντιδράσει γι αυτό. Επιπλέον, με τη Συμφωνία γίνεται σαφέστατη διευκρίνιση στην ιθαγένεια «Μακεδονική /πολίτης της «Βόρειας Μακεδονίας». Πέρα από αυτό όμως, στο άρθρο 7 της Συμφωνίας αποκαθίσταται για πρώτη φορά σε διεθνή συμφωνία με τόσο αναλυτικό τρόπο η ιστορικότητα της ελληνικής Μακεδονίας, της οποίας το ιστορικό και πολιτισμικό παρελθόν δεν μπορεί να το διεκδικήσει κανένας άλλος. Για πρώτη φορά λοιπόν αναλυτικά σε διεθνή Συμφωνία οριοθετείται η ιστορία και η πολιτισμική κληρονομιά της γειτονικής χώρας, ως απολύτως άσχετη με τη ελληνική ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά. Ας αναλογιστούμε τι είχε γίνει αυτά τα 27 χρόνια στρουθοκαμηλισμού και απραξίας από ελληνικής πλευράς, που οδηγούσαν στην πλήρη και διαχρονική οικειοποίηση από τη γειτονική χώρα του όρου «Μακεδονία» με όλες του τις ιστορικές και πολιτισμικές συνδηλώσεις.

Οι επιφυλακτικοί λένε ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία εν τέλει. Δεν θα περάσει από τα Σκόπια. Δεν θα περάσει από την Ελληνική Βουλή. Τεχνάσματα διάσπασης της αντιπολίτευσης ήταν όλα αυτά. Να την πετάξουμε στη θάλασσα την υποψία;

Είναι αστείο να λέμε ότι το ελληνικό κράτος (όποια κι αν είναι η κυβέρνηση στην εξουσία) παίζει παιχνίδια εσωτερικής κομματικής ισχύος χρησιμοποιώντας τους διεθνείς οργανισμούς. Τέτοια επιχειρηματολογία μας κάνει κακό εθνικά στο εξωτερικό, εμφανίζοντας το κράτος μας ως ένα κράτος «της πλάκας». Ας αποφεύγονται λοιπόν τέτοιες διατυπώσεις για αντιπολιτευτικούς λόγους, που ωστόσο πλήττουν το κύρος της χώρας. Αντιθέτως θα έλεγα, η αξιωματική Αντιπολίτευση (και μαζί με αυτή και το ΚΙΝΑΛ) προσπαθεί να βρει χώρο για να πλήξει την Κυβέρνηση προς κομματικό της όφελος, χρησιμοποιώντας ένα εθνικό ζήτημα και κινητοποιώντας συντηρητικές και ακραίες δυνάμεις. Πρέπει όλοι ωστόσο να αναλογιστούμε τι έχει στοιχίσει σε αυτή τη χώρα το «ψάρεμα» στα θολά νερά του ακραίου εθνικισμού.

Δεν είναι πρωτοφανές στα διεθνή χρονικά να συνομολογείται πανηγυρικά μια συμφωνία την οποία δεν προσυπογράφει ο εταίρος της μιας κυβέρνησης; Μήπως το παρακάνουμε στην παραδοξότητα;

Για την εξωτερική πολιτική της χώρας υπεύθυνος, σύμφωνα με το Σύνταγμα, είναι ο πρωθυπουργός με εντολοδόχο τον υπουργό Εξωτερικών. Αυτοί υπογράφουν διεθνείς Συμφωνίες και όχι σύσσωμη η Κυβέρνηση. Η επικύρωση μιας διεθνούς Συμφωνίας επικυρώνεται στη Βουλή, όπου οι βουλευτές, και πάλι σύμφωνα με το Σύνταγμα, ψηφίζουν κατά συνείδηση. Δεν θα υπομνήσω εδώ την πραγματική παραδοξότητα, όταν ο τότε πρωθυπουργός της χώρας (Κων. Μητσοτάκης) είχε αντίπαλο τον ίδιο τον υπουργό του των Εξωτερικών (Αντ. Σαμαρά). Τα επιχειρήματα αυτού του είδους απλώς καλύπτουν την αδυναμία της Αντιπολίτευσης να πάρει καθαρή και σαφή θέση σε ένα εθνικό ζήτημα, λόγω δικών της τεράστιων εσωτερικών αντιθέσεων, λόγω της παράδοσης της ΝΔ στην ακραία πτέρυγά της.

Ζητάτε συναίνεση από την αντιπολίτευση, και την ίδια στιγμή καταγγέλλετε οξύτατα την ηγεσία της για προσωπική και οικογενειακή εμπλοκή σε σκάνδαλα. Ποια ηθική αξία έχει η συναίνεση εκ μέρους διεφθαρμένων, έτσι όπως βλέπετε τους αντιπάλους σας;

Καταρχάς δεν καταγγέλλει η Κυβέρνηση για σκάνδαλα για να χτυπήσει τον πολιτικό αντίπαλό της. Υπάρχουν πλείστα όσα στοιχεία που προκύπτουν από τις δικαστικές έρευνες και που φαίνεται να εμπλέκουν πολιτικά πρόσωπα. Όλα τα πολιτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου παραδέχονται ότι υπήρξαν σκάνδαλα και εκτεταμένη διαφθορά και διαπλοκή που οδήγησε τη χώρα στη χρεωκοπία. Το ερώτημα είναι: οφείλουν οι πολιτικές ηγεσίες των κομμάτων να διευκολύνουν τις δικαστικές έρευνες, ναι ή όχι; Οφείλουν οι πολιτικές ηγεσίες να ανταποκριθούν στο μείζον αίτημα της κοινωνίας για διαλεύκανση όλων αυτών των σκανδάλων, ναι ή όχι; Οφείλουν να απαντήσουν σε μερικά κρίσιμα θέματα που αφορούν τις οφσόρ, το σκάνδαλο στην Υγεία, το σκάνδαλο με κάποιους ιδιοκτήτες ΜΜΕ, κλπ;

Είναι δυνατόν να γίνεται συναλλαγή του τύπου «συναίνεσε στα εθνικά ζητήματα κι εμείς θα κουκουλώσουμε τα σκάνδαλα»; Θεωρώ ότι η διαφθορά και η διαπλοκή είναι εξίσου εθνικό θέμα, γιατί οδήγησε τη χώρα σε μια 10ετή καταστροφή, και κατεξοχήν σε αυτή τη μάχη όλα τα κόμματα οφείλουν να συναινέσουν. Αν δεν υπάρξει συναίνεση σε αυτό δεν θα υπάρξει σε κανένα άλλο μείζον ζήτημα.

Ενας βουλευτής πετάχτηκε στο κοινοβούλιο, είπε ότι πρέπει να συλληφθεί η πολιτική ηγεσία, ότι είναι έκθετη για εσχάτη προδοσία και άλλα τέτοια. Είναι πολύ εξυπηρετικό να τον κατατάσσουμε στην αφορισμένη ακροδεξιά. Σας ανησυχεί ότι υπάρχουν πολλοί έλληνες πολίτες που ρέπουν σε τέτοιες αποφορές; Σας προβληματίζει ότι μπορεί και ο ίδιος ο αγανακτισμένος ΣΥΡΙΖΑ της προ-κυβερνητικής περιόδου να νομιμοποίησε αυτή την ισοπεδωτική αντισυστημική εξαλλοσύνη;

Καταρχάς δεν πετάχτηκε ένας βουλευτής στο Κοινοβούλιο από αγανάκτηση και εκστόμισε μια υπερβολή. Συγκεκριμένος βουλευτής της πολύ συγκεκριμένης και ναζιστικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή» κάλεσε από του βήματος της Βουλής τον στρατό να προβεί σε πραξικόπημα. Καμιά ανοχή σε τέτοια φαινόμενα που κόστισαν στον ελληνικό λαό μια 7ετή χούντα και μια εθνική καταστροφή (το Κυπριακό). Δεύτερον δεν θεωρώ ότι «πολλοί Έλληνες ρέπουν σε τέτοιες αποφορές». Η ελληνική κοινωνία είναι μια δημοκρατική κοινωνία, και καμιά Χρυσή Αυγή δεν θα κάνει τους Έλληνες να ξεχάσουν τις αξίες τους για τις οποίες έχουν πολεμήσει. Η οικονομική κρίση, παρά το γεγονός ότι έπληξε βαθιά την κοινωνία, απέδειξε ότι αυτή η κοινωνία έχει ένα βαθύ και δυνατό, δημοκρατικό έρμα, και όποιος προσπαθήσει να ψαρέψει σε θολά νερά θα την βρει απέναντί του.

Τρίτον, αυτή η καραμέλα του «αγανακτισμένου ΣΥΡΙΖΑ» στις πλατείες που ευνόησε την αντισυστημική εξαλλοσύνη, πρέπει να σταματήσει. Ήμουν στις πλατείες των αγανακτισμένων, στις οποίες προσπάθησε να εισχωρήσει και η Χρυσή Αυγή για να επωφεληθεί. Μέσα σε ελάχιστες μέρες την είχαμε πετάξει έξω. Ποτέ δεν ακούστηκε από εμάς σύνθημα κατά των κοινοβουλευτικών θεσμών ή του δημοκρατικού συστήματος. Διεκδικήσαμε ένα άλλο πολιτικό σχέδιο, ένα άλλο πολιτικό όραμα –αυτό είναι η επιτομή της Δημοκρατίας. Και κάτι τελευταίο: να σταματήσουμε να αποκαλούμε τη Χρυσή Αυγή αντισυστημικό κόμμα. Τα ακροδεξιά, ναζιστικά κόμματα δεν είναι αντισυστημικά –είναι άκρως συστημικά, και μάλιστα με το πιο βαθύ, αντικοινωνικό σύστημα. Αυτά τα κόμματα είναι νέτα-σκέτα εχθροί της Δημοκρατίας!

Σία Αναγνωστοπούλου
Keywords
Τυχαία Θέματα