Χάλκινοι Γρύπες, του Στάθη

Tweet Κατηγορία: Κοινωνία

  Η διασπορά του φόβου -δουλεύει στο φόρτε η Μηχανή-  ή Καραμανλής ή τανκς -ή εγώ ή το χάος- ή η πείνα  (και η υποταγή) ή η δραχμή - δουλεύει   στο φόρτε της η Μηχανή   κάτσε καλά - κάτσε καλά - κάτσε καλά επαναλαμβάνει ο ήχος της μονότονα ρυθμικά όπως το τσαφ - τσουφ του τραίνου στις ράγες   μια ρουτίνα - μια ζωή   μια ρουτίνα λέγε - λέγε, πειστική   μια ζωή σκύβε - σκύβε πιεστική. Σαν τιμωρία.       Η διασπορά του φόβου. Κι ύστερα η διαχείριση

του φόβου - σπουδασμένα φρόκαλα όπως ο αδελφόθεος, συν εγκέφαλοι εντολοδόχοι, απόφοιτοι χορηγούμενων εδρών, τρόφιμοι επιδοτήσεων και προγραμμάτων- μια στρογγυλή τράπεζα   στην υπηρεσία των αργυραμοιβών,   άλλος να φτιάχνει τα καρφιά κι άλλος να τα χρυσώνει.   Κοίτα, ο διπλανός σου πεινάει, εσύ δεν πεινάς ακόμα - κάτσε καλά.   Και για όσους σκύβουν το κεφάλι, χάλκινοι γρύπες αρχίζουν να πετούν στον ουρανό - καταδίκης οφθαλμός,   ακοίμητος φρουρός που σε παρατηρεί, σε ελέγχει, σε καταδίδει στον εαυτό σου -κάτσε καλά, εσύ θα βγάλεις το φίδι απ’ την τρύπα, όλοι ίδιοι είναι- και   φτιάχνει καρφιά ο σιδεράς. Με τον τόνο! Και τα χρυσώνει ένα - ένα το παπαγαλάκι των οκτώ στην οθόνη σου   ό,τι σκέφτεσαι σου το μαθαίνει η προπαγάνδα   την καταστολή μέσα σου, σου τη μαθαίνει η προπαγάνδα.   «Αυτός που πεινάει δεν είμαι  ακόμα εγώ», λες.   Αλλά δεν αρκεί μόνον αυτό στη Μηχανή και προσθέτεις   «ο άστεγος, ο άνεργος, ο χαμηλόμισθος, δεν μπορεί, σε κάτι θα φταίνε και αυτοί».   Κι ύστερα Τρόικες παντού! Πάρε γκαουλάιτερ να ’χεις σου λέει ο Σόιμπλε, έως και ο «Γκάρντιαν» απορεί, τον χαβά σου εσύ   «γιατί να ’χουνε αυτοί καλύτερο Ταμείο;», λες, «οι υπόλοιποι στο πηγάδι κατουρήσαμε;». Και δεν   σου περνάει απ’ το μυαλό   ότι το χειρότερο Ταμείο πρέπει να γίνει καλύτερο κι όχι το καλύτερο, χειρότερο. Εκεί εσύ! διαρκής εξίσωση προς τα κάτω   και ώθηση στο παρακάτω,   ως τον πάτο του Καιάδα ή του τάφου, και γελάει μαζί  σου ο κ. Μπόμπολας και ο κάθε Δυνατός, γελάει μαζί σου το κάθε φερέφωνο (που απ’ την κατάντια σου παίρνει και μπόνους), όλοι γελάνε μαζί σου κι εσύ κλαις.   Διότι κατά βάθος είσαι ένας καλός άνθρωπος, μετρημένος, νοικοκύρης, κάνεις οικονομίες, λογαριάζεις τον καφέ και μετράς τα τσιγάρα, τι φταις εσύ που σε φοβίσανε; Τι φταις που ο φόβος σου τιμωρεί τους άλλους;   Κι έτσι ζεις σε ένα τοπίο τιμωρίας. Τιμωρίας όλων, μόνο που εσύ δεν είσαι άνεργος ακόμα,   αν και δεν έχει πια λεφτά για φάρμακα ο πατέρας, αν και η θλίψη έχει κάνει το σπίτι σου σκοτεινό και κρύο, δεν μιλάς.   Δεν μιλάς, όταν οι Χρυσαυγίτες βαράνε γυναίκες, δεν βάρεσαν την κόρη σου, δεν πρόσβαλαν  τη γυναίκα σου -κι αυτό θα περάσει, ελπίζεις. Φυσικά και δεν είσαι φασίστας, αλλά τους ανέχεσαι- εσύ   τη δουλειά σου κοιτάς, άλλωστε έχεις ακόμα δουλειά.   Κι έτσι σιγά - σιγά αντί   να ’χεις έναν φύλακα-άγγελο να σε προσέχει, απέκτησες έναν χάλκινο γρύπα να σε φρουρεί.       Λοιπόv εγώ, φίλε μου, μεθαύριο στην απεργία θα βγω να αγωνισθώ και για σένα. Δεν σε ψέγω για τις επιλογές σου, δεν σε κακ
Keywords
Τυχαία Θέματα