Απάντηση στο κείμενο «Ακούστε τη φωνή της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», της Ιωάννας Λιανέρη

Tweet

Απάντηση στο κείμενο «Ακούστε τη φωνή της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης»

Αγαπητοί αναγνώστες του AlfaVita,

Ονομάζομαι Ιωάννα Λιανέρη και εργάζομαι ως αναπληρώτρια δασκάλα σε ειδικό σχολείο τα τελευταία έξι χρόνια. Αποφοίτησα από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Αθηνών και στη συνέχεια έκανα μεταπτυχιακές σπουδές στην Ειδική Αγωγή, Μάστερ (M.Ed.) και Διδακτορικό (PhD in Special Education), στο Institute of Education,

University of London.

Διάβασα το κείμενο/ψήφισμα που κατατέθηκε από κάποιους εκπαιδευτικούς (υπογράφουν ως «Αναπληρωτές Εκπαιδευτικοί Ειδικής Αγωγής”) και θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάποιους προβληματισμούς σχετικά με το κείμενο αυτό.

Ας ξεκινήσω επισημαίνοντας ότι το κείμενο αναδεικνύει ένα υπαρκτό πρόβλημα, το οποίο σκανδαλωδώς η ελληνική πολιτεία δημιούργησε και συντηρεί σε βάρος των συναδέλφων εκπαιδευτικών που είναι απόφοιτοι του Παιδαγωγικού τμήματος Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και των εκπαιδευτικών του τμήματος Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Αν και καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εκπαιδευτικού συστήματος, χρόνια τώρα οι πολιτικές ηγεσίες του Υπουργείου Παιδείας τούς διατηρούν σε ένα καθεστώς ‘εργασιακής ομηρίας’, καταργώντας de facto την έννοια της μονιμότητας του εκπαιδευτικού και συντηρώντας πρακτικές που θυμίζουν την πελατειακή λογική που διέπει διαχρονικά τη λειτουργία του ελληνικού δημόσιου τομέα.

Όμως, κάποιες από τις προτάσεις τους για τη στελέχωση των δομών της Ειδικής Αγωγής (Ε.Α.) αντί να οδηγούν στην ουσιαστική επίλυση του προβλήματος – που όντως χρονίζει και πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί – στην πράξη απλώς μετακυλίουν το πρόβλημα σε άλλη ομάδα εκπαιδευτικών και, το πιο σημαντικό, φαίνεται να υιοθετούν πρακτικές που υποβαθμίζουν περαιτέρω το θεσμό της εκπαίδευσης των ατόμων με αναπηρία.

Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση για «καθαρούς» (όπως λένε) πίνακες αναπληρωτών Ειδικής Αγωγής, δηλ. μόνο με εκπαιδευτικούς με ‘βασικό πτυχίο’ στην Ε.Α. (ΠΕ 71/61), και η υποβάθμιση των εκπαιδευτικών της Γενικής με μετεκπαίδευση στην Ειδική σε ‘έσχατη λύση’, στερείται επιστημονικής και παιδαγωγικής τεκμηρίωσης. Πρώτα απ’ όλα, τόσο η διατύπωση όσο και το περιεχόμενο του εν λόγω κειμένου απηχούν παρωχημένα ιατρικά πρότυπα προσέγγισης στην αναπηρία. Η λογική της πρόκρισης κάποιων ‘ειδικών παιδαγωγών’ ως καταλληλότερων για τη στελέχωση της Ε.Α. πισωγυρίζει το εκπαιδευτικό σύστημα σε μοντέλα εκπαίδευσης που έχουν στο επίκεντρό τους τη φυσιοπαθολογία των παιδιών – και την αντίστοιχη κατηγοριοποίησή τους – και όχι την παροχή ισόνομης και ισότιμης παιδείας σε όλους τους μαθητές ανεξάρτητα από τις όποιες εκπαιδευτικές τους ανάγκες και δυνατότητες. Αυτό το ιατρικό μοντέλο βλέπει την αναπηρία ως ‘ατομικό πρόβλημα’

και εστιάζει στη θεραπεία των ‘προβληματικών’ ατόμων απο στρατιές ‘ειδικών’. Είναι το μοντέλο που ιστορικά είναι υπεύθυνο για την περιθωριοποίηση των μαθητών με αναπηρία σε ‘ξεχωριστά’ σχολεία, στο όνομα της προστασίας τους από τους κινδύνους της ‘κανονικής’ σχολικής πραγματικότητας. Είναι το μοντέλο που ενίσχυσε τον κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων με αναπηρία με την ταμπέλα των ‘διαφορετικών’, των ‘αδύναμων’, των ‘κακόμοιρων’. Είναι το μοντέλο που αδιαφορεί για τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του φαινομένου της αναπηρίας, ξεχνώντας ότι η ανάγκη γίνεται ‘ειδική’ όταν την κάνει τέτοια η κοινωνία και η κουλτούρα μας.

Η λογική ότι η ειδική αγωγή αποτελεί ξεχωριστό κλάδο από τη γενική αγνοεί τις εξελίξεις (τουλάχιστον την τελευταία εικοσαετία) στην παιδαγωγική επιστήμη αλλά και τις κατακτήσεις του παγκόσμιου αναπηρικού κινήματος, που τονίζουν ότι οι δομές της ειδικής εκπαίδευσης πρέπει να αποτελούν κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και ότι η ειδική παιδαγωγική είναι προέκταση της γενικής. Μιας και το κείμενο μιλάει για «εμπόριο ελπίδας» στο χώρο της Ε.Α., να αναφέρω ότι δεν είναι παγιωμένο διεθνώς το ελληνικό φαινόμενο να δίνεται ξεχωριστό ‘βασικό’ πτυχίο Ειδικής Αγωγής και να λανσάρονται οι κάτοχοί του ως οι ΄πλέον κατάλληλοι’ για τη στελέχωση των ειδικών εκπαιδευτικών δομών. Σε παγκόσμιο επίπεδο, αποτελεί βασική εκπαιδευτική αρχή ότι τα στελέχη της Ε.Α. είναι και θα πρέπει να είναι άτομα με επιπλέον προσόντα εξειδίκευσης, με μετεκπαίδευση ή μεταπτυχιακή ειδίκευση όπως προβλέπεται από την οργάνωση των πανεπιστημιακών σπουδών σε κάθε κλάδο. Το εν λόγω κείμενο ακυρώνει αυτά τα δεδομένα και υιοθετεί μια στρεβλή διάκριση, στην οποία ο ‘ειδικός’ και ο ‘γενικός’ παιδαγωγός αποτελούν ξεχωριστές οντότητες

και κατηγοριοποιούνται σαν να προέρχονται από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους (π.χ. Μαθηματικός - Φιλόλογος).

Επίσης, έρχεται σε αντίθεση με την όποια προσπάθεια εναρμόνισης της φιλοσοφίας του εκπαιδευτικού συστήματος με την πολιτική της ένταξης και των ίσων ευκαιριών (βλ. Σύμβαση των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Αναπηρία 2006), που επιβάλλει στην πολιτεία να εκπαιδεύει παιδαγωγούς για όλους τους μαθητές. Αυτή η πολιτική δεν παραγνωρίζει την ανάγκη για ειδική επιστημονική κατάρτιση ή παιδαγωγική εξειδίκευση, αλλά εντάσσει την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών με αναπηρία υπό την αιγίδα ενός ενιαίου εκπαιδευτικού πλαισίου. Ειδάλλως, αγαπητοί συνάδελφοι, βάζοντας τέτοια στεγανά ανάμεσα στην ειδική και τη γενική αγωγή, ακυρώνουμε την ενταξιακή προοπτική της Παιδείας και υψώνουμε απόρθητα κάστρα ‘ειδικής αγωγής’ στα οποία θα είναι έγκλειστοι όσοι χαρακτηρίζονται ως ‘μαθητές με ειδικές ανάγκες’. Είναι πράγματι αυτό το τοπίο που οραματιζόμαστε για το μέλλον της Παιδείας στη χώρα μας;

Ακόμα, να επισημάνω ότι και εμείς, οι εκπαιδευτικοί ΠΕ. 70.50/60.50, έχουμε προσφέρει στην Ειδική Αγωγή. Δε θέλουμε ούτε να ακυρώνεται το έργο μας, ούτε να γινόμαστε θύματα λογικών ή πρακτικών που εξυπηρετούν μικρο-συντεχνιακά συμφέροντα. Είμαστε άνθρωποι που επένδυσαν (σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο) σε συγκεκριμένες επιλογές επιστημονικής επιμόρφωσης - μετεκπαίδευσης και επαγγελματικής σταδιοδρομίας, με βάση τα θεσμικά δεδομένα της καθιερωμένης

εκπαιδευτικής νομοθεσίας για την αποτίμηση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων του διδάσκοντος. Βλέπουμε όμως τώρα τον κόπο και την προσφορά μας να υποβαθμίζονται, καθώς χωρίς καμία παιδαγωγική ή επιστημονική τεκμηρίωση διαγράφονται αίφνης τα επιστημονικά μας προσόντα και η παιδαγωγική μας διαδρομή στο χώρο της Ειδικής Αγωγής. Σε μια εποχή μάλιστα που συζητιέται έντονα η ποιοτική αναβάθμιση του διδακτικού έργου, οι «καθαροί» πίνακες οδηγούν εκτός Ε.Α. δεκάδες εκπαιδευτικούς με μεταπτυχιακές σπουδές, διδακτορικά και πολύχρονη εμπειρία/προϋπηρεσία στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα. Αντ' αυτών θα προκρίνονται για την Ε.Α. άτομα χωρίς μεταπτυχιακούς τίτλους και με μηδενική διδακτική εμπειρία. Έτσι, για παράδειγμα, αν θελήσει να διδάξει σε ειδικό σχολείο ένας καθηγητής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλίας (διδάκτωρ Ειδικής Αγωγής με πρώτο πτυχίο στη Γενική Παιδαγωγική), θα αξιολογείται δια νόμου στους πίνακες ως ‘λιγότερο κατάλληλος’ έναντι ενός φοιτητή του (με βασικό πτυχίο στην Ειδική Αγωγή)..!

Συνοψίζοντας, λοιπόν, η λογική της ‘καθαρότητας’ στη στελέχωση της Ε.Α.:

- Ενισχύει τον αποκλεισμό και την απομόνωση των ΑμεΑ από τις δομές της Γενικής Παιδείας και έρχεται σε αντίθεση με το στόχο της εκπαιδευτικής ένταξης των μαθητών με αναπηρία.

- Καταργεί την αξιοκρατία, υποβαθμίζει τη σημασία της επιμόρφωσης του εκπαιδευτικού και ακυρώνει τις όποιες προσπάθειες για την αναβάθμιση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων του διδακτικού προσωπικού της Ειδικής Αγωγής.

- Καταστρατηγεί εργασιακά κεκτημένα και ευτελίζει την επιστημονική κατάρτιση και παιδαγωγική προσφορά των εκπαιδευτικών ΠΕ. 70.50/60.50.

Ως εκ τούτου θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας τις προτάσεις σχετικά με το θέμα των κριτηρίων στελέχωσης των δομών της Ε.Α., τις οποίες διαμορφώσαμε ως «Συντονιστική Επιτροπή Εκπαιδευτικών Παιδαγωγικού Τμήματος με μεταπτυχιακό/διδακτορικό και προϋπηρεσία στην Ειδική Αγωγή (ΠΕ. 70.50 και ΠΕ. 60.50)». Προτείνουμε λοιπόν:

1) Να μην προτάσσονται στον πίνακα αναπληρωτών Ε.Α. οι εκπαιδευτικοί με πτυχία ειδικής αγωγής ΠΕ.71 και ΠΕ.61 ως πιο εξειδικευμένοι από τους Π.Ε. 70.50 και ΠΕ. 60.50 (με διδακτορικό/μεταπτυχιακό). Να θεωρούνται εξίσου εξειδικευμένοι και να τοποθετούνται όλοι σε κοινό πίνακα με βάση την προϋπηρεσία τους.

2) Να υπάρχει μοριοδότηση που θα λαμβάνει υπ’ όψιν όλα τα προσόντα και να μοριοδοτείται και το βασικό πτυχίο ειδικής αγωγής. Για παράδειγμα, ένας δάσκαλος Π.Ε.71, επειδή διαθέτει βασικό πτυχίο ειδικής αγωγής, να παίρνει 2 μόρια. Ένας δάσκαλος Π.Ε. 70.50 με μεταπτυχιακό να παίρνει και αυτός 2 μόρια λόγω του μεταπτυχιακού. Σε αυτή την περίπτωση να θεωρούνται και οι δύο εξίσου εξειδικευμένοι. Σε περίπτωση που δάσκαλος Π.Ε.71 έχει επιπλέον εξειδίκευση με μεταπτυχιακό να παίρνει 4 μόρια (2 για το πτυχίο του και 2 για το μεταπτυχιακό). Αντίστοιχα να μοριοδοτείται και η προϋπηρεσία, ώστε να μην υπάρξουν περιθώρια για περιπτώσεις όπου ένας εκπαιδευτικός ΠΕ. 71 που μόλις αποφοίτησε να προτάσσεται έναντι ενός εκπαιδευτικού ΠΕ. 70.50 που έχει και την ίδια εξειδίκευση και επιπλέον έχει και προϋπηρεσία.

3) Όταν προκηρυχθεί διαγωνισμός ΑΣΕΠ για την Ειδική Αγωγή να μπορούν να συμμετέχουν ισότιμα όλοι οι εκπαιδευτικοί της Ε.Α. (ΠΕ. 71/61 και ΠΕ. 70.50/60.50).

4) Εάν τυχόν υπάρχει αμφισβήτηση για την επάρκεια ή συνάφεια των διδακτορικών/μεταπτυχιακών τίτλων (οι οποίοι, να θυμίσουμε, κρίνονται ως προς τη συνάφειά τους με την Ε.Α. από αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες), τότε να εξετάζονται κατά περίπτωση από τις υπεύθυνες διοικητικές αρχές.

Σας ευχαριστώ για το χρόνο σας και εύχομαι ότι, αντί να αναλωνόμαστε σε μικρόνοες και διχαστικές τακτικές, θα ενώσουμε όλοι οι εκπαιδευτικοί τις φωνές μας στον αγώνα για ένα καλύτερο εκπαιδευτικό αύριο για όλους τους μαθητές χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις.

Tags: ειδική αγωγήΙωάννα Λιανέρη Tweet

View the discussion thread.

Keywords
Τυχαία Θέματα